Την έντονη αντίθεσή του στην πρόθεση της κυβέρνησης να άρει γενικώς ή εν μέρει την αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας του εξέφρασε ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας.
Όπως επισημαίνεται στην απόφαση του Συλλόγου, εάν υλοποιηθεί η πρόθεση της κυβέρνησης, εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες θα οδηγηθούν στην πλήρη εξαθλίωση, στην απόλυτη καταστροφή ή ακόμα και στην αυτοκτονία.
«Το δικαίωμα στην κατοικία δεν αποτελεί απλώς και μόνο την πλέον θεμελιώδη έκφανση του πυρήνα του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, αλλά είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με την ίδια την αξία του ανθρώπου, καθόσον άνθρωπος χωρίς στέγη δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απολαμβάνει ούτε καν τις στοιχειώδεις εγγυήσεις μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης που προσιδιάζουν σε ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος δικαίου», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση.
Τα μέλη του ΔΣ του Συλλόγου αναφερόμενοι στις Τράπεζες, διευκρινίζουν πως επί σειρά δεκαετιών καταρτίζουν μόνες τους, «κατά τρόπο απολύτως αν(εξ)έλεγκτο, τις δανειακές συμβάσεις με τους πολίτες, εκμεταλλευόμενες την ανάγκη ή την άγνοια των τελευταίων και χρησιμοποιώντας «ψιλά γράμματα» προς το σκοπό της υπερχρέωσής τους. Σήμερα, σε μία περίοδο κατά την οποία η κρίση που βιώνει ο λαός μας βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της και μάλιστα χωρίς καμία ουσιαστική προοπτική ανάκαμψης στο εγγύς μέλλον, οι τράπεζες δεν αρκούνται στην κατάσχεση όλων των άλλων περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών αλλά, μέσω των εκπροσώπων τους στο πολιτικό σύστημα, επιζητούν να εκπλειστηριάσουν μέχρι και την πρώτη κατοικία τους, ακόμα κι αν, δεδομένης της οικονομικής συγκυρίας, αυτό σημαίνει εκποίησή της σε απολύτως εξευτελιστικές τιμές».
Ο Δικηγορικός Σύλλογος καλεί όλους τους πολίτες να εναντιωθούν έτσι ώστε να αποφευχθεί μία τραγωδία «απλώς και μόνο χάριν της περαιτέρω αύξησης των κερδών των διεθνών και εγχώριων οικονομικών συμφερόντων, που όλα αυτά τα χρόνια κερδοσκοπούσαν και εξακολουθούν να κερδοσκοπούν σε βάρος ολόκληρου του ελληνικού λαού. Οι εγκάθετοι των τραπεζών στην κυβέρνηση πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουν ότι, καταδικάζοντας τους πολίτες στην έσχατη ένδεια, αφενός δημιουργούν συνθήκες κοινωνικής εξέγερσης – από την οποία δεν θα γλιτώσουν ούτε οι ίδιοι ούτε τα συμφέροντα που εκπροσωπούν – και αφετέρου ενθαρρύνουν την άνοδο των άκρων του πολιτικού συστήματος με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και το συνταγματικό μας πολιτισμό.»