Ενισχύεται η αβεβαιότητα για την επίτευξη των στόχων του 2014 και αυτό αποδίδεται σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank στο «7 ημέρες οικονομία», στη δυστοκία της λήψης αποφάσεων για το δημοσιονομικό κενό του 2014, όπως επίσης και στην καθυστέρηση εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και του αναμενόμενου δημοσιονομικού αποτελέσματος της πρόσφατης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας
Όπως τονίζει η Eurobank, πέρασε και η τρίτη εβδομάδα του Ιανουαρίου 2014 χωρίς να έχει διαφανεί στον ορίζοντα συμφωνία για τα ανοιχτά θέματα της τρέχουσας αξιολόγησης, η οποία σύμφωνα με το 2ο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2013).
Μάλιστα, όπως εκτιμά η τράπεζα στην ανάλυσή της, η συμφωνία για το δημοσιονομικό κενό του 2014 είναι πιθανό να καθυστερήσει και μετά την 27η Ιανουαρίου 2014 (Eurogroup).
Η Eurobank κάνει αναφορά στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει αντισυνταγματικές τις αναδρομικές περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, γεγονός που όπως λέει, επιβαρύνει με τουλάχιστον €0,1 δισ. το δημοσιονομικό κενό που θα πρέπει να καλυφθεί μέσα στο 2014 ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ στο τέλος της χρονιάς.
Η τράπεζα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου υποστηρίζοντας ότι μια παρόμοια απόφαση για αναδρομική επιστροφή των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις σε δικαστικούς και πανεπιστημιακούς (ανήκουν στην κατηγορία των ειδικών μισθολογίων όπως και οι στρατιωτικοί) έχει αρχίσει να προκαλεί έντονους προβληματισμούς στην κυβέρνηση αφού θα μπορούσε να στοιχίσει τουλάχιστον €1,0 δισ. στον Προϋπολογισμό του 2014.
Υπενθυμίζει δε ότι το αναμενόμενο πλεόνασμα του 2013 ανέρχεται σε περίπου €0,8 δισ. και από αυτό η κυβέρνηση – σύμφωνα με τη σχετική νομοθετική ρύθμιση του τέλους του 2012 – σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το 70% για την ενίσχυση του εισοδήματος κοινωνικών ομάδων με χαμηλό εισόδημα.
Η παραπάνω εξέλιξη, σημειώνεται στην ανάλυση, μπορεί να ακυρώσει στην πράξη μια τέτοια πρωτοβουλία, αφού η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να καταφύγει σε ισοδύναμα φορολογικά μέτρα για να καλύψει το κενό που δημιουργείται.
Η Eurobank υπογραμμίζει ότι η ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης για το δημοσιονομικό κενό του 2014 θα επιτρέψει τον καλύτερο προσδιορισμό του χρηματοδοτικού κενού της συγκεκριμένης χρονιάς και επίσης και τον προσδιορισμό των αντίστοιχων κενών για το 2015 και το 2016. Παράλληλα, όπως επισημαίνει θα επιτρέψει την κατάρτιση και ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2014-17.
Όσον αφορά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις η Eurobank υπενθυμίζει ότι παραμένουν ανοικτά τα εξής ζητήματα:
-
Το 2ο «κύμα» διαθεσιμότητας (12.500 δημόσιοι υπάλληλοι) μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2014 και οι 11.000 αποχωρήσεις από το Δημόσιο μέσα στο 2014.
-
Τις αλλαγές στη νομοθεσία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ώστε να σημειωθεί πρόοδος στην ιδιωτικοποίηση των τραπεζών.
-
Την απελευθέρωση των εμπορικών μισθώσεων. Δεν υπάρχει κάποια πρόοδος στο συγκεκριμένο ζήτημα με την τρόικα να επιμένει στην πλήρη απελευθέρωση των εμπορικών μισθώσεων και την κυβέρνηση να διακρίνει μεταξύ παλαιών και νέων μισθώσεων και να επιμένει στην απελευθέρωση μόνο των νέων μισθώσεων.
-
Την ελαστικοποίηση των ρυθμίσεων για τις απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα..
-
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης που θα εξαλείφει σειρά από περιορισμούς στον ανταγωνισμό σύμφωνα με την πρόσφατη σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ.
Τέλος στην ανάλυση, η τράπεζα βασιζόμενη και στην πρόσφατη, όπως λέει συνέντευξη του κ. Στουρνάρα εκτιμά ότι η πιθανότερη ημερομηνία για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το δημοσιονομικό κενό του 2014 και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι η 17η Φεβρουαρίου 2014 (Eurogroup).
Η δυστοκία στην επίτευξη συμφωνίας (ή ακόμη και στην προοπτική συμφωνίας) για το δημοσιονομικό κενό του 2014, η μη-ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συμπεριλαμβάνονταν στα προαπαιτούμενα για την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου 2013 και η ολοένα εντεινόμενη εκλογολογία των τελευταίων εβδομάδων αυξάνουν την αβεβαιότητα για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, υπογραμμίζεται στην ανάλυση και προστίθεται ότι: «Η αύξηση της αβεβαιότητας αντικατοπτρίζεται τόσο στην αύξηση του κινδύνου της ελληνικής οικονομίας όπως αυτός μετράται από το περιθώριο (spread) μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων όσο και στη σταθεροποίηση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών».