Θετική υποδοχή αλλά και επιφυλάξεις από αναλυτές συνιστούν την πρώτη αντίδραση του γερμανικού Τύπου στην ανακοίνωση της Αθήνας για την επικείμενη επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς χρηματαγορές και τις προοπτικές των ελληνικών ομολόγων.
Για «ορόσημο της οικονομικής αποκατάστασης της Ελλάδας» κάνει λόγο η Wall Street Journal Deutschland και επισημαίνει ότι ενισχυτικό για την Ελλάδα είναι και το γεγονός ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει διεθνής ζήτηση για υψηλότερες αποδόσεις, ενώ έχουν περιοριστεί οι ανησυχίες για την κατάσταση στην Ευρωζώνη, γεγονός το οποίο οδηγεί πολλούς επενδυτές και πάλι σε πιο ριψοκίνδυνες επενδύσεις.
Η ανακοίνωση της έκδοσης πενταετούς ομολόγου αποτελεί το βασικό θέμα της ηλεκτρονικής έκδοσης του περιοδικού Spiegel, το οποίο, σε πρακτορειακό δημοσίευμα, αναφέρει ότι οι εκτιμήσεις σχετικά με το επιτόκιο που θα εξασφαλίσει η Αθήνα κάνουν λόγο για ποσοστό 4,75- 5,25%.
«Η Ελλάδα επιστρέφει στις χρηματαγορές» είναι ο τίτλος του βασικού άρθρου της ιστοσελίδας της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Die Zeit» η οποία τονίζει ότι η Ελλάδα προχωρά και οικονομικά προς την έξοδο από την κρίση και μεταφέρει εκτιμήσεις ειδικών για θετικές προοπτικές των ελληνικών ομολόγων, καθώς οι διεθνείς επενδυτές αναζητούν υψηλότερες αποδόσεις.
Επιφυλάξεις
«Ο υποψήφιος για χρεοκοπία επιστρέφει» είναι ο τίτλος ρεπορτάζ της οικονομικής «Handelsblatt» το οποίο αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική της έκδοση μετά την ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών. Θέτοντας, ωστόσο, το ερώτημα «είναι αυτό το τέλος της κρίσης;» απαντά ότι «είναι πολύ νωρίς για πανηγυρισμούς» και επισημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει ότι το επιτόκιο θα είναι χαμηλότερο του 5%.
«Στα ταμεία θα μπουν 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό αμελητέο εάν αναλογιστεί κανείς το τεράστιο βουνό χρέους. Αλλά για τους Έλληνες αυτό αφορά προ πάντων τη δύναμη των συμβολισμών. Γίνεται λόγος για ένα ορόσημο, για ένα βήμα που σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της κρίσης του ευρώ. Οι πανηγυρισμοί, ωστόσο, είναι πρόωροι» αναφέρει η εφημερίδα και ανατρέχει στην αρχή της κρίσης και στις αμφιβολίες των Ευρωπαίων για τη δυνατότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει τα χρέη της.
«Σήμερα η Ελλάδα δεν είναι πολύ καλύτερα. Η χώρα εξακολουθεί να κινείται στα όρια της χρεοκοπίας. Τον Μάιο θα πρέπει να εξυπηρετηθεί χρέος 12,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για να αποφύγει την χρεοκοπία, χρειάζεται η Ελλάδα νέο χρήμα, ίσως και ένα τρίτο πακέτο διάσωσης» τονίζει ο συντάκτης και αναφέρεται στα υψηλά ποσοστά ανεργίας, στην αμφισβήτηση του πρωτογενούς πλεονάσματος από την «Εναλλακτική για την Γερμανία» στη σημερινή γενική απεργία και στο ενδεχόμενο στις ευρωεκλογές να ενισχυθούν τα ριζοσπαστικά κόμματα. «Αποτελεί, λοιπόν, έκπληξη ότι η Ελλάδα μπορεί σε αυτή την κατάσταση να σκεφτεί να βγει στις αγορές με νέα ομόλογα. Και ακόμη πιο παράξενο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι μπορεί να ελπίζει σε υψηλή ζήτηση.
Οι ειδικοί
Σύμφωνα με τους ειδικούς, θα υπάρξουν αρκετοί μεγάλοι επενδυτές οι οποίοι "σκίζονται" για τα νέα ομόλογα» σημειώνεται και παρατίθεται δήλωση του Αλεσάντρο Τζιασάντι, στρατηγικού αναλυτή της ING, ο οποίος τονίζει ότι «πριν από ένα χρόνο ήταν αδιανότητο και τώρα είναι πραγματικότητα».
Ως εξήγηση παρουσιάζεται η αναζήτηση αποδόσεων οι οποίες δεν μπορούν να βρεθούν στα υποτιθέμενα ασφαλή συστήματα. «Η προοπτική απόδοσης 5- 6% κάνει τους επενδυτές προφανώς να ξεχνούν. Η απόδοση του γερμανικού ομολόγου είναι 1,6%» τονίζει ο συντάκτης.
«Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων πέφτουν πολύ ωραία. Η τοποθέτηση δύο ως πέντε ετών με ένα αποδεκτό ποσοστό απόδοσης για την Ελλάδα δεν θα είναι πρόβλημα- εάν δεν συμβεί κάτι κακό» εκτιμά ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank στο Λονδίνο, Χόλγκερ Σμίντινγκ.
«Δεν είναι επιστροφή στην ομαλότητα»
Η ανταπόκριση της «Sueddeutsche Zeitung» από τις Βρυξέλλες έχει τίτλο «Ψεύτικοι πανηγυρισμοί» και κάνει λόγο για προγραμματισμένη επιστροφή στις αγορές η οποία πανηγυρίζεται ως επιστροφή στην ομαλότητα, κάτι που, όμως, όπως υποστηρίζει, δεν ισχύει.
«Ομαλότητα είναι όταν μια χώρα η οποία πρέπει να δανειστεί, μπορεί να επιλέξει τον καλύτερο πιστωτή. Όπως κάνει κάθε πολίτης, κάθε επιχείρηση. Πρέπει ο δανειστής να είναι σταθερός, να προσφέρει χαμηλά επιτόκια και ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής» σημειώνει η συντάκτρια και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, με αυτά τα κριτήρια, ο καλύτερος δανειστής για την Ελλάδα παραμένει το ταμείο διάσωσης του ευρώ, ενώ στις αγορές, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «η κατανόηση και η αλληλεγγύη είναι άγνωστα νομίσματα».
Εάν η Ελλάδα, παρά το βουνό του χρέους, επιστρέψει στις αγορές, γνωρίζοντας καλά ότι εκεί την περιμένουν επιτόκια 5% και διαφορετικές περίοδοι αποπληρωμής, αυτό δεν θα οφείλεται στην επιστροφή στην ομαλότητα, αλλά σε ειδικές συνθήκες, συνεχίζει η αρθρογράφος και προσθέτει:
«Οι ευρω-πιστωτές προτιμούν να μην χορηγήσουν άλλα δάνεια με "σούπερ" όρους. Για αυτούς, πρέπει τώρα να αποδειχθεί ότι η πολιτική διάσωσης που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα ήταν σωστή. Πρέπει να πείσουν για αυτό τους φορολογούμενους στο εσωτερικό, κυρίως στην Γερμανία και ο συντηρητικός πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς θέλει να διασώσει τον κυβερνητικό του συνασπισμό, ο οποίος κυβερνά με πλειοψηφία δύο εδρών, ενόψει εκλογών - κάτι που απασχολεί και τους πιστωτές. Εάν η κυβέρνηση στο τέλος Μαΐου χάσει τις τοπικές ή τις ευρωπαϊκές εκλογές, δύσκολα θα αποφευχθούν πρόωρες βουλευτικές εκλογές. Η Αθήνα θα μπορούσε να μείνει ακυβέρνητη, η Ελλάδα να βυθιστεί εκ νέου στην κρίση, η Ευρωζώνη να τεθεί σε κίνδυνο».
Το σχόλιο ολοκληρώνεται με αναφορά στις εκτιμήσεις της τρόικας για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και καταλήγει καλώντας την καγκελάριο Μέρκελ, με την ευκαιρία της επίσκεψής της στην Αθήνα την Παρασκευή, να εξηγήσει ότι τα πράγματα στην Ελλάδα είναι κάθε άλλο παρά ομαλά ότι η χώρα θα χρειαστεί, πιθανότατα, νέο πακέτο βοήθειας.
«Οι πολίτες νιώθουν αυτό το χάσμα μεταξύ υποσχέσεων και πραγματικότητας. Για αυτό έστω και τώρα απαιτείται μια ελάχιστη δόση ειλικρίνειας εκ μέρους των Ευρωπαίων πολιτικών» επισημαίνεται.
Πηγή: ΑΜΠΕ