Τον κώδωνα του κινδύνου για το κόστος της κλιματικής αλλαγής στην ελληνική οικονομία, εάν δεν υπάρξει δράση για την αντιμετώπισή της, κρούει η Τράπεζα της Ελλάδας. Σε σχετική μελέτη, η σωρευτική ζημία μέχρι και το 2100 υπολογίζεται πως θα φθάσει τα 701 δισ. ευρώ, θα ισοδυναμεί δηλαδή με το τριπλάσιο του σημερινού ετήσιου ΑΕΠ της χώρας.
Στη μελέτη για τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, που παρουσιάστηκε σήμερα σε ειδική εκδήλωση της ΤτΕ στο Μέγαρο Μουσικής, υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα να υπάρξει συνεχής προσπάθεια δραστικής μείωσης των εκπομπών στην Ελλάδα και σε παγκόσμιο επίπεδο από σήμερα και μέχρι το 2050 και στη συνέχεια μέχρι το 2100.
Το κόστος για την ελληνική οικονομία των μέτρων δραστικής μείωσης των εκπομπών εκτιμήθηκε ότι σωρευτικά φθάνει τα 113 δισ. ευρώ μέχρι το 2050 και συνολικά τα 142 δισεκ. ευρώ μέχρι το 2100, ισοδυναμεί δηλαδή με περισσότερο από το ήμισυ του σημερινού ετήσιου ΑΕΠ.
Οι ειδικοί που εκπόνησαν τη μελέτη αναφέρουν πάντως πως το όφελος για την οικονομία θα είναι πολλαπλάσιο, γιατί ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής, αν η μείωση των εκπομπών γίνει σε παγκόσμιο επίπεδο, θα περιορίσει το κόστος των αρνητικών συνεπειών της για την ελληνική οικονομία σχεδόν κατά 60% (σε 294 δισ. ευρώ σωρευτικά έως το 2100, έναντι 701 δισ. ευρώ σε περίπτωση μη δράσης).
Αποτιμήθηκε τέλος το κόστος προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, που αντιστοιχεί σε μακροχρόνιο πρόγραμμα επενδύσεων σε πολλούς τομείς για την προστασία από τις ζημίες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Το σύνολο των επενδύσεων και άλλων δαπανών που θα απαιτηθούν συνολικά μέχρι το 2100 φθάνει τα 67 δισ. ευρώ, δηλ. ισοδυναμεί περίπου με το 1/3 του σημερινού ετήσιου ΑΕΠ.
Οι επενδύσεις αυτές, σε έργα υποδομής στους τομείς της γεωργίας, των μεταφορών, των δασών, του τουρισμού, καθώς και στις παράκτιες περιοχές και στο δομημένο περιβάλλον σε αστικές περιοχές, δεν εξαλείφουν το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, ούτε εκμηδενίζουν τις επιπτώσεις του, τις περιορίζουν όμως σημαντικά. Εκτιμήθηκε ότι οι επενδύσεις σε μέτρα προσαρμογής θα διασφαλίσουν μείωση του κόστους από την κλιματική αλλαγή σχεδόν κατά 30% (σε 510 δισεκ. ευρώ σωρευτικά έως το 2100, έναντι 701 δισεκ. ευρώ σε περίπτωση μη δράσης): η μείωση αυτή ισοδυναμεί σχεδόν με το σημερινό ετήσιο ΑΕΠ.
Η πολιτική προσαρμογής έχει προληπτικό χαρακτήρα και είναι σε κάθε περίπτωση σκόπιμη εν όψει της μεγάλης αβεβαιότητας σχετικά με την αποτελεσματικότητα της παγκόσμιας προσπάθειας για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής μέσω της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.