Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Σε νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ, η οποία ανέρχεται μεσοσταθμικά στο 13% και φθάνει συνολικά έως και το 40% περίπου για εκατομμύρια φυσικά και νομικά πρόσωπα με ακίνητη περιουσία συνολικής αξίας μέχρι 400.000 ευρώ, προχωρά η κυβέρνηση.
Το όφελος των φορολογουμένων αυτών από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ εντός του τρέχοντος έτους υπολογίζεται σε 350 εκατ. ευρώ, καθώς το συνολικό ποσό που εκτιμάται ότι θα εισπραχθεί φέτος από την επιβολή του συγκεκριμένου φόρου ανέρχεται σε 2,23 εκατ. ευρώ, ενώ πέρυσι είχε φθάσει τα 2,58 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, οι μειώσεις περιορίζονται για ακίνητη περιουσία άνω των 400.000 ευρώ και προκύπτουν επιβαρύνσεις. Σε κάθε περίπτωση, η ελάφρυνση ή η επιβάρυνση με τον νέο και τον ισχύοντα τρόπο υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ εξαρτάται και από τις μεταβολές των αντικειμενικών αξιών ανά περιοχή.
H νέα -μεσοσταθμική- μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 13% θα προκύψει από τις αλλαγές στη νομοθεσία για τον υπολογισμό του φόρου, τις οποίες προβλέπουν τα άρθρα 40 έως και 49 ενός νέου πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο κατατέθηκε χθες στη Βουλή. Οι διατάξεις του πολυνομοσχεδίου αναμένεται να έχουν ψηφιστεί έως το τέλος του τρέχοντος μηνός, προκειμένου τον Απρίλιο να εκδοθούν και να κοινοποιηθούν στους φορολογουμένους -από την ΑΑΔΕ- τα εκκαθαριστικά σημειώματα για την πληρωμή του ΕΝΦΙΑ και η πρώτη δόση του φόρου να καταστεί δυνατό να καταβληθεί εντός του Μαΐου.
Όπως έχει επισημάνει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, με τις νέες αντικειμενικές αξίες επήλθε αύξηση των τιμών στο 60% των ζωνών. Χάρη στις παρεμβάσεις που γίνονται με το νομοσχέδιο στον τρόπο υπολογισμού του βασικού φόρου των κτισμάτων, στο 65% των προϋπαρχουσών ζωνών ο φόρος θα μειωθεί, στο 34% ο φόρος θα παραμείνει αμετάβλητος και μόνον στο 1% των ζωνών θα σημειωθεί αύξηση φόρου. Μειώσεις θα ισχύσουν και για τα οικόπεδα, όπου το 91% των φορολογουμένων αναμένεται να λάβει «ελαφρύτερα» εκκαθαριστικά.
Πιο αναλυτικά, οι αλλαγές που επέρχονται στη νομοθεσία για τον ΕΝΦΙΑ είναι οι εξής:
- Αλλάζει ριζικά η κλίμακα υπολογισμού του βασικού φόρου για τα κτίσματα. Συγκεκριμένα, μειώνονται οι συντελεστές του κύριου φόρου για τους ιδιοκτήτες με ακίνητα σε περιοχές όπου οι τιμές ζώνης φθάνουν μέχρι τα 4.000 ευρώ ανά τ.μ. και ενοποιούνται κλιμάκια, για μικρές και μεσαίες τιμές ζώνης στα κτίσματα. Για όσους έχουν ακίνητα σε περιοχές με τιμές ζώνης από 4.001 έως 4.500 ευρώ ο συντελεστής του βασικού φόρου παραμένει αμετάβλητος, ενώ για τους έχοντες ακίνητα σε περιοχές με τιμές ζώνης άνω των 4.500 ευρώ ανά τ.μ. οι συντελεστές του βασικού φόρου αυξάνονται. Οι αλλαγές αυτές αφορούν και τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο συντελεστής του βασικού φόρου κτισμάτων για τιμή ζώνης από 1.051 έως 1.500 ευρώ/τ.μ. διαμορφώνεται σε 2,80 ευρώ/τ.μ. αντί 3,70 που ισχύει σήμερα, δηλαδή μειώνεται κατά 27%. Για τιμή ζώνης από 1.501 έως 2.500 ευρώ ο συντελεστής διαμορφώνεται σε 3,70 ευρώ/τ.μ., ενώ με το ισχύον καθεστώς για τιμή ζώνης από 1.501 έως 2.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 4,5 ευρώ/τ.μ. και από 2.001 έως 2.500 είναι 6. Για ορισμένα κτίσματα των οποίων οι τιμές ζώνης ανέρχονται σε 1.100 ευρώ ανά τ.μ. και 2.050 ευρώ ανά τ.μ. θα ισχύουν ακόμη πιο χαμηλοί συντελεστές κύριου φόρου, καθώς τα ακίνητα αυτά θα κατατάσσονται σε χαμηλότερα κλιμάκια.
