Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Πέρα από την πορεία της ελληνικής οικονομίας, τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές, τις ενστάσεις για τις παροχές και τις εξελίξεις στην εγχώριο πολιτική σκηνή υπήρχε ένας εξωτερικός παράγοντας, που καθόριζε σε μεγάλο βαθμό την πορεία των ελληνικών ομολόγων. Τα όσα συνέβαιναν στην Ιταλία. Ανάλογα με την πορεία των σχέσεων ανάμεσα στη Ρώμη και τις Βρυξέλλες ή το εάν ενισχύονταν ή περιορίζονταν οι ανησυχίες για το ιταλικό τραπεζικό σύστημα, οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων ακολουθούσαν σε βουτιά ή άλμα εκείνες των ιταλικών. Αυτή η σχέση φαίνεται πια να σπάει. Η Ελλάδα γίνεται η τελευταία χώρα των PIGS, μετά την Ισπανία και Πορτογαλία, που φεύγει από το ιταλικό «άρμα».
Την ώρα που ο Ματέο Σαλβίνι εξαπέλυε ακόμη μία επίθεση κατά των γραφειοκρατών των Βρυξελλών και διεμήνυε πως δεν θα ακολουθήσει κανόνες και υποδείξεις, η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου υποχωρούσε για πρώτη φορά στην ιστορία κάτω από το όριο του 3% έως και το 2,89%. Παράλληλα η απόδοση του ελληνικού πενταετούς υποχώρησε για πρώτη φορά κάτω από εκείνη του αντίστοιχου ιταλικού. Συγκεκριμένα του ελληνικού πενταετούς έκανε βουτιά 12 μονάδων βάσης, στο ιστορικό ναδίρ του 1,73% την Παρασκευή, την ώρα που του ιταλικού κατέγραφε άνοδο 13 μονάδων βάσης στα υψηλά τριών μηνών του 1,81%.
Με τους επενδυτές εμφανώς ανακουφισμένοι από το γεγονός ότι η χώρα δεν οδηγείται σε μία μακρά και δη τοξική προεκλογική περίοδο, αλλά και να προσβλέπουν σε πιο φιλικές προς τις επιχειρήσεις και τις αγορές πολιτικές, η Ελλάδα παύει να είναι πια πηγή ανησυχίας. Σε αυτό το στρατόπεδο μένει μόνη η Ιταλία, με μόνη «παρέα» ίσως τη Γερμανία, για την οποία εκφράζονται φόβοι σχετικά με τον αντίκτυπο των εμπορικών αντιπαραθέσεων στην ήδη ασθενική ανάπτυξη. Η μεγάλη διαφορά βέβαια στην γερμανική περίπτωση είναι πως τα ομόλογά της ενισχύονται και οι αποδόσεις τους βουλιάζουν σε αρνητικό έδαφος όσο οι ανησυχίες εντείνονται.
Τα ελληνικά ομόλογα θεωρούνταν πάντα επιλογή υψηλού ρίσκου. Σήμερα μπορεί να μην αντιμετωπίζονται ως «καταφύγιο», όπως τα γερμανικά Bunds, αλλά οι επενδυτές τα βλέπουν ως μία επιλογή που συνδυάζει σχετική ασφάλεια (ειδικά από τη στιγμή που το μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους βρίσκεται στα χέρια επίσημων πιστωτών) με υψηλή- συγκριτικά με την εικόνα στην υπόλοιπη Ευρωζώνη- απόδοση.
Πρώτες το δρόμο της αποσύνδεσης είχαν δείξει η Ισπανία και Πορτογαλία, βλέποντας σταθερά από πέρυσι το κόστος δανεισμού τους στις αγορές να περιορίζεται αισθητά. Σήμερα οι αποδόσεις των δεκαετών των δύο χωρών είναι στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 0,70% και 0,80% αντίστοιχα.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι από το 2008, έτος που ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση έως και τα μέσα του 2017 οι αποδόσεις των ομολόγων Ιταλίας, Ελλάδας, Ισπανίας και Πορτογαλίας, ακολουθούσαν παράλληλη πορεία, ανοδική ή πτωτική, με αρκετά μεγάλες διαφορές στο ύψος βέβαια.
Από μέσα του 2017 ο δεσμός σπάσει, με τα πορτογαλικά και ισπανικά ομόλογα να επηρεάζονται μεν από τις ιταλικές ανησυχίες, αλλά να ακολουθούν περισσότερο τη διεθνή τάση. Το spread (διαφορά απόδοσης) ιταλικών - ισπανικών ομολόγων εκτινάχθηκε μάλιστα πέρυσι στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 20 ετών. Ο μεγάλος του Νότου, η Ιταλία, είναι ο μόνος, που απέφυγε το μνημόνιο. Αλλά έμεινε ο μεγάλος ασθενής.