Ο τρόπος που αντιδρά η ελληνική πολιτική διοίκηση, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, είναι απολύτως προβλέψιμος. Θα μπορούσε να προσθέσει κανείς, διασκεδαστικά προβλέψιμος, αλλά οι επιπτώσεις της προχειρότητας στη μεθοδολογία των επιλογών και της λήψης αποφάσεων, με προφανή ωφελιμιστικά κριτήρια, είναι πολύ επίπονες για τους περισσότερους.
Ετσι, ο χαρακτηρισμός «διασκεδαστικά προβλέψιμος» δίνει τη θέση του στον πιο δόκιμο για την περίσταση, «ανατριχιαστικά προβλέψιμος». Πριν από λίγες ημέρες, μία εβδομάδα συγκεκριμένα, σημειώναμε από αυτή εδώ τη στήλη: «Οι συζητήσεις που ανοίγουν τώρα με την τρόικα σχετίζονται με θέματα από εκείνα που είτε κάνουν τα πολιτικά χαμόγελα να παγώνουν είτε δοκιμάζουν αλύπητα και σκληρά τις διοικητικές και δημιουργικές υπουργικές ικανότητες: Αποχωρήσεις από το Δημόσιο, αναδιοργάνωση δημόσιας διοίκησης και φορολογική μεταρρύθμιση.
Δεδομένης της ατζέντας των συζητήσεων είναι πολύ πιθανόν ότι, στο τέλος, οι άνθρωποι της τρόικας θα σηκωθούν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων έχοντας πάρει όχι τις διαρθρωτικές αλλαγές που ζητούν, αλλά -τι πρωτότυπο!- κάποιους νέους φόρους. Μπορεί να έχουν διαμηνύσει ότι η οικονομία δεν σηκώνει νέους τυφλούς φόρους, αλλά αυτό το λένε εδώ και τρία χρόνια και, στο τέλος κάθε συζήτησης, το βάρος πέφτει και πάλι στην επιπλέον φορολόγηση των γνωστών πηγών που έχουν ήδη στερέψει».
Αφού για λίγες ημέρες το θέμα των πιθανών αποχωρήσεων από το Δημόσιο έδειξε, θεωρητικά, να μονοπωλεί τις συζητήσεις και δεν έγινε καμία κουβέντα περί διοικητικής αναδιάρθρωσης ή φορολογικής μεταρρύθμισης, φαίνεται να καταλήγουμε σε γρήγορες συμβιβαστικές λύσεις -πάντα ο χρόνος πιέζει- καθώς ο πρωθυπουργός πρέπει να εμφανιστεί στη Σύνοδο Κορυφής, στο τέλος της εβδομάδας, έχοντας τη βούλα της τρόικας σε ό,τι αφορά την πρόοδο του ελληνικού προγράμματος.
Αφού στα διαρθρωτικά δεν τα πάμε και τόσο καλά, θα δώσουμε κάτι που μετριέται άμεσα σε χρήμα. Ετσι, φαίνεται ότι θα παραμείνουμε για τουλάχιστον ένα ακόμη χρόνο στο «φόρο Βενιζέλου», το γνωστό ως «χαράτσι», που εισπράττεται μέσω της ΔΕΗ. Δεν έχει σημασία αν είναι ένας «τυφλός» φόρος χωρίς υποψία κοινωνικής δικαιοσύνης και φορολογικής ισότητας και σχεδόν όλοι -και η τρόικα- έχουν διατυπώσει επιχειρήματα εναντίον του. Διαθέτει σημαντικά προσόντα, αφού είναι άμεσης απόδοσης και αποδεδειγμένης αποτελεσματικότητας και συνολικά αποφέρει στα δημόσια ταμεία πολύ περισσότερα από όσα θα έφερνε ένας ενιαίος και καλύτερα οργανωμένος στη συγκρότησή του φόρος ακινήτων. Επιπλέον, προσφέρει άλλοθι «μη λήψης μέτρων», αφού δεν είναι καινούργιος φόρος αλλά ένας παλαιός που δεν καταργείται, όπως είχε προγραμματιστεί. Συνηθισμένες ιστορίες πολιτικής αδιαφορίας.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]