ΚΕΠΕ: Ανάγκη για εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης των επιχειρήσεων

Παρασκευή, 18 Ιουλίου 2014 18:44
UPD:18:46
EPA/FEDERICO GAMBARINI

Σημαντικό παράγοντα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι η ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να απορροφήσει χρηματοδοτικούς πόρους από άλλες εναλλακτικές πηγές εκτός τραπεζικού συστήματος τονίζει σε έκθεσή του το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)

Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ αυτό μπορεί να βοηθήσει στο να ξεπεραστεί η κρίση και να δοθεί στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να αποπληρώσουν τα υπάρχοντα δάνειά τους (εξυπηρετούμενα και μη εξυπηρετούμενα) στις τράπεζες.

Έτσι συνεχίζει το ΚΕΠΕ, με τον τρόπο αυτό οι επιχειρήσεις (αλλά και τα νοικοκυριά) μπορούν να συνεισφέρουν αποτελεσματικά και στην σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος της χώρας.

Η συγκεκριμένη επισήμανση απορρέει από την καταγεγραμμένη αμφίδρομη σχέση που υπάρχει μεταξύ της πραγματικής οικονομίας με το τραπεζικό σύστημα (όπως αυτή καταγράφεται από την σχέση των δανειακών χαρτοφυλακίων με τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών).

Ακόμη υπογραμμίζει πως  η ορθή και απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων της Βασιλείας ΙΙΙ θεωρείται προϋπόθεση σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της σύνθεσης των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών, ώστε και να αναδυθεί μια υγιής πιστωτική ανάπτυξη της οικονομίας και να αποφευχθούν τα τραπεζικά λάθη του παρελθόντος.

Ανάλυση

Ειδικότερα το ΚΕΠΕ αναφέρει ότι  μια οικονομία η οποία το χρονικό διάστημα 2009-2013 έχασε το 24% περίπου του πραγματικού της ΑΕΠ δυσκολεύεται να δημιουργήσει ενδογενώς νέα εποπτικά κεφάλαια για το τραπεζικό σύστημα καθώς, λόγω της παρατεταμένης ύφεσης, τα υπάρχοντα δάνεια εξυπηρετούνται μερικώς.

Τα δανειακά χαρτοφυλάκια δηλαδή (που είναι ο καθρέπτης της πραγματικής οικονομίας) τονίζει ότι δεν δημιουργούν την απαραίτητη κερδοφορία στις τράπεζες που είναι το κυριότερο συστατικό των νέων εποπτικών τους κεφαλαίων.

«Κατά συνέπεια και το τραπεζικό σύστημα με την σειρά του δυσκολεύεται να ικανοποιήσει τους κεφαλαίουχικούς όρους της Βασιλείας ΙΙ & ΙΙΙ και, κατ’ επέκταση, εισάγει έναν ενισχυμένο βαθμό αβεβαιότητας για την μελλοντική φερεγγυότητά του. Το γεγονός αυτό δημιουργεί δυσχέρειες στο να προσελκύσει νέους καταθέτες που αποτελούν την κυριότερη πηγή νέας τραπεζικής χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας».

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα στην Ελλάδα, συνεχίζει το ΚΕΠΕ, το κρίσιμο ζήτημα της εναλλακτικής χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας αναδεικνύεται επιτακτικά λόγω και των νέων υψηλότερων απαιτήσεων που αναμένονται για τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών για το χρονικό διάστημα 2014-2019, σε ό,τι αφορά την πιστωτική τους επέκταση. Μάλιστα στην ενδιάμεση έκθεσή της ΤτΕ για την Νομισματική Πολιτική (Δεκέμβριος 2013) επισημαίνεται η αναγκαιότητα προώθησης εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης τόσο των επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών της χώρας.

Επιπρόσθετα η έκθεση αυτή ξεκαθαρίζει ότι όσο οι αποταμιεύσεις έχουν αρνητική πορεία, πιέζοντας την καταθετική βάση του τραπεζικού συστήματος, η εύρεση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των επενδυτικών τους σχεδίων γίνεται επιτακτικότερη.