- Μειώνονται οι συντελεστές σε όλα τα κλιμάκια υπολογισμού του φόρου των οικοπέδων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για αξία οικοπέδου από 75 έως 100 ευρώ ανά τ.μ. ο συντελεστής διαμορφώνεται σε 0,0375 αντί για 0,1850, δηλαδή μειώνεται κατά 80%.
- Επέρχεται αύξηση των συντελεστών έκπτωσης του φόρου των φυσικών προσώπων για τη μικρομεσαία ιδιοκτησία συνολικής αξίας μέχρι 150.000 ευρώ. Για ιδιοκτησίες συνολικής αξίας πάνω από 150.000 ευρώ και μέχρι 250.000 ευρώ η έκπτωση φόρου παραμένει αμετάβλητη. Για ιδιοκτησίες αξίας άνω των 250.000 ευρώ και μέχρι 400.000 ευρώ οι συντελεστές έκπτωσης φόρου μειώνονται, ενώ για περιουσίες αξίας άνω των 400.000 ευρώ καταργούνται οι εκπτώσεις φόρου. Συγκεκριμένα τα ποσοστά των εκπτώσεων φόρου διαμορφώνονται σε: - 30% για περιουσία συνολικής αξίας έως 100.000 ευρώ, όσο και σήμερα για περιουσία αξίας μέχρι 60.000 ευρώ και έναντι 27% που ισχύει σήμερα για περιουσία αξίας από 60.000,01 έως 70.000 ευρώ, 25% που ισχύει σήμερα για περιουσία αξίας από 70.000,01 έως 80.000 ευρώ και 20% που ισχύει σήμερα για περιουσία αξίας άνω των 80.000 ευρώ - 25% για περιουσία συνολικής αξίας πάνω από 100.000 ευρώ και μέχρι 150.000 ευρώ, αντί για 20% που ισχύει σήμερα - 20% για περιουσία συνολικής αξίας πάνω από 150.000 και μέχρι 250.000 ευρώ, όσο και με το ισχύον σήμερα σύστημα - 15% για περιουσία συνολικής αξίας πάνω από 250.000 ευρώ και μέχρι 300.000 ευρώ, αντί για 20% που ισχύει σήμερα - 10% για περιουσία συνολικής αξίας πάνω από 300.000 ευρώ και μέχρι 400.000 ευρώ, αντί 20% που ίσχυε μέχρι σήμερα - 0% (μηδενική έκπτωση) για περιουσία αξίας πάνω από 400.000 ευρώ έναντι 20% που ίσχυε μέχρι σήμερα για περιουσία αξίας μέχρι 1.000.000 ευρώ και 10% για περιουσία αξίας άνω του 1.000.000 ευρώ.
- Προβλέπεται περαιτέρω προσαύξηση του συνολικού ΕΝΦΙΑ φυσικών προσώπων που προκύπτει από το νέο σύστημα υπολογισμού για κάθε ιδιοκτήτη ακίνητης περιουσίας συνολικής αξίας άνω των 500.000 ευρώ. Η προσαύξηση διαμορφώνεται ανάλογα με τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας ως εξής: α) για αξία ακίνητης περιουσίας έως και 650.000 ευρώ, κατά ποσοστό 5%, β) για αξία ακίνητης περιουσίας έως και 800.000 ευρώ, κατά ποσοστό 10%, γ) για αξία ακίνητης περιουσίας έως και 1.000.000 ευρώ, κατά ποσοστό 15%, δ) για αξία ακίνητης περιουσίας από 1.000.000,01 ευρώ και άνω, κατά ποσοστό 20%.
- Η καταβολή του φόρου προβλέπεται να γίνει τμηματικά, σε δέκα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τον Μάιο του τρέχοντος έτους έως και τον Φεβρουάριο του 2023.
