Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Οι πολιτικές υπερφορολόγησης ή της φορολόγησης χωρίς διάλογο της ναυτιλίας θα οδηγήσουν σε αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα της αύξησης των εσόδων από τον εν λόγω κλάδο.
Αυτό το μήνυμα θα επιχειρήσει να περάσει τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών ο Ελληνας υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, με την ευκαιρία ανάληψης της προεδρίας του συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το φορολογικό καθεστώς που διέπει την ελληνική ναυτιλία, όπως επίσης και άλλων χωρών, έχει τεθεί στο στόχαστρο των Βρυξελλών, ενώ παράλληλα η ελληνική ναυτιλία, η μεγαλύτερη στον πλανήτη, δέχεται μία επίθεση -με αφορμή την οικονομική κρίση- από ξένα κέντρα, με στόχο να υπονομευθεί η πρωτοκαθεδρία της και να χάσει έδαφος στη διεθνή ανταγωνιστική σκακιέρα.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης, όπως τονίζει συχνά πυκνά σε συνομιλητές του, θεωρεί ότι η ελληνική ναυτιλία συνεισφέρει στην ελληνική οικονομία σταθερά και ότι παρά την οικονομική κρίση της χώρας άντεξε στο διεθνή ανταγωνισμό. Συναφώς, πιστεύει ο ίδιος ότι οι πολιτικές υπερφορολόγησης ή έστω φορολόγησης χωρίς διάλογο με τους φορείς της ναυτιλίας θα οδηγήσουν σε αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Το ίδιο άλλωστε πρόκειται να υποστηρίξει και να θέσει στους Ευρωπαίους εταίρους για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής ναυτιλίας. Οπως σημειώνει, πρέπει να διαφυλαχθεί και να ενισχυθεί ο πρωταγωνιστικός ρόλος της ευρωπαϊκής ναυτιλίας έναντι των ανταγωνιστών της εκτός της Ε.Ε. και κυρίως αυτών που προέρχονται από την Απω Ανατολή.
Δύο άξονες
Η στρατηγική αυτή προωθείται σε δύο άξονες: αφενός στη στήριξη των θετικών μέτρων προς όφελος της ναυτιλίας στον τομέα της οικονομικής προοπτικής, αφετέρου στην προώθηση, υιοθέτηση και εφαρμογή παγκόσμιων κανόνων μέσω του ΙΜΟ.
Ταυτόχρονα, ο υπουργός Ναυτιλίας πιστεύει ότι το ελληνικό κράτος πρέπει να προστατέψει έναν τομέα που αποτελεί διαχρονικά πυλώνα της ελληνικής οικονομίας και να μην τον οδηγήσει σε συρρίκνωση που, άλλωστε, πολύ θα το ήθελαν χώρες κυρίως της Βόρειας Ευρώπης. Στη βάση των παραπάνω απόψεων δεν είναι τυχαίο ότι παίρνει αποστάσεις και από το συναρμόδιο υπουργό των Οικονομιών Γιάννη Στουρνάρα, οποίος το τελευταίο διάστημα με τις πρωτοβουλίες του σε ό,τι αφορά τη φορολογία της ελληνικής ναυτιλίας έχει προκαλέσει τη μήνιν των εφοπλιστών.
Τελευταίο αγκάθι που προστέθηκε στις σχέσεις του υπουργείου Οικονομικών με τον ελληνικό εφοπλισμό ήταν η πρόβλεψη του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για την καταβολή φόρου και από τους αλλοδαπούς ναυτικούς που επανδρώνουν πλοία με ελληνική σημαία.
Μέχρι τώρα οι αλλοδαποί ναυτικοί εξαιρούνταν από τη φορολογία, ενώ με την τελευταία τροποποίηση του Κώδικα έπαψε να υφίσταται αυτή η εξαίρεση, σύμφωνα με ναυτιλιακούς κύκλους. Στο βαθμό που η ρύθμιση αυτή δεν αλλάξει, αναμένεται να δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα στα υπό ελληνική σημαία πλοία. Οι σχέσεις των εφοπλιστών με τον κ. Στουρνάρα και την κυβέρνηση έχουν διαταραχθεί μετά την πρωτοβουλία του ΥΠΟΙΚ να καταστήσει με νόμο στη Βουλή υποχρεωτική την εθελοντική συνεισφορά των Ελλήνων εφοπλιστών για τρία χρόνια στο δημόσιο προϋπολογισμό.
Εκτός της ρύθμισης που κατέστησε υποχρεωτική την εθελοντική εισφορά των πλοιοκτητών, πρόσφατα επιβλήθηκε φόρος ίδιος με αυτόν που αφορά στα υπό ελληνική σημαία πλοία και σε όλες τις διαχειρίστριες εταιρείες πλοίων που έχουν έδρα τους την Ελλάδα (εταιρείες του άρθρου 25 του ν.27/75).
Ο αριθμός των εγκατεστημένων εταιρειών που λειτουργούν στην Ελλάδα σήμερα βάσει του ανωτέρω συστήματος, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Ναυτιλίας & Αιγαίου, ανέρχεται σε 1.323 (Νόμος 27/75, άρθρο 25). Ο αριθμός αυτός παρουσιάζει σχετική σταθερότητα την τελευταία τριετία. Από τα στοιχεία δραστηριότητας που κατέθεσαν οι εταιρείες προκύπτει ότι 694 εταιρείες δραστηριοποιήθηκαν στον τομέα της διαχείρισης πλοίων και 629 εταιρείες δραστηριοποιήθηκαν στον τομέα των ναυλώσεων και άλλων ναυτιλιακών εργασιών.
ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΟΣ - [email protected]