Η πανδημία του Covid-19 βυθίζει στο χάος την τουρκική οικονομία, με τα στοιχεία να δείχνουν τους ταχύτερους ρυθμούς αύξησης επιβεβαιωμένων κρουσμάτων παγκοσμίως. Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, αντιστέκεται στις εκκλήσεις επιστημονικού προσωπικού και αντιπολίτευσης για επιβολή αυστηρότερων περιορισμών, όπως ένα γενικευμένο lockdown, επιμένοντας ότι «τα γρανάζια της οικονομίας πρέπει να συνεχίσουν να γυρίζουν». Μπορεί ο σουλτάνος να τα βάλει με τον κορωνοϊό ή θα αναγκασθεί να στραφεί σε εναλλακτικές που έως τώρα φαντάζουν αδιανόητες, όπως η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο;
Η τουρκική οικονομία δεν είχε ανακάμψει πλήρως από τη συναλλαγματική κρίση του 2018 όταν δέχθηκε το χτύπημα από τον Covid-19, με οικονομολόγους και στρατηγικούς αναλυτές να θεωρούν ότι είναι αναπόφευκτη μια ύφεση.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας ενισχύει σταδιακά τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας, με αναστολή διεθνών πτήσεων, κλείσιμο συνόρων και απαγόρευση εσωτερικών μετακινήσεων, κοινωνικών συναθροίσεων και συγκεντρώσεων σε θρησκευτικούς τόπους λατρείας. Παράλληλα, έκλεισε σχολεία και καταστήματα λιανικής. Το Σαββατοκύριακο, το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε αιφνιδίως την απαγόρευση κυκλοφορίας σε 31 επαρχίες, ένα μέτρο που θα επαναληφθεί και αυτό το Σαββατοκύριακο.
Με την πανδημία να οδηγεί την τουρκική οικονομία ολοταχώς προς την ύφεση, την κεντρική τράπεζα να εξαντλεί επικίνδυνα τα συναλλαγματικά της αποθέματα και την τάση αποφυγής ρίσκου να στρέφει τους επενδυτές μακριά από τις αναδυόμενες, με εκροές από τις τουρκικές μετοχές και εθνικό νόμισμα, ο πρόεδρος Ερντογάν ίσως να αναγκασθεί να καταπιεί την περηφάνια του και να στραφεί προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για χρηματοδότηση.
Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση της Άγκυρας αρνείται κατηγορηματικά έναν τέτοιο ενδεχόμενο, με τον ίδιο τον Ερντογάν να δηλώνει επανειλημμένως ότι δεν υπάρχει περίπτωση επιστροφής στις ημέρες του παρελθόντος, επιμένοντας ότι «αυτό το κεφάλαιο έχει κλείσει οριστικά». Μόνο που δεν είχε υπολογίσει το σαρωτικό χτύπημα μιας πανδημίας.
Οι «πληγές» του Covid-19 βρήκαν ήδη ευάλωτη την τουρκική οικονομία. Και τώρα, την ώρα που η κυβέρνηση προσπαθεί να εμποδίσει την εξάπλωση της νόσου και η κεντρική τράπεζα εξαντλεί τα συναλλαγματικά της αποθέματα στις προσπάθειες στήριξης της τουρκικής λίρας, εγκυμονεί ο κίνδυνος ενός οικονομικού χάους.
Για να αποφευχθεί ένα τέτοιο σενάριο, ο πρόεδρος Ερντογάν ίσως αναγκασθεί να κάνει στροφή 180 μοιρών, καταφεύγοντας σε λύσεις που έως τώρα του φαίνονταν αδιανόητες. Μία εξ αυτών και η προσφυγή στο ΔΝΤ.
Τα σενάρια φούντωσαν έπειτα από άρθρο της φιλοκυβερνητικής επιχειρηματικής εφημερίδας «Dunya», σύμφωνα με το οποίο η Άγκυρα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο συμφωνιών swap με άλλες χώρες ή την υπογραφή συμφωνίας χρηματοδότησης με το ΔΝΤ, διότι η συμφωνία swap με τη Φέντεραλ Ριζέρβ των ΗΠΑ δεν επαρκεί για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών, δεδομένου ότι οι τοποθετήσεις της κυβέρνησης σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα είναι κάτω από 3 δισ. δολάρια.
Η δημοσίευση του άρθρου ερμηνεύθηκε ως ένδειξη ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να συζητήσει μια συμφωνία με το ΔΝΤ, κάτι που όμως η Άγκυρα επισήμως το διαψεύδει.
Ο Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει το ΔΝΤ ως «τον μεγαλύτερο καρχαρία δανείων στον κόσμο» και περιγράφοντας τα προγράμματα διάσωσης ως εργαλεία για ανεπαρκείς και ανίκανους πολιτικούς, όπως οι προκάτοχοί του πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, τότε που η χώρα είχε προσφύγει στο Ταμείο εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η ιδέα ότι χάρη στις πολιτικές του η Τουρκία δεν θα χρειασθεί «ποτέ ξανά» την βοήθεια του ΔΝΤ αποτελεί ένα από τα πιο ισχυρά χαρτιά του Τούρκου προέδρου στις ομιλίες του προς τον τουρκικό λαό.
Τι θα συμβεί όμως εάν επικαλεσθεί την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης εξαιτίας του κορωνοϊού για να ζητήσει τη «χείρα βοηθείας» του Ταμείου;
Έως τα τέλη του έτους η Τουρκία καλείται να αποπληρώσει χρέος σε ξένο συνάλλαγμα άνω των 170 δισ. δολαρίων. Και παρότι έχει το πλεονέκτημα χαμηλών επιπέδων δημοσίου χρέους σε σύγκριση με τις υπόλοιπες αναδυόμενες οικονομίες, τα δημόσια οικονομικά της Τουρκίας επιδεινώνονται την τελευταία διετία, εξαιτίας της συναλλαγματικής κρίσης, ύφεσης αλλά και της επιθετικής πολιτικής για την επίτευξη ταχείας οικονομικής ανάκαμψης.
Την ίδια στιγμή, η τουριστική βιομηχανία –που αντιπροσωπεύει το 13% του τουρκικού ΑΕΠ ύψους 750 δισ. δολαρίων- δέχεται άνευ προηγουμένου χτύπημα εξαιτίας της πανδημίας.
Οι εκροές κεφαλαίων από τις αναδυόμενες οδηγούν σε κατρακύλα τη λίρα, αναγκάζοντας την κεντρική τράπεζα σε παρεμβάσεις για τη στήριξη του εθνικού νομίσματος. Οι παρεμβάσεις έχουν ήδη στοιχίσει πάνω από 10 δισ. δολάρια από τα τέλη Φεβρουαρίου, με τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος να υποχωρούν στα 27,14 δισ. δολάρια την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου, «καίγοντας» 5 δισ. μέσα σε διάστημα πέντε εργάσιμων ημερών.
«Η ταχεία εξάντληση των αποθεμάτων συμβαίνει παρά το γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα προσπαθεί να τα ενισχύσει με το να δανείζεται σε δολάρια μέσω συμφωνιών ανταλλαγής συναλλάγματος (FXswaps)», αναφέρει ο Πιότρ Ματίς, αναλυτής αναδυομένων αγορών στη Rabobank. Σύμφωνα με τον κ. Ματίς, η κεντρική τράπεζα προσπαθεί να αναβάλλει το αναπόφευκτο: «Το κόστος από τις προσπάθειες συγκράτησης της λίρας προσεγγίζουν εκείνο το σημείο υπέρβασης των πλεονεκτημάτων», εξηγεί.
«Η Άγκυρα πρέπει να σκεφθεί έναν τρόπο στήριξης της οικονομίας χωρίς να προκληθεί κρίση ισοζυγίου πληρωμών», αναφέρουν σε πρόσφατη έκθεσή τους οικονομολόγοι της Global Source Partners, μεταξύ των οποίων ο Μουράτ Ουτσέρ. «Κι επειδή είναι πολύ δύσκολο να τα καταφέρει από μόνη της, η μόνη πρακτική λύση είναι ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ».
naftemporiki.gr