Οι τρεις στους τέσσερις ιδιοκτήτες ακινήτων (ποσοστό 75%) θα ελαφρυνθούν από το νέο φόρο ακινήτων το 2014, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο πέρασε χθες στην αντεπίθεση ύστερα από σωρεία επικριτικών δημοσιευμάτων όσον αφορά το σχεδιασμό του ΥΠΟΙΚ για τη φορολογία κεφαλαίου.
Ενώ η κατάθεση του νέου νομοσχεδίου είναι θέμα λίγων ημερών, η νέα «έκδοση» του εν αναμονή φόρου, με την οποία μεταφέρεται το κύριο βάρος της είσπραξης, περίπου 2,65 δισ. ευρώ, στη μεσαία και μεγάλη ακίνητη περιουσία, ξεσήκωσε σάλο αντιδράσεων.
Η πλειοψηφία των ενώσεων ιδιοκτητών, σχολιάζοντας το σχεδιασμό του ΥΠΟΙΚ, τόνιζε τις τελευταίες μέρες ότι ο νέος φόρος οδηγεί ουσιαστικά σε μερική «δήμευση» της ακίνητης περιουσίας.
Σύμφωνα με τη χθεσινή ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ, με το νέο σχέδιο όσοι έχουν περιουσία σε κτίσματα μόνο ή κυρίως (με την εξαίρεση των αγροτεμαχίων) ωφελούνται απολύτως σε σχέση με όσα πληρώνουν σήμερα.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκει η μεγάλη πλειονότητα των φορολογουμένων.
Ειδικότερα σημειώνεται ότι:
- Το 45% των φορολογουμένων έχει μόνο κτίσματα, όχι αστικά οικόπεδα. Αυτοί όλοι θα πληρώσουν σαφώς λιγότερα. Σημειώνεται, επίσης, ότι το 95% των φορολογουμένων έχει συνολική περιουσία μικρότερη από 300.000 ευρώ. Με βάση το σχεδιασμό του νέου φόρου και τους νέους συντελεστές, περίπου το 75%-80% των ιδιοκτητών θα πληρώσει σίγουρα λιγότερο απ’ ό,τι φέτος.
- Με βάση τα στοιχεία αυτά, το 20%-25%, δηλαδή περίπου ο ένας στους τέσσερις, θα κληθεί το 2014 να πληρώσει ίσο ή και υψηλότερο φόρο κεφαλαίου από ό,τι φέτος. Σε αυτούς περιλαμβάνονται όσοι κατέχουν αστικά ακίνητα και οικόπεδα και όσοι έχουν περιουσία με αντικειμενική αξία άνω των 140.000 ευρώ, οι οποίοι θα αναγκαστούν να πληρώσουν περισσότερα αφού οι σχετικοί φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται.
- Αυτοί που θα πληρώσουν μέσω του νέου φόρου για το 2014 τα ίδια που πλήρωσαν για το χαράτσι στη ΔΕΗ και τον ΦΑΠ φτάνουν στο 15% του συνόλου των ιδιοκτητών των ακινήτων. Δηλαδή, περίπου 750.000 ιδιοκτήτες ακινήτων δεν θα έχουν καμία ωφέλεια από το νέο φόρο.
Επίσης, από το υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζουν ότι η διάδοχη κατάσταση του ΕΕΤΗΔΕ και του ΦΑΠ δεν είναι ένας νέος διπλός φόρος. Ξεκαθαρίζεται, δηλαδή, ότι από το 2014 όλα τα ακίνητα θα φορολογούνται αυτοτελώς. Τούτο, δε, είτε πρόκειται για κτίσματα είτε για οικόπεδα και με προοδευτικούς συντελεστές.
Απλώς, όσοι έχουν περιουσία με αξία πάνω από 300.000 ευρώ επιβαρύνονται αναλογικά περισσότερο για λόγους προοδευτικότητας. Αλλά αυτή η προσαύξηση είναι σχετικά μικρή και αφορά λίγους.
Οι αντικειμενικές αξίες
Επίσης, το υπουργείο Οικονομικών προσπαθεί να υποβαθμίσει το γεγονός ότι ο νέος φόρος επιβάλλεται ουσιαστικά επί αντικειμενικών αξιών, οι οποίες σήμερα είναι πολύ υψηλότερες από τις πραγματικές εμπορικές αξίες των ακινήτων, ώστε να εισπραχθεί όσο το δυνατόν υψηλότερος φόρος.
Ξεπερνώντας το γεγονός ότι αν και είχε συμφωνηθεί με την τρόικα η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, αυτή αναβλήθηκε για το 2016, τονίζεται ότι οι αντικειμενικές αξίες είναι το μέτρο για αποτίμηση της αξίας για όσους θα επιβαρυνθούν παραπάνω, ενώ σημειώνεται ότι αυτό συνέβαινε και με τον ΦΑΠ.
Μάλιστα, προχωρά και ένα βήμα παραπάνω τονίζοντας ότι μια αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών θα προκαλούσε σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και αυξήσεις των τιμών πάνω στις οποίες θα υπολογίζονταν ο νέος φόρος.
