Στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) φαίνεται πως βρίσκεται σε εξέλιξη μια μετάλλαξη στα δόγματα της οικονομίας. Οι υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς και αντίπαλοι των κρατικών παρεμβάσεων αρχίζουν να χάνουν έδαφος, σημειώνει η Deutsche Welle σε δημοσίευμά της.
Επί δεκαετίες η αντίληψη των οικονομολόγων κατευθύνονταν από τη νεοφιλελεύθερη σχολή και τις ιδέες του αμερικανού οικονομολόγου και βραβευμένου με Νομπέλ Μίλτον Φρίντμαν. Η σχολή αυτή διατυμπάνιζε την υπεροχή των ελεύθερων αγορών, χωρίς να κρύβει ποτέ τη δυσπιστία της έναντι των κρατικών παρεμβάσεων και των κρατικών πολιτικών αναδιανομής των εισοδημάτων ειδικότερα. Οι υποστηρικτές της ισχυρίζονται ότι η οικονομική πολιτική που έχει αναπτυξιακό και όχι αναδιανεμητικό χαρακτήρα ευνοεί εντέλει και τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες. Αντιθέτως, σύμφωνα με τους ίδιους, η αναδιανομή αποθαρρύνει τα υψηλά εισοδήματα και τις επιχειρήσεις, και αυτό σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, φαίνεται πως κλονίζονται τα θεμέλια του οικονομικού αυτού δόγματος εντός του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον. Πρόσφατα ο Τζόναθαν Όστρι, αναπληρωτής επικεφαλής του τμήματος ερευνών του Ταμείου, εξέδωσε μια νέα μελέτη υπό τον τίτλο "Redistribution, Inequality and Growth", η οποία συγκρίνει για πρώτη φορά ιστορικά δεδομένα από διάφορες χώρες.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας
Συμπέρασμα της έρευνας: η αναδιανομή του εισοδήματος δεν είναι επιζήμια και δεν αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη, εντούτοις μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες μπορούν κάλλιστα να την επηρεάσουν. Έπειτα από φάσεις δημοσιονομικής αναδιανομής, χώρες με χαμηλά επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας εμφανίζουν κατά μέσο όρο μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη σε σύγκριση με εκείνες με ακραία επίπεδα ανισότητας.
Φυσικά και χρειάζονται κίνητρα για να προωθείται η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα, ωστόσο «η υπέρμετρη ανισότητα βλάπτει την ανάπτυξη, επειδή, για παράδειγμα, εμποδίζει την πρόσβαση στο σύστημα υγείας και την εκπαίδευση. Αυτό υπονομεύει την πολιτική και οικονομική σταθερότητα και κατ΄ επέκταση την επενδυτική διάθεση των επιχειρήσεων. Επιπροσθέτως θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική συναίνεση που είναι απαραίτητη σε περιπτώσεις ενός μεγάλου σοκ», επισημαίνουν οι συντάκτες της μελέτης.
Η ομάδα γύρω από τον Τζόναθαν Όστρι υπογραμμίζει ότι από τον όγκο δεδομένων που διέθεταν κατάφεραν να λάβουν υπόψη μόνον τα άμεσα μέτρα αναδιανομής, όπως φόρους και επιδοτήσεις. Εάν λαμβάνονταν υπόψη και άλλες δαπάνες με αναδιανεμητικό χαρακτήρα, όπως κρατικά κονδύλια για τη σχολική εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, τότε ο θετικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη θα ήταν πιθανότατα ακόμη μεγαλύτερος.
Προς αλλαγή πλεύσης;
Τα συμπεράσματα των ειδικών προκαλούν φυσικά ποικίλες αντιδράσεις, καθώς έρχονται σε αντίθεση με τις επικρατούσες θεωρίες και τη βαθιά ριζωμένη (οικονομική) πεποίθηση ότι η αναδιανομή του εισοδήματος είναι σε κάθε περίπτωση επιζήμια.
Οι ειδικοί προειδοποιούν βέβαια ρητά ότι τα αποτελέσματα των ερευνών τους δεν ενδείκνυνται ως «συγκεκριμένες οδηγίες χρήσης για την πολιτική». Γεγονός είναι, όμως, ότι με τη μελέτη αυτή το ΔΝΤ τροφοδότησε τους υποστηρικτές της αναδιανομής με νέα επιχειρήματα. Άγνωστο είναι, όμως, εάν το Ταμείο θα λάβει υπόψη του αυτά τα συμπεράσματα την επόμενη φορά που θα κληθεί να αποφασίσει τους όρους παροχής βοήθειας για μια χώρα.
Πηγή: Deutsche Welle