Ο αρμόδιος επίτροπος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Ολι Ρεν, σε δηλώσεις του μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων για την Ευρωζώνη, που δείχνουν ότι η οικονομία της βαίνει στο δρόμο της ανάκαμψης, εξέφρασε την ελπίδα ότι δεν θα υπάρξουν πρόωρες, «αυτοσυγχαρητήριες δηλώσεις» που θα υποστηρίζουν ότι «η κρίση τέλειωσε».
«Οι ενδείξεις ανάπτυξης είναι ακόμη εύθραυστες», είπε. «Χρειάζεται», πρόσθεσε, «να διατηρήσουμε τον ίδιο ρυθμό στην εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, να ανακτήσουμε τον έλεγχο του βουνού του χρέους, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού, και να οικοδομήσουμε τους πυλώνες μιας αληθινής οικονομικής και νομισματικής ένωσης».
Οι επισημάνσεις έχουν μεγάλη σημασία και για τη χώρα μας, καθώς η σημειωθείσα το β’ τρίμηνο επιβράδυνση του ρυθμού της ύφεσης έδωσε σε ορισμένους οικονομικούς παράγοντες την αίσθηση ότι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας και ότι τα δύσκολα είναι πίσω.
Η εκτίμηση αυτή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μέχρι στιγμής, καθώς υπάρχουν εξελίξεις και δεδομένα που δεν επιτρέπουν εφησυχασμό. Ούτε η δημοσιονομική εξυγίανση ολοκληρώθηκε και, το κυριότερο, οι διαρθρωτικές αλλαγές σε πολλούς τομείς τώρα αρχίζουν, οπότε είναι δύσκολο να εξαχθεί συμπέρασμα για την αποτελεσματικότητά τους.
Ας μη λησμονούμε ότι, με βάση τις προβλέψεις στην αρχή του προγράμματος, από πέρυσι, η χώρα μας θα έπρεπε να εμφανίσει πολύ βελτιωμένους οικονομικούς δείκτες, όμως οι εκτιμήσεις αυτές αποδείχθηκαν εσφαλμένες. Η Ελλάδα δεν έχει πολλούς δρόμους να επιλέξει. Ενας είναι και δύσβατος, αυτός της υλοποίησης του δημοσιονομικού προγράμματος με τις δεκάδες μεταρρυθμίσεις σε όλους σχεδόν τους τομείς.
Η επιλογή έχει γίνει, μπορεί να μην προσμετρήθηκε στην πλήρη λεπτομέρεια το κόστος, όμως τα μέτρα υλοποίησης και έγιναν αποδεκτά από την κυβέρνηση και έχουν νομοθετηθεί. Αν δεν υλοποιηθούν -με ενδεχόμενες αλλαγές οι οποίες θα συμφωνηθούν με την τρόικα-, η χώρα δεν πρόκειται να εξαλείψει το έλλειμμα αξιοπιστίας, το οποίο αποτελεί τροχοπέδη στις σχέσεις της με το εξωτερικό, τους εταίρους, αλλά και στο εσωτερικό.
Οσο η Ελλάδα θεωρείται χώρα-παράδειγμα δημοσιονομικού εκτροχιασμού και αμφισβητούνται οι δυνατότητες περαιτέρω ουσιαστικής προόδου της δημοσιονομικής εξυγίανσης και ανάκαμψης (που θα στηρίξει την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους στο μέλλον), η προσέλκυση ξένων επενδύσεων για την αξιοποίηση των εν δυνάμει πλεονεκτημάτων θα παραμένει προβληματική ή θα είναι δυνατή μόνο υπό ασύμφορους οικονομικούς όρους, υποστήριξε πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος.
Τηρουμένων των αναλογιών, το ίδιο αντικίνητρο αφορά και στην ανάληψη εγχώριων επενδυτικών πρωτοβουλιών, αν και υπάρχουν παραδείγματα επιχειρήσεων, που τολμούν μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και σημειώνουν επιτυχίες στην εξωτερική αγορά. Εχει δίκιο ο αρμόδιος Επίτροπος όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο υποδεχόμαστε κάθε φορά τη βελτίωση ή τη χειροτέρευση των οικονομικών στοιχείων.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΛΑΚΟΥΤΣΗΣ - [email protected]