Αναθεώρηση ελλειμμάτων 2004-07 ζητεί η Κομισιόν

Δυσπιστία για το σύνολο σχεδόν των δημοσιονομικών στόχων του υπουργείου Οικονομίας
Δευτέρα, 13 Μαρτίου 2006 09:19

ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΩΝ… συνέχεια, για το έλλειμμα των ετών 2004 -2007 προαναγγέλλει το κείμενο της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων της Commission με το οποίο θα συνοδεύεται το ελληνικό ΠΣΑ 2005-2008 που θα εξεταστεί από το EcoFin της Τρίτης. Δυσπιστία για το σύνολο σχεδόν των δημοσιονομικών στόχων που θέτει το υπουργείο Οικονομίας για το τρέχον και το επόμενο έτος και οικονομικών εκφράζει η Commission στο κείμενο που θα συνοδεύει το πρόγραμμα για το συμβούλιο των υπουργών Οικονομίας των 25.

Στην έκθεση της, η επιτροπή παρατηρεί ότι τα στοιχεία και οι μακροοικονομικοί στόχοι αλλά και οι προσδοκίες απασχόλησης, όπως αυτοί καταγράφονται στο ΠΣΑ 2005-2008, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «good times» για την ελληνική οικονομία που σε ελεύθερη ελληνική μεταφράζεται ως περίοδος «παχιών αγελάδων».

Παρατηρεί επίσης ότι το Πρόγραμμα, δίνει μεγάλο βάρος για την επίτευξη των στόχων στην συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και περιέχει πολλές αβεβαιότητες σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό εσόδων και δαπανών. Τούτο, συνυπολογίζοντας όπως αναφέρει τις πρακτικές και -κυρίως- τα αποτελέσματα του παρελθόντος. Με τα δεδομένα αυτά αμφισβητεί το στόχο για έλλειμμα στο 2,6% του ΑΕΠ το 2006, επισημαίνει κινδύνους με βάση του υπολογισμούς για το 2007 και επισημαίνει τη μηδαμινή συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής για το 2008.

Επισημαίνει επίσης την έλλειψη ακριβούς πρόβλεψης για το δημόσιο χρέος αναφέροντας τις αλλεπάλληλες αναθεωρήσεις του παρελθόντος.

Ιδιαίτερο κεφάλαιο υπάρχει επίσης και για το θέμα της διατηρησιμότητας της δημοσιονομικής σταθερότητας το οποίο συνδέεται ευθέως με την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Σε αυτόν τον τομέα αναφέρει ότι παρά το σημαντικό κίνδυνο δημοσιονομικής ανατροπής η κυβέρνηση κάνει διάλογο χωρίς συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Οι «γκρίζες ζώνες»

Οι «γκρίζες ζώνες» του ελληνικού προϋπολογισμού εντοπίζονται σε δύο επίπεδα. Τα ανοιχτά θέματα της ελληνικής οικονομίας με την Eurostat και η αισιοδοξία των προβλέψεων για έσοδα και δαπάνες.

Συγκεκριμένα, για το διάστημα από το 2004 μέχρι και το 2008 αναφέρει ότι το έλλειμμα είναι δυνατόν να αναθεωρηθεί προς τα πάνω για πολλούς λόγους

Ο πρώτος αφορά το μη υπολογισμό στις δαπάνες της επιστροφής των 518 εκατ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 0,3% του ΑΕΠ από έργα όπως του ΕΤΠΑ όπου καταγράφηκαν κακοτεχνίες. Τα χρήματα αυτά σύμφωνα με την επιτροπή, θα πρέπει να προστεθούν στο έλλειμμα του 2005, οδηγώντας το από το 4,3% του ΑΕΠ, στο 4,6% του ΑΕΠ.

