Το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί δεδομένο επίτευγμα το οποίο πάντως επιδέχεται διαφορετικών ερμηνειών και προσεγγίσεων τόσο ως προς τις συνθήκες επίτευξης του στόχου όσο και ως προς τις προοπτικές που διανοίγονται την επόμενη μέρα.
Η Eurostat επιβεβαίωσε πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης στην Ελλάδα ύψους 3,4 δισ. ευρώ (1,5 δισ. ευρώ αν εξαιρεθούν τα κέρδη από ελληνικά ομόλογα τα οποία επέστρεψαν οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης). Δύο οικονομικοί αναλυτές εκ διαμέτρου αντίθετων απόψεων κλήθηκαν από το naftemporiki.gr να εξηγήσουν τι σημαίνει πρακτικά η επιβεβαίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Νίκος Χαριτάκης
Επίκουρος καθηγητής
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Η επιβεβαίωση των στοιχείων από τη Eurostat κλείνει έναν μεγάλο κύκλο συζητήσεων γύρω από το πρωτογενές πλεόνασμα και συγχρόνως ανοίγει τη συζήτηση για οριστική λύση στο ζήτημα του ελληνικού χρέους το 85% του οποίου κατέχουν πλέον οι θεσμικοί πιστωτές. Αυτό άλλωστε έχει συμφωνηθεί από το 2012. Αυτή η λύση θα πρέπει να προβλέπει την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής του χρέους και σταθερό επιτόκιο αποπληρωμής, ώστε να γνωρίζει κανείς τι συμβαίνει σε μακροπρόθεσμη βάση. Αν υπάρξει και μείωση του επιτοκίου, θα είναι ικανοποιητική εξέλιξη. Το «κούρεμα» αποτελεί χαμένη υπόθεση, η επαναφορά της οποίας αποδυναμώνει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας. Από εδώ και στο εξής ο δανεισμός από τους εταίρους δημιουργεί πρόβλημα στο ελληνικό κράτος το οποίο θα πρέπει να γνωρίζει πώς αξιολογείται από τις αγορές. Εξάλλου, τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης δεν μπορούν να αναλάβουν κι άλλο βάρος. Πρέπει να αγνοήσουμε τα όποια λάθη του παρελθόντος και να βγούμε μπροστά με σοβαρότητα.
Νίκος Θεοχαράκης
Καθηγητής
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Εθνικό Καποδιστρικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Η επιβεβαίωση από τη Eurostat είναι άνευ σημασίας. Το πρωτογενές πλεόνασμα δεν αποτελεί λόγο να χαίρεται κανείς, δεδομένου ότι το δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 175% του ΑΕΠ. Για να αποπληρωθεί αυτό το χρέος, χρειάζεται ετησίως το 3,5% του ΑΕΠ. Ζητούμενο άλλωστε αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί αυτό το πλεόνασμα. Διότι αν προοριστεί για την αποπληρωμή του χρέους, αυτό θα σημάνει περαιτέρω «τσάκισμα» των κοινωνικών παροχών, την ώρα που είναι φτωχός 1 στους 3 πολίτες. Το ερώτημα που θα πρέπει να απευθύνει κανείς στο υπουργείο Οικονομικών είναι πόσο πρωτογενές πλεόνασμα χρειάζεται προκειμένου να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, οι ανάγκες του οποίου απαιτούν νέο «κούρεμα», ειδάλλως θα περάσουμε σε μία οικονομική κατάσταση - «ζόμπι», με κύριο χαρακτηριστικό τη βαθιά ύφεση. Το αν θα πάμε σε νέο δάνειο από τους εταίρους ή όχι εξαρτάται από το πώς θα κινηθεί η Γερμανία. Αυτά είναι σενάρια τα οποία δεν ελέγχει η ελληνική κυβέρνηση. Το Βερολίνο θα αποφασίσει για πόσο θα μας κρατά διασωληνωμένους σε αυτήν την κατάσταση.
newsroom naftemporiki.gr