Από την έντυπη έκδοση
Στην πιο κρίσιμη φάση εισέρχονται από σήμερα οι διαπραγματεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους τέσσερις θεσμούς.
Εχοντας καταγράψει ήδη αρκετά ανοικτά μέτωπα κατά την πρώτη περίοδο των συζητήσεων που ολοκληρώθηκε χθες -με σημαντικότερα τη μορφή του νέου ταμείου αποκρατικοποιήσεων, τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά και τα μέτρα που θα πρέπει να νομοθετηθούν εντός του Αυγούστου-, από σήμερα ανοίγει το πιο κρίσιμο κεφάλαιο που έχει να κάνει με τα μακροοικονομικά μεγέθη: την πρόβλεψη για τη διαμόρφωση του ΑΕΠ φέτος αλλά και το 2016, την επίπτωση της διαφαινόμενης ύφεσης στα δημόσια έσοδα και, τελικώς, τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα που θα πρέπει να αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό τόσο φέτος όσο και του χρόνου.
Ο βασικός στόχος, να κλείσει η συμφωνία μέχρι τις 18 Αυγούστου και να μην υπάρξει ανάγκη για νέο δάνειο-γέφυρα ώστε να καλυφθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας κυρίως απέναντι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, παραμένει. Μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής υπό τον Αλέξη Τσίπρα, από το Μέγαρο Μαξίμου ανακοινώθηκε ότι «είναι απολύτως εφικτή η συμφωνία με τους θεσμούς πριν από την 20ή Αυγούστου, με δεδομένο ότι όλες οι πλευρές θα τηρήσουν τις δεσμεύσεις που απορρέουν από την απόφαση της Συνόδου Κορυφής των χωρών μελών της Ευρωζώνης της 12ης Ιουλίου». Κάτι τέτοιο, όμως, απαιτεί κλείσιμο όλων των «μετώπων» ακόμη και μέχρι… αύριο, δεδομένου ότι από την επόμενη εβδομάδα θα πρέπει να ξεκινήσει η διαδικασία ψήφισης της νέας συμφωνίας από αρκετά κοινοβούλια χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Για την επίσπευση των διαδικασιών, η ελληνική πλευρά επιδιώκει καυτά θέματα με αυξημένο βάρος και σε πολιτικό επίπεδο -όπως οι αλλαγές στη φορολόγηση των αγροτών, το νέο πλαίσιο που θα διέπει τις εργασιακές σχέσεις, αλλά και το ασφαλιστικό- να τα αφήσει για τα φθινόπωρο, αναλαμβάνοντας βέβαια τη δέσμευση ότι η διαπραγμάτευση με τους δανειστές θα συνεχιστεί και μετά την υπογραφή της συμφωνίας, κάτι που άφησε να εννοηθεί χθες και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Ούτως ή άλλως, το νέο μνημόνιο αναμένεται ότι θα προβλέπει σφικτό πρόγραμμα αξιολογήσεων από τους θεσμούς, ειδικά κατά την πρώτη περίοδο εφαρμογής του. Ηδη, αντικείμενο συζητήσεων των δύο πρώτων αξιολογήσεων θα είναι τόσο το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο όσο και οι αλλαγές στο εργασιακό, αλλά και στο φορολογικό. Πολλά όσον αφορά το αν θα υπάρξει συμφωνία μέχρι τις 18 Αυγούστου θα κριθούν από τη σημερινή διαπραγμάτευση.
Αν υπάρξει συμφωνία για την έκταση της ύφεσης το 2015 και γίνει αποδεκτός από τους εκπροσώπους των θεσμών ρεαλιστικός στόχος όσον αφορά τη διαμόρφωση του πρωτογενούς αποτελέσματος (σ.σ.: πλέον το 2015 θεωρείται εξαιρετικά πιθανό ότι θα κλείσει με πρωτογενές έλλειμμα παρά τα μέτρα που ελήφθησαν στις αρχές Ιουλίου, όπως η αύξηση ΦΠΑ, η εισφορά αλληλεγγύης, ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης και η εισφορά υπέρ ΕΟΠΥΥ στις συντάξεις κ.λπ.), τότε θα καταστεί εφικτό να αποφευχθεί η ψήφιση νέου πακέτου «σκληρών μέτρων» άμεσης εφαρμογής μέσα στον Αύγουστο (π.χ. περικοπή ΕΚΑΣ, κατάργηση επιδοτήσεων στο αγροτικό πετρέλαιο κ.λπ.).