Ετσι, λοιπόν, εξηγούσαν από το ΥΠΟΙΚ ότι αντί για τις αυξήσεις έγινε η επιλογή να μειωθούν οι συντελεστές προσαύξησης του φόρου περιουσίας. Τα συνολικά φορολογικά βάρη στην περιουσία δεν αλλάζουν σε σχέση με φέτος.
Αναδιανέμονται από αυτούς που έχουν περιουσία κυρίως σε κτίσματα (διαμερίσματα κ.λπ. σε πόλεις και περιφέρεια) και πλήρωναν σχεδόν τα πάντα έως τώρα, σε εκείνους που έχουν μεγάλη περιουσία κυρίως σε αστικά οικόπεδα (επίσης σε πόλεις και περιφέρεια) και θα πληρώνουν κάτι παραπάνω, αλλά όχι πολύ παραπάνω.
Καθώς και σε εκείνους που έχουν αγροτεμάχια, αλλά αυτοί οι τελευταίοι επιβαρύνονται πολύ λίγο. Στην ίδια λογική σημειώνεται ότι με το τωρινό σχέδιο, ως ποσοστό της συνολικής περιουσίας σε αντικειμενικές τιμές, ο συνολικός φόρος στα ακίνητα ανέρχεται σε περίπου 5 τοις χιλίοις, ποσοστό χαμηλότερο από τα κρατούντα διεθνώς.
Μείωση συντελεστών για μεταβιβάσεις και υπεραξίες
Με βάση τη χθεσινή ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών επιβεβαιώνει δημοσίευμα της «Ν», σύμφωνα με το οποίο στο νέο νομοσχέδιο που αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα θα προβλέπεται και η μείωση των συντελεστών μεταβίβασης ακινήτων από το 10% στο 3%, προκειμένου να δοθεί ένα κίνητρο να ξεπαγώσει η αγορά ακινήτων.
Η τρόικα πίεζε μέχρι πρόσφατα για πλήρη κατάργηση του φόρου μεταβίβασης, αλλά με βάση τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών κάτι τέτοιο ακόμη και στη σημερινή αγορά θα σήμαινε απώλεια εσόδων ύψους περίπου 200 εκατ. ευρώ, η οποία για να αναπληρωθεί, θα έπρεπε να μεταβιβαστεί με κάποιον τρόπο στο νέο φόρο ακινήτων, ανοίγοντας καινούργιο κύκλο συζητήσεων σε αυτόν που διαρκεί ήδη περίπου ενάμιση χρόνο.
Πάντως, στην ανακοίνωσή του υπουργείου Οικονομικών γίνεται αναφορά και στο φόρο υπεραξίας, ο οποίος θα πρέπει να πληρώνεται από 1-1-2014 σε όλες τις αγοραπωλησίες ακινήτων και θα ισούται με τη διαφορά της αξίας αγοράς από την αξία πώλησης του ακινήτου.
Οπως τονίζεται, όμως, ο φόρος αυτός στην πλειονότητα των ακινήτων που πωλήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια είναι αρνητικός λόγω της πτώσης των εμπορικών αξιών σε επίπεδα χαμηλότερα από τις αντικειμενικές.
Ούτως ή άλλως, όμως, ένα ακίνητο που θα πλήρωνε 10% φόρο επί της τιμής του αν πουλιόταν σήμερα, με το νέο σχέδιο θα πληρώσει μειωμένο φόρο μεταβίβασης και καινούργιο φόρο υπεραξίας συνολικά μόλις 5,25% επί της τιμής του (αν η υπεραξία του αποτιμηθεί στο 15%).
Στην κρίση της τρόικας το νέο νομοσχέδιο
Το επόμενο δύσκολο τεστ του νέου φόρου ακινήτων θα είναι η εξέταση του σχετικού νομοσχεδίου από την τρόικα. Το πρώτο μεγάλο εμπόδιο αναμένεται πως θα είναι η χαμηλότερη απόδοση σε σχέση με το φόρο που τους είχε παρουσιαστεί κατά τον προηγούμενο κύκλο διαπραγμάτευσης.
Το «ταμείο» που αναμένεται να κάνει ο νέος φόρος κυμαίνεται από 2,6 έως 2,65 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η καθαρή είσπραξη της προηγούμενης έκδοσης του φόρου αναμενόταν ότι θα έφερνε στα δημόσια ταμεία 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Τα ερωτήματα των δανειστών
Το πρώτο που θα πρέπει να απαντήσει επαρκώς το οικονομικό επιτελείο είναι πώς θα κλείσει το κενό αυτό που δημιουργείται πριν ακόμη αρχίσει να επιβάλλεται και να εισπράττεται ο νέος φόρος.
Ενα δεύτερο μεγάλο ερώτημα της τρόικας είναι πότε και πώς θα ενεργοποιηθεί ο νέος φόρος.
Θα πρέπει να εξηγηθεί επαρκώς ποια από τις υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών θα αναλάβει τη διαχείριση του φόρου.