Ο κλάδος του παγωτού χαρακτηρίζεται από έντονη εποχικότητα ζήτησης. Οι κλιματολογικές συνθήκες και η τουριστική κίνηση αποτελούν δύο σημαντικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την κατανάλωσή του, επισημαίνει η ICAP σε σχετική έρευνα:
Ο αριθμός των επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται στον κλάδο είναι μεγάλος, ωστόσο η αγορά ελέγχεται από λίγες επιχειρήσεις, οι οποίες διαθέτουν κυρίως επώνυμα προϊόντα και καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης. Ο ανταγωνισμός που επικρατεί στην αγορά είναι έντονος και οξύνεται συνεχώς, καθώς η εγχώρια κατανάλωση δεν εμφανίζει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης βραχυπρόθεσμα. Οι μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις διαθέτουν αναπτυγμένα δίκτυα διανομής σε όλη τη χώρα και, επιπλέον, διατηρούν σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό, τον οποίο ανανεώνουν τακτικά, ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις απαιτήσεις και τα νέα δεδομένα που προκύπτουν στην αγορά. Παράλληλα επενδύουν στο τομέα του marketing και στην προβολή, προκειμένου να ενισχύσουν την αναγνωρισιμότητα των εμπορικών τους σημάτων. Επίσης, μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, σε ορισμένες περιπτώσεις, προβαίνουν σε συνεργασίες, εξαγορές και συγχωνεύσεις με άλλες εταιρείες ειδών διατροφής.
Στον κλάδο του παγωτού, εκτός από τις μεγάλου μεγέθους παραγωγικές μονάδες δραστηριοποιούνται και πολλές μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις. Το πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις αυτές εστιάζεται στην έλλειψη κεφαλαίων για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό, για την αναβάθμιση των παραγωγικών τους εγκαταστάσεων και την τυποποίηση των προϊόντων που παράγουν. Κυρίως όμως αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην ανάπτυξη ενός εκτεταμένου δικτύου διανομής, με αποτέλεσμα να διοχετεύουν τα προϊόντα τους κυρίως ή αποκλειστικά σε τοπικές αγορές.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η συνολική εγχώρια αγορά παγωτού παρουσίασε διακυμάνσεις την περίοδο 1997-2006. Το 2006, μετά την ελαφρά υποχώρηση της περιόδου 2004-2005, εμφάνισε άνοδο 2,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα τυποποιημένα παγωτά (ατομικά και οικογενειακά) κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κατανάλωσης το 2006 με ποσοστό της τάξης του 76% έναντι του μη τυποποιημένου παγωτού (χύμα) που κατέλαβε το 24% περίπου. Όσον αφορά τα τυποποιημένα παγωτά, εκτιμάται ότι τα ατομικά παγωτά απέσπασαν μερίδιο 51% περίπου το 2006, ενώ τα οικογενειακά απέσπασαν μερίδιο της τάξης του 25%.
Σημαντική εξέλιξη στον τομέα του παγωτού αποτελούν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (private label), τα οποία εμφανίζουν ανοδικές πωλήσεις τα τελευταία χρόνια και κατέχουν αξιόλογη θέση στις προτιμήσεις των καταναλωτών. ¶λλη μια τάση που διαπιστώνεται τελευταία είναι εκείνη της αύξησης της κατανάλωσης παγωτού στο σπίτι, ανεξαρτήτως καναλιού διανομής. Η τάση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι, τα παιδιά και γενικά οι νέοι που αποτελούν μια σημαντική κατηγορία καταναλωτών για τις εταιρίες του κλάδου, αφιερώνουν όλο και μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους στο σπίτι, ενώ παράλληλα ο ελεύθερος χρόνος του μέσου ανθρώπου συνεχώς και περιορίζεται.
Σχετικά με την εξέλιξη του κλάδου, αναμένεται ότι το συνολικό μέγεθος της αγοράς παγωτού θα εμφανίσει ελαφρώς ανοδική τάση τη διετία 2007-2008, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 1%-3% (σε ποσότητα). Καθοριστικός παράγοντας για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου είναι η αλλαγή της αντίληψης που έχουν οι καταναλωτές για το παγωτό και την κατανάλωση του εκτός θερινής περιόδου. Όσον αφορά τη δομή του κλάδου, προβλέπεται περαιτέρω ενδυνάμωση των μεγάλων επιχειρήσεων σε βάρος των μικρών βιοτεχνικών μονάδων.
Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση αντιπροσωπευτικού δείγματος 10 επιχειρήσεων για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για το χρονικό διάστημα 2004-2005. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε αύξηση 0,95% το 2005 σε σχέση με το 2004. Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων αυξήθηκε κατά 2,73% έναντι του προηγούμενου έτους, ενώ οι συνολικές πωλήσεις σημείωσαν ποσοστιαία μείωση 1,5% σε σχέση με το 2004. Το μικτό περιθώριο μειώθηκε κατά 1,90%, ενώ το λειτουργικό περιθώριο μειώθηκε κατά 26,41% την περίοδο 2005/2004. Τελικά, το συνολικό καθαρό αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του δείγματος το 2005 υποχώρησε κατά 4,76% έναντι του 2004.