Σε κάθε περίπτωση, το περιεχόμενο ενός ακόμη νομοσχεδίου με μέτρα αποτελεί ένα από τα ανοικτά θέματα της διαπραγμάτευσης. Οι εκκρεμότητες είναι πολλές και μένει να οριστικοποιηθεί:
1. Αν θα υπάρξουν «εδώ και τώρα» αλλαγές στη ρύθμιση των 100 δόσεων για περισσότερους από 650.000 φορολογούμενους που έχουν ήδη ενταχθεί στη ρύθμιση.
2. Αν θα περικοπεί άμεσα το ΕΚΑΣ τουλάχιστον για το 20% των δικαιούχων, όπως προέβλεπε και η ελληνική πρόταση στην οποία στηρίχτηκε η συμφωνία των Βρυξελλών.
3. Αν θα υπάρξουν μέτρα για τους αγρότες, αλλά και ποια θα είναι αυτά.
4. Τι θα γίνει με τον ΕΝΦΙΑ και αν θα τροποποιηθεί ο τρόπος υπολογισμού του.
5. Αν θα περάσει «εδώ και τώρα» η διάταξη που θα ψαλιδίζει τα δικαιώματα πρόωρης προσφυγής στη σύνταξη. Κυβέρνηση και δανειστές έχουν συμφωνήσει ως προς την αναγκαιότητα νομοθέτησης του μέτρου, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες ως προς τον βηματισμό.
Κατά τη χθεσινή διαπραγμάτευση του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου και του υπουργού Οικονομίας Γιώργου Σταθάκη με τους εκπροσώπους των τεσσάρων θεσμών στο επίκεντρο βρέθηκε και πάλι το θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, αλλά και αυτό των «κόκκινων» δανείων. Οπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών, η ελληνική πλευρά επιδιώκει το θέμα της ανακεφαλαιοποίησης να κλείσει μέσα στο 2015 προκειμένου να εκλείψει και αυτός ο παράγων αβεβαιότητας (σ.σ.: με τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί για την ανακεφαλαιοποίηση συνδέεται και η κατακόρυφη υποχώρηση των μετοχών των τραπεζών στο χρηματιστήριο).
Από την άλλη, ο υπουργός Οικονομίας τάχθηκε υπέρ του να κλείσει η συζήτηση για την ανακεφαλαιποίηση ταυτόχρονα με το θέμα των «κόκκινων» δανείων, καθώς ούτως ή άλλως τα δύο θέματα είναι άμεσα συνδεδεμένα (σ.σ.: το ύψος των «κόκκινων» δανείων επηρεάζει το ύψος των απαιτούμενων κεφαλαίων για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών). Στο εργασιακό, οι δύο πλευρές φέρονται να έχουν συμφωνήσει να μεταθέσουν τη διαπραγμάτευση για τον Σεπτέμβριο, προκειμένου να εμπλακούν και διεθνείς οργανισμοί όπως το Διεθνές Γραφείο Εργασίας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων.
Το νομοσχέδιο που θα αφορά τις ομαδικές απολύσεις (σ.σ.: οι δανειστές ζητούν πλήρη απελευθέρωση χωρίς δικαίωμα παρέμβασης από τον υπουργό Εργασίας ή άλλο πολιτικό πρόσωπο), τις απεργιακές κινητοποιήσεις (ζητούμενο για την τρόικα είναι οι απεργίες να προκηρύσσονται από το 51% των εγγεγραμμένων μελών ενός σωματείου και όχι από το 51% των παρευρισκομένων σε μια συνέλευση), αλλά και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις παραπέμπεται να ψηφιστεί το φθινόπωρο.
Στο ασφαλιστικό υπάρχει μια βασική εκκρεμότητα: το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί επίσης τον Οκτώβριο με προοπτική να ισχύσει από το νέο έτος. Η εκκρεμότητα έχει να κάνει με τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, καθώς η πλευρά των δανειστών πιέζει για άμεση ψήφιση και «προστασία» μόνο όσων έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, καθώς και των εργαζομένων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.
«Ψαλίδι» σε συντάξεις
Συμφωνημένη ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους εκπροσώπους των θεσμών είναι η ενσωμάτωση διάταξης στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή τον Οκτώβριο, η οποία θα επιφέρει μειώσεις στις συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ. Το συγκεκριμένο μέτρο που θα αφορά το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης συμφωνήθηκε να αποτελέσει το αντίβαρο στην απόφασή του Συμβουλίου της Επικράτειας με βάση την οποία κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές οι περικοπές που έγιναν από το 2012 σε όλες τις συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ.
Το να υπάρξει ισοδύναμο μέτρο για την απόφαση του ΣτΕ ήταν τμήμα της συμφωνίας των Βρυξελλών, ενώ στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που έγιναν στην Αθήνα κρίθηκε ότι το δημοσιονομικό βάρος θα πρέπει και πάλι να σηκώσουν οι έχοντες άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης άνω των 1.000 ευρώ. Οι συντελεστές με βάση τους οποίους θα υπολογίζεται η νέα εισφορά, που θα αντικαταστήσει όλες τις περικοπές που κρίθηκαν ως παράνομες, θα οριστικοποιηθούν το φθινόπωρο.
Νωρίτερα, ο πρωθυπουργός, επισκεπτόμενος το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, έκανε λόγο για συμφωνία που μπορεί να δώσει τέλος στην αβεβαιότητα για το μέλλον τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης, επισημαίνοντας ωστόσο ότι δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί ότι θα πρόκειται για συμφωνία με «αγκάθια» και πρόσθεσε: «Βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για μια συμφωνία με τους θεσμούς που έγιναν τέσσερις από τρεις κι ενδεχομένως να επιδιώξουμε να γίνουν πέντε, γιατί χρειάζεται ο έλεγχος του Ευρωκοινοβουλίου». Οπως σημείωσε ο κ. Τσίπρας, «παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, ελπίζουμε ότι αυτή η συμφωνία μπορεί να δώσει ένα τέλος στην αβεβαιότητα τόσο για το μέλλον της Ελλάδας όσο και της Ευρωζώνης, ελπίζουμε οριστικό τέλος στην αβεβαιότητα, αν και αυτό σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί και από τις πολιτικές διεργασίες που θα συντελεστούν το επόμενο διάστημα στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. συνολικά».
Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι «δεν μπορεί να παραγνωρίζουμε ότι αυτή η συμφωνία έχει αγκάθια, πολιτικές που δεν αποτελούν επιλογή μας, είμαστε αναγκασμένοι να υλοποιήσουμε και που αν δεν εργαστούμε σκληρά, ώστε να δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο αντίρροπων μέτρων σε αυτές τις πολιτικές, αντίρροπων μέτρων προστασίας των κοινωνικών κατηγοριών που βάλλονται από αυτές, τότε θα έχουμε αρνητικά αποτελέσματα».
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι η διαπραγμάτευση δεν θα σταματήσει, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «δεν πρόκειται να περιοριστούμε στα στενά όρια. Δεν θα σταματήσουμε να διαπραγματευόμαστε καθ’ όλη τη διάρκεια και μετά το κλείσιμο της συμφωνίας, προκειμένου να πετύχουμε ένα χρονοδιάγραμμα και ένα πλαίσιο εφαρμογής των μέτρων, το οποίο να κατανέμει δίκαια τα φορολογικά βάρη». Και συμπλήρωσε: «Οι συνθήκες είναι δύσκολες και πρέπει να ανοίξουμε δρόμους εκεί που δεν υπάρχουν. Να δημιουργήσουμε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης. Αναδιανομή εισοδήματος και δημιουργία κλίματος ανάπτυξης. Δεν μπορείς να πληρώνεις με δανεικά για πάντα».