Έτσι η παραπάνω ενδιάμεση έκθεση προχωρά σε εναλλακτικές προτάσεις ώστε να στηριχθεί χρηματοδοτικά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, η πραγματική οικονομία (ειδικά οι επιχειρήσεις).

Οι προτάσεις:

  • Δανεισμό των επιχειρήσεων από τις αγορές εταιρικών ομολόγων. Η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τα ομολογιακά δάνεια στην Ελλάδα θα μπορούσε να δώσει ώθηση στη δημιουργία μιας εγχώριας αγοράς εταιρικών ομολόγων για μικρότερες εταιρείες με περιορισμένη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.
  • Αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των εταιρειών. Καθώς η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα ενισχύεται, ειδικά οι μεγάλες εγχώριες εταιρείες θα αποκτούν μεγαλύτερη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές για χρηματοδότηση.
  • Απορρόφηση πόρων από τα διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ. Την περίοδο 2000-2008, οι ελληνικές επιχειρήσεις απορρόφησαν πόρους της τάξεως του 1,6% του ΑΕΠ ετησίως για χρηματοδότηση επενδύσεων. Για το 2013, οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ υπολογίζονται σε4,2 δισεκ. ευρώ (2,3% του ΑΕΠ).
  • Πόρους από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Μέχρι το τέλος του 2014, η ΕΤΕπ προβλέπεται να συγχρηματοδοτήσει μικρομεσαίες επιχειρήσεις με δάνεια ύψους 1,4 δισεκ. ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των εμπορικών τραπεζών μέσα στο 2014 υπολογίζεται ότι θαδοθούν περί τα 805 εκατ. ευρώ.

Επιπροσθέτως, συνεχίζει η έκθεση του ΚΕΠΕ, οι εναλλακτικές προτάσεις χρηματοδότησης της οικονομίας θα μπορούσαν να περιλάβουν:

  • Την δημιουργία ενός ταμείου βοήθειας για νέους επιχειρηματίες (Microfinance Loan Fund). Ακολουθώντας το παράδειγμα της Ιρλανδίας (Action Plan for Jobs, 2012) θα μπορούσε το ελληνικόκράτος να προχωρήσει στην δημιουργία ενός ταμείου που σκοπό θα είχε να βοηθήσει χρηματοοικονομικά τις μικρές νέες επιχειρήσεις (start-ups) οι οποίες απασχολούν μέχρι 10 άτομα.Το εν λόγω ταμείο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από το ΕΣΠΑ.
  •  Την δυναμική λειτουργία του θεσμού των «Επιχειρηματικών αγγέλων» (Business Angels). O θεσμός των «Επιχειρηματικών Αγγέλων» (ΕΑ) αφορά μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που είτε είναι στην φάση της σύστασης (pre-seed) είτε έχουν μόλις ξεκινήσει την λειτουργία τους (seed). Οι ΕΑ είναι πρόσωπα ή/και θεσμικοί φορείς (π.χ. ΣΕΒ, ΣΒΒΕ, αλλά και επενδυτές απότον χώρο της ναυτιλίας, Έλληνες της ομογένειας, και μεμονωμένοι ιδιώτες επενδυτές) που πληρούν συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια και είναι πρόθυμοι να παρέχουν γνώση και χρήμα στην δημιουργία ενός νέου επενδυτικού δικτύου. Επιπροσθέτως μπορούν να ομαδοποιηθούν με βάση το επενδυτικό τους ενδιαφέρον. Η κάθε συγκεκριμένη επενδυτική δραστηριότητα περιλαμβάνει ως δίκτυο τους επιχειρηματίες, τους ΕΑ και τους διαχειριστές των κεφαλαίων, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από την ομάδα των ΕΑ. Κάθε τέτοιο δίκτυο «προικίζεται» με ένα ποσό, τόσο από τους συμμετέχοντες όσο και από άλλους φορείς (π.χ. ΕΣΠΑ). Την επενδυτική πορεία και στρατηγική του δικτύου αναλαμβάνει ο διαχειριστής.
  • Την δυναμική «Ανασυγκρότηση» των υπαρχουσών επιχειρήσεων. Η λογική της «Ανασυγκρότησης» των υπαρχουσών επιχειρήσεων στην ελληνική οικονομία ξεκινά από την επιθυμία να επιτευχθεί η συνέχιση της λειτουργίας κάποιων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε ένα οριακό σημείο, μέσω της χρηματοδοτικής ενίσχυσης των ιδίων κεφαλαίων τους, της αναδιάρθρωσης του χρέους τους αλλά και της αλλαγής της ηγεσίας τους (management). Η υλοποίηση του συγκεκριμένου θεσμού θα μπορούσε να προχωρήσει με την εκταμίευση ενός σημαντικού ποσού από το ΕΣΠΑ και την προσθήκη κάποιων επιπλέον κεφαλαίων από το Πρόγραμμα των Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) υπό μορφή μόχλευσης (στον βαθμό που αυτό είναι οικονομικά εφικτό). Με τα κεφάλαια αυτά μπορεί να συσταθεί ένα Ταμείο Χαρτοφυλακίου(Fund of funds) που σκοπό θα έχει την συμμετοχή σε Κεφάλαια Επιχειρηματικών συμμετοχών (Private equity funds) για την αναχρηματοδότηση μεσαίων (κυρίως) ελληνικών επιχειρήσεων με στόχο την αναδιάρθρωση και την ανάπτυξή τους. Ο διαχειριστής του Ταμείου Χαρτοφυλακίου προβαίνει εν συνεχεία σε ανοικτή πρόσκληση (διαγωνισμό) για την προσέκλυση θεσμικών επενδυτών οι οποίοι αναμένεται να δημιουργήσουν σημαντική μόχλευση των αρχικών κεφαλαίων. Οι επενδυτές αυτοί θα μπορούσαν να είναι: Fund of funds, Pension funds, Hedge funds,Διεθνείς ιδιωτικές τράπεζες, Sovereign funds κλπ.

Ταυτόχρονα, καταλήγει το ΚΕΠΕ,  με την δημιουργία των παραπάνω εναλλακτικών χρηματοοικονομικών εργαλείων πρέπει και η πραγματική οικονομία της χώρας να είναι σε θέση να αποδείξει την ικανότητα να αξιοποιήσει, με βάση τις δυνατότητές της, τις όποιες παρεχόμενες ευκαιρίες.

«Η ικανότητα της πραγματικής οικονομίας να επιτύχει την απορρόφηση των προαναφερθέντων κονδυλίων, ώστε να υλοποιήσει τις όποιες επιχειρηματικές προτάσεις, θα βοηθήσει άμεσα στην στήριξη της παραγωγής και κατ’ επέκταση θα δώσει την δυνατότητα για αποπληρωμή, από μέρους των επιχειρήσεων, των όποιων παλαιότερων δανείων (εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων) προς τις εμπορικές τράπεζες.

Όπως σημειώνει το ΚΕΠΕ οι αποπληρωμές αυτές των δανείων θα βοηθήσουν σημαντικά στην ανεύρεση και ενίσχυση των απαιτούμενων –από την Βασιλεία ΙΙΙ– εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών αποτρέποντας έτσι σε σημαντικό βαθμό και τον όποιο μελλοντικό πιστωτικό κίνδυνο για αυτές.

«Μια τέτοια εξέλιξη οδηγεί στην διαχρονική αποκατάσταση της φερεγγυότητας του τραπεζικού μας συστήματος απέναντι και στους εν δυνάμει αποταμιευτές (εγχώριους και διεθνείς), οι οποίοι αποτελούν και την κυριότερη πηγή νέας χρηματοδότησης της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό αναμένεται να περιορισθεί σημαντικά και ο οποιοσδήποτε τυχόν κίνδυνος για ανάγκη περαιτέρω ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού μας συστήματος» καταλήγει.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα