Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Η παραγωγή είναι ένα από τα βασικά σημεία στα οποία η χώρα μας υστερεί. Τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα μετά την έλευση των δανειστών στην Ελλάδα, ακούγεται -κυρίως από κρατικούς λειτουργούς- η φράση: «δεν παράγουμε τίποτε, πώς να έχουμε έσοδα, πώς να υπάρξει ανάπτυξη».
Σε γενικές γραμμές και για αρκετούς τομείς -όχι για όλους βέβαια- είναι πραγματικότητα ότι δεν παράγουμε κι αυτό συμβαίνει για διάφορους λόγους.
Συνοψίζοντας θα μπορούσε να πει κανείς ότι σε μια χώρα όπου μόνο κατ’ ευφημισμόν υπάρχει σταθερό και οργανωμένο πλαίσιο λειτουργίας επιχειρήσεων, όπου δεν υπάρχει υγιής λειτουργία της αγοράς με ό,τι αυτό επιβάλλει και συνεπάγεται (οι στρεβλώσεις με διάφορους τρόπους καλά κρατούν, δυστυχώς, ακόμα) και εν πάση περιπτώσει σε ένα κράτος όπου η οποιαδήποτε εφαρμογή νόμου έχει στόχο απλώς τη συσσώρευση εσόδων για την αποπληρωμή των χρεών και όχι την πραγματική αλλαγή και την εγκαθίδρυση ενός μοντέλου ευημερίας και βέλτιστης λειτουργίας, δεν μπορεί να γίνει κάτι.
Η υπόθεση με τα αυθαίρετα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα -εδώ και πολλά χρόνια- για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται από το ελληνικό κράτος η παρανομία.
Στην αρχή προχωρά σε ρυθμίσεις, στη συνέχεια σε διευθετήσεις και μετά σε νέους νόμους με στόχο να βρίσκεται διαρκώς σε μια άτυπη, απολύτως λειτουργική για το ίδιο, ωστόσο ιδιότυπη συνδιαλλαγή με τον εκάστοτε θιγόμενο - ενδιαφερόμενο, με στόχο όχι τη βελτιστοποίηση των συμπεριφορών, την αλλαγή νοοτροπίας και τελικά τη δημιουργία ενός πλαισίου δημιουργικής παραγωγικότητας, αλλά τη στείρα εξασφάλιση εσόδων από μια πρακτική που εν πολλοίς δεν διαφέρει από τον ωμό εκβιασμό.
Ο αντικαπνιστικός νόμος είναι ένα ακόμα τρανταχτό παράδειγμα. Ενώ εδώ και πέντε χρόνια «η Ελλάδα κόβει το τσιγάρο», σχεδόν σε όλους τους κλειστούς επαγγελματικούς χώρους το κάπνισμα συνεχίζεται με αμείωτη ένταση.
Εδώ τα «στραβά μάτια» βοηθούν στην αύξηση των εσόδων από το κάπνισμα -μέσω φόρων- αλλά ταυτόχρονα υπάρχει πάντα η δυνατότητα, όποτε το κράτος θελήσει να αυξήσει τα έσοδά του, να το κάνει μέσα από πρόστιμα που θα αρχίσουν να επιβάλλονται ξαφνικά. Πολλά άλλα παραδείγματα υπάρχουν.
Οι τροχαίες παραβάσεις, οι διαφημιστικές πινακίδες και άλλα πολλά φτιάχνουν μια ατέλειωτη λίστα. Σε τέτοιο περιβάλλον, ο πολίτης αντιλαμβάνεται ότι το κράτος -το οποίο δεν είναι έννοια απρόσωπη και γενική, υπάρχουν πολιτικοί προϊστάμενοι υπεύθυνοι τελικά για την εφαρμογή των νόμων σε κάθε τομέα- δεν το ενδιαφέρει να μην παρανομήσεις.
Το ενδιαφέρει ανά πάσα στιγμή να μπορεί να αποκομίσει οφέλη, οικονομικά ή πολιτικά. Και εύλογα αναρωτιέται κανείς: σε αυτό το περιβάλλον, τι περιθώρια πραγματικής παραγωγικής ανάπτυξης υπάρχουν;
ΣΤΕΛΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ - [email protected]