- Τροποποιείται το καθεστώς των εισοδηματικών κριτηρίων χορήγησης απαλλαγών στον ΕΝΦΙΑ, ώστε η έκπτωση κατά 50% στον συνολικό ΕΝΦΙΑ που ισχύει για φορολογούμενους με χαμηλά εισοδήματα, καθώς και η πλήρης απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ που ισχύει για πολυτέκνους και αναπήρους με χαμηλά εισοδήματα να υπολογιστεί με βάση τα εισοδήματα του 2020 που δηλώθηκαν πέρυσι στην ΑΑΔΕ.
Από τις παραπάνω αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ αναμένεται να ωφεληθούν περισσότεροι από 5.000.000 φορολογούμενοι με αστική ακίνητη περιουσία (κτίσματα και εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών εκτάσεις γης) συνολικής αντικειμενικής αξίας μέχρι 400.000 ευρώ. Όσοι έχουν αστική ακίνητη περιουσία συνολικής αντικειμενικής αξίας άνω των 400.000 ευρώ, θα κληθούν να καταβάλουν επιπλέον φόρο λόγω της αύξησης των συντελεστών υπολογισμού του κύριου φόρου για ακίνητα με τιμές ζώνης άνω των 4.500 ευρώ, λόγω της επιβολής προσαύξησης 5%-20% στον κύριο φόρο αλλά και εξαιτίας της επιβολής επιπλέον φόρου για κάθε ακίνητο αξίας άνω των 400.000 ευρώ.
Στον κύριο ο συμπληρωματικός φόρος για τα φυσικά πρόσωπα
Ο συμπληρωματικός φόρος επιβάλλεται σήμερα στη συνολική αξία της αστικής ακίνητης περιουσίας (κτισμάτων και εντός σχεδίου εδαφικών εκτάσεων) που κατέχει ένα φυσικό πρόσωπο εφόσον η αξία αυτή υπερβαίνει τα 250.000 ευρώ. Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστές κλιμακούμενους από 0,15% έως 1,15% και κυμαίνεται, ενδεικτικά, από 75 ευρώ για περιουσία συνολικής αξίας 300.000 ευρώ έως 16.225 ευρώ για περιουσία συνολικής αξίας 2.000.000 ευρώ.
Ο φόρος αυτός για τα φυσικά πρόσωπα καταργείται και επιβάλλεται επιπλέον φόρος -υπό μορφή προσαύξησης του κύριου φόρου- ξεχωριστά επί της αξίας κάθε ακινήτου, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη των 400.000 ευρώ και εφόσον ο φορολογούμενος κατέχει αστική ακίνητη περιουσία (κτίσματα και εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών εδαφικές εκτάσεις) συνολικής αντικειμενικής αξίας άνω των 300.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση ακινήτου αντικειμενικής αξίας άνω των 400.000 ευρώ (υποκείμενου στον νέο αυτό φόρο) στο οποίο υπάρχει συνιδιοκτησία ή υπάρχουν περισσότερα από ένα εμπράγματα δικαιώματα κατανεμημένα σε περισσότερα του ενός πρόσωπα (π.χ., ο πατέρας έχει την επικαρπία και το τέκνο την ψιλή κυριότητα) ο επιπλέον φόρος θα υπολογίζεται στο 100% της αξίας της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και εν συνεχεία θα επιμερίζεται στο κάθε πρόσωπο ανάλογα με το ποσοστό της αξίας που κατέχει. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποτραπούν μεθοδεύσεις φοροαποφυγής, οι οποίες μπορεί να έχουν τη μορφή του «σπασίματος» της αξίας του ακινήτου σε περισσότερα του ενός πρόσωπα -μέσω της μεταβίβασης ποσοστών συνιδιοκτησίας ή μέσω της μεταβίβασης της ψιλής κυριότητας- κατά τέτοιον τρόπο ώστε στο κάθε πρόσωπο να αντιστοιχεί δικαίωμα επί του ακινήτου αξίας κάτω των 400.000 ευρώ και, έτσι, να μην επιβάλλεται ο επιπλέον φόρος.
Ο υπολογισμός του επιπλέον ΕΝΦΙΑ (που αντικαθιστά τον συμπληρωματικό φόρο) θα γίνεται με βάση μια νέα κλίμακα, στην οποία τα πρώτα 400.000 ευρώ αντικειμενικής αξίας του κάθε ακινήτου θα είναι αφορολόγητα. Πάνω από το όριο αξίας των 400.000 ευρώ θα εφαρμόζονται κλιμακωτά, ανά 100.000 ευρώ αξίας και μέχρι το όριο αξίας του 1.000.000 ευρώ συντελεστές φόρου κυμαινόμενοι από 0,2% έως 0,7%.