Ο δεύτερος είναι τα στοιχεία για το πλεόνασμα των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, των ΟΤΑ και των δημοσίων νοσοκομείων τα οποία θεωρεί υπερεκτιμημένα τόσο για τα προηγούμενα χρόνια όσο και για το 2005. Όπως αναφέρεται το γεγονός αυτό θα φέρει αλυσιδωτές αναθεωρήσεις των στοιχείων τόσο για το 2004 όσο και για το 2005 και (λόγω του carry- over) τα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

Τρίτη αιτία αναθεώρησης, αναφέρεται η αδυναμία, με βάση την προηγούμενη εμπειρία της επιτροπής όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά της συγκράτησης ων δημοσίων δαπανών. Το κείμενο της επιτροπής αναφέρει τις προσπάθειες που κάνει η σημερινή κυβέρνηση με την δημιουργία νέων ελεγκτικών μηχανισμών στο θέμα των δαπανών καθώς και την δημιουργία task force για τη διαχείριση των δαπανών με τη συνδρομή του IMF.

Καταλήγει όμως δυσπιστώντας για την αποτελεσματικότητα της προσπάθειας, λέγοντας ότι είναι πολύ νωρίς για μιλήσει κανείς για απτά αποτελέσματα.

Δεν παραλείπει επίσης να προσθέσει την εκτίμηση ότι οι εκλογές του 2008 θα ενέχουν τον κίνδυνο υπερβάσεων στον τομέα των δαπανών για τα έτη 2007 και 2008 και επισημαίνει το γεγονός ότι δεν έχει συμπεριληφθεί κανένας οικονομικός προϋπολογισμός για τις παροχές που θα γίνουν.

Τέταρτο σημείο κριτικής είναι τα δημόσια έσοδα. Η πρώτη ένσταση που εκφράζεται αφορά τα έκτακτα (one off) τα οποία ως ποσό φτάνουν το 1,1 δισ. που αντιστοιχεί στο 0,6% του ΑΕΠ για το 2006.

Από τα έσοδα αυτά το 0,3% (περίπου 550 εκατ. ευρώ) αφορά τις ισόποσα αυξημένες μερισματικές αποδόσεις και γενικότερα έσοδα από δημόσιες επιχειρήσεις τα οποία αμφισβητούνται. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η έγκρισή τους από την Eurostat και σε περίπτωση απόρριψής τους τονίζεται ότι το έλλειμμα του 2006, ακόμη και αν επιτευχθούν όλοι οι υπόλοιποι στόχοι, θα φτάσει και πάλι τα επίπεδα του 3% του ΑΕΠ. Αμφισβητείται επίσης και η αποτελεσματικότητα των προσπαθειών για την πάταξη της φοροδιαφυγής ως καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα στα δημόσια έσοδα.

«Αισιοδοξία» διαπιστώνει η έκθεση για την προοπτική του χρέους το οποίο στο αναθεωρημένο να ΠΣΑ εμφανίζεται μεν ότι μειώνεται κατά 10% του ΑΕΠ κατά την εξεταζόμενη περίοδο (2005-2008) βασισμένο όμως σε ιδιαίτερα «υψηλούς στόχους» για το ονομαστικό ΑΕΠ και το έλλειμμα.

Στις δικές της προβλέψεις, λίγες μέρες πριν από την εξέταση του ΠΣΑ από το συμβούλιο των υπουργών Οικονομίας βλέπει ότι το δημόσιο χρέος της γενικής Κυβέρνησης θα παραμείνει πάνω από το 100% (101,6% συγκεκριμένα) του ΑΕΠ και το 2008 .

Συνολικά για την περίοδο 2005 -2007 η επιτροπή προβλέπει μείωση του χρέους κατά 3,3% του ΑΕΠ ενώ το πρόγραμμα σταθερότητας 8,5% του ΑΕΠ.

Η διαφορά οφείλεται κυρίως στα διαφορετικά δεδομένα για το έλλειμμα και το χρέος.

Διαφορετική είναι επίσης η εκτίμηση για την επίπτωση επιπλέον υποχρεώσεις των ετήσιων προϋπολογισμών για πληρωμές τόκων σε συνδυασμό με τη διακύμανση των επιτοκίων και του ποσοστού του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ Το γνωστό ως «φαινόμενο της χιονοστιβάδας» έχει μεγάλη σημασία για χώρες οι οποίες έχουν πολύ υψηλό ύψος δανεισμού ως προς το ΑΕΠ.

Επίσης οφείλεται και στο γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει περιλάβει στο πρόγραμμα εκτιμήσεις για έσοδα αποκρατικοποιήσεων το 2007 και 2008 καθώς επίσης και στις εκτιμήσεις για τις πληρωμές σε ταμειακή ή δεδουλευμένη βάση στοιχείο που αφορά κυρίως τις αμυντικές δαπάνες.

Από τα δύο αυτά στοιχεία η επιτροπή σχολιάζει ότι η Ελλάδα παραμένει προσκολλημένη στο να παρακολουθεί τον καθαρό δανεισμό χωρίς να ελέγχει τους παράγοντες που τον διαμορφώνουν το ύψος του

Η επιτροπή σημειώνει γενικά ότι στην περίπτωση της Ελλάδας οι αλλεπάλληλες αναθεωρήσεις των ετήσιων στόχων για το χρέος συνοδεύονται από ανεπαρκή επεξήγηση για τους παράγοντες που το διαμορφώνουν. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι ενώ με το πρόγραμμα σταθερότητας του 2001 προβλέπαμε ως χώρα ότι το δημόσιο χρέος θα ήταν το 2004 στο 90% του ΑΕΠ στο ΠΣΑ που στείλαμε φέτος καταγράφουμε το χρέος της χρονιάς των Ολυμπιακών στο 111,6% του ΑΕΠ.

Ασφαλιστικό

Την άμεση εφαρμογή του νόμου Ρέππα προτείνει ως πρώτο βήμα η Επιτροπή για την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού παρατηρώντας ότι ο διάλογος που έχει ξεκινήσει για τη ευρύτερη μεταρρύθμιση δεν έχει ούτε ατζέντα ούτε χρονοδιάγραμμα.

Με δεδομένες τις δημοσιονομικές αδυναμίες στο βραχυπρόθεσμο μέλλον (υψηλό έλλειμμα και χρέος) η επιτροπή -όσον αφορά το ασφαλιστικό- ζητεί την άμεση προώθηση της επαγγελματικής ασφάλισης, την ενοποίηση των ταμείων, την περικοπή των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και τη σταδιακή μείωση των ιδιαίτερα «γενναιόδωρων» -όπως τα χαρακτηρίζει- ποσοστών αναπλήρωσης.

Σε ό,τι αφορά το ποσοστό αναπλήρωσης τονίζει ότι υπάρχουν ευγενή ταμεία με συντάξεις που φτάσουν το 170% του μισθού εξόδου, ενώ ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μέρος των συνταξιούχων βρίσκεται με συντάξεις πολύ κατώτερο του μέσου όρου της Ε.Ε.

Παρατηρεί επίσης ότι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης 2005 -2008 δεν υπάρχει προβολή από την ελληνική κυβέρνηση για τις μακροχρόνιες δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού. Στις δικές της προβλέψεις οι οποίες έχουν στοιχεία του 2004, το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό. Κάνοντας μια προβολή μέχρι και το 2030 προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος σε μια δεκαετία από το 2020 μέχρι και το 2030 αναμένεται να αυξάνεται από το 84,6% του ΑΕΠ στο 122% του ΑΕΠ μόνο λόγω της αύξησης των δαπανών της κοινωνικής ασφάλισης και νοσηλείας.

Επισημαίνει, τέλος, την κρισιμότητα της κατάστασης και ζητεί την επιτάχυνση των διαδικασιών διαλόγου για τη μεταρρύθμιση στο ευρύτερο ασφαλιστικό.

ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα