ΜΕ ΤΟΝ ταχύτερο ρυθμό σε χρονικό διάστημα πλέον των εννέα ετών αυξήθηκε ο πληθωρισμός στην Ιαπωνία το Νοέμβριο, ενώ πτωτικά κινήθηκε η βιομηχανική παραγωγή και οι δαπάνες των νοικοκυριών, σηματοδοτώντας ότι η αύξηση του κόστους του πετρελαίου ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τη μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη στη χώρα μετά τον πόλεμο.
Οι τιμές καταναλωτή, εξαιρουμένων των νωπών τροφίμων, αναρριχήθηκαν 0,4% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση της Στατιστικής Υπηρεσίας της χώρας στο Τόκυο. Η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε 1,6% σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα. Οι δαπάνες των νοικοκυριών μειώθηκαν 0,6%, σημειώνοντας πτώση για πρώτη φορά από τον Ιούλιο.
Η απόδοση των κρατικών ομολόγων δεκαετούς διάρκειας υποχώρησε 4,5 μονάδες βάσης, στο 1,5%, στις 11:15 π.μ. στο Τόκυο. Το γιέν διαπραγματεύθηκε στα 113,54 ανά δολάριο ΗΠΑ από 113,80 που ήταν πριν από την ανακοίνωση των στοιχείων.
Το κόστος των τροφίμων και του πετρελαίου τροφοδοτεί τον πληθωρισμό σε ολόκληρη την Ασία. Οι τιμές καταναλωτή στη Ν. Κορέα, αναρριχήθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα τριών ετών τον Νοέμβριο και της Κίνας σημείωσε την ταχύτερη αύξηση σε χρονικό διάστημα 11 ετών. Στη Σιγκαπούρη ο πληθωρισμός σημείωσε την μεγαλύτερη άνοδο σε χρονικό διάστημα 25 ετών.
Υπενθυμίζεται ότι η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας αύξησε τα επιτόκια τον Ιούλιο του 2006 μετά τη διατήρησή τους κοντά στο μηδέν για περισσότερα από πέντε χρόνια για να καταπολεμήσει τον αντιπληθωρισμό. Φέτος τον Φεβρουάριο, τα αύξησε στο 0,5% και από τότε τα διατήρησε σε αυτά τα επίπεδα.
Η βενζίνη αναρριχήθηκε στα επίπεδα ρεκόρ των 155,5 γιέν το λίτρο στις 10 Δεκεμβρίου. Η λιανική τιμή της κηροζίνης σημείωσε τη μεγαλύτερη παρά ποτέ άνοδο την εβδομάδα που πέρασε, σύμφωνα με τα στοιχεία του Oil Information Center στο Τόκυο.
Οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου ροκανίζουν τα εταιρικά κέρδη, τα οποία υποχώρησαν για πρώτη φορά σε πέντε χρόνια το τελευταίο τρίμηνο. Την περασμένο μήνα η μείωση της βιομηχανικής παραγωγής ήταν το αποτέλεσμα της μείωσης των εξαγωγών της χώρας στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Κίνα, μετά τα μεγάλα προβλήματα που προέκυψαν από τα στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ.