Οι επιχειρήσεις του κλάδου των λευκών ειδών (κυρίως οι παραγωγικές), δεδομένου ότι αποτελούν τμήμα της ευρύτερης κλωστοϋφαντουργικής βιομηχανίας, αντιμετωπίζουν ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, το οποίο επηρεάζει έντονα την ευρωπαϊκή (και επομένως και την εγχώρια) κλωστοϋφαντουργία.
Η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου και η κατάργηση των ποσοτικών περιορισμών ανέτρεψε τα δεδομένα και δημιούργησε συνθήκες κρίσης σε σημαντικό εύρος επιχειρήσεων της Ε.Ε., λόγω μείωσης της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων τους.
Ο κλάδος των λευκών ειδών, όπως και ο ευρύτερος τομέας της κλωστοϋφαντουργίας, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις του περιβάλλοντος πρέπει να προσανατολισθεί στην κατεύθυνση της λήψης άμεσων μέτρων για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, τόσο μέσω καλύτερης οργάνωσης των συντελεστών παραγωγής και βελτίωσης των υπηρεσιών των επιχειρήσεων, όσο και μέσω της καλύτερης οργάνωσης του δικτύου πωλήσεών τους και της δημιουργίας ισχυρών brand names.
Τα παραπάνω επισημαίνονται στην κλαδική μελέτη την οποία εκπόνησε ο Τομέας ICAP Management Consultants και στην οποία διερευνάται ο κλάδος των λευκών ειδών.
Η αύξηση των εισαγωγών λευκών ειδών εντείνει τον ανταγωνισμό στην αγορά και συμπιέζει τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων. Στον κλάδο παραδοσιακά δραστηριοποιούντο εταιρείες εισαγωγής λευκών ειδών από ευρωπαϊκές κυρίως χώρες, συχνά αντιπροσωπεύοντας επώνυμα εμπορικά σήματα γνωστά στην αγορά. Τα τελευταία έτη ωστόσο διευρύνεται η τάση εισαγωγής «ανώνυμων» λευκών ειδών σε τιμές χαμηλότερων επιπέδων, τα οποία προέρχονται από χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής (όπως το Πακιστάν, η Τουρκία, η Κίνα και η Αίγυπτος). Τα συγκεκριμένα λευκά είδη δε θεωρούνται συνήθως ποιοτικώς εφάμιλλα με αρκετά από τα εγχωρίως παραγόμενα και τα επώνυμα εισαγόμενα, παρουσιάζουν ωστόσο το σημαντικό πλεονέκτημα, της χαμηλότερης τιμής.
Ένα επιπλέον πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι οι συνθήκες υπερπροσφοράς που ενίοτε δημιουργούνται στην αγορά των εξεταζόμενων προϊόντων και έχουν ως συνέπεια τη δημιουργία αποθεμάτων. Το συγκεκριμένο πρόβλημα οξύνουν οι εισαγωγές και η εμπορία λευκών ειδών σε υπαίθριους χώρους, όπως λαϊκές αγορές, παζάρια κλπ. καθώς και από πλανόδιους ή περιστασιακούς εμπόρους, οι οποίοι αποσπούν μερίδιο αγοράς από τα καταστήματα πώλησης λευκών ειδών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση λευκών ειδών ακολούθησε σε γενικές γραμμές ανοδική πορεία τη χρονική περίοδο 1993-2005, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 1,3%. Αναλυτικά ανά κατηγορία λευκών ειδών σημειώνεται ότι η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση σεντονιών παρουσίασε διαχρονική αύξηση το χρονικό διάστημα 1998-2005 (με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 2,4%), ενώ την τριετία 1996-1998 είχαν επικρατήσει πτωτικές τάσεις. Η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση πετσετών ακολούθησε επίσης ανοδική πορεία τη χρονική περίοδο 1993-2005 (με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 2,3%), ενώ η κατανάλωση τραπεζομάντιλων παρουσίασε πτωτικές τάσεις το ίδιο χρονικό διάστημα, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης 2%. Αναφορικά με τη διάρθρωση της αγοράς λευκών ειδών σημειώνεται ότι το 2005 οι πετσέτες παρουσιάζουν το μεγαλύτερο μερίδιο καλύπτοντας το 62% της φαινομενικής κατανάλωσης και ακολουθούν τα σεντόνια (με μερίδιο 28%) και τα τραπεζομάντιλα, τα οποία κάλυψαν το 10% της αγοράς.
Σημαντικό ρόλο για την επιβίωση και ανάπτυξη των συστηματικών επιχειρήσεων του κλάδου διαδραματίζει η οργάνωση του δικτύου διανομής και πωλήσεών τους. Ορισμένες επιχειρήσεις επιδιώκουν να επεκτείνουν το δίκτυό τους με τη δημιουργία περισσότερων καταστημάτων, είτε ιδιόκτητων είτε μέσω του συστήματος franchising, επενδύοντας στην αναγνωρισιμότητα του εμπορικού τους σήματος και στα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τη μαζική παραγωγή και την εισαγωγή λευκών ειδών. Τα τελευταία έτη παρατηρείται επίσης δραστηριοποίηση στον κλάδο εταιρειών οικιακού εξοπλισμού (όπως ΙΚΕΑ, Ανδρεάδης Home Stores κλπ.), καθώς και επέκταση της διάθεσης λευκών ειδών από πολυκαταστήματα και σούπερ-μάρκετ. Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι αυτές οι εξελίξεις εντείνουν τον ανταγωνισμό και οδηγούν στη μεγαλύτερη διασπορά των μεριδίων των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις της αγοράς, η εισαγωγική διείσδυση λευκών ειδών αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, αντισταθμίζοντας τη μείωση της εγχώριας παραγωγής. Η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση των σεντονιών κατά τη διετία 2006-2007 προβλέπεται να παρουσιάσει αύξηση, με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταξύ του 3%-4% (σε ποσότητα). Ομοίως, η εγχώρια αγορά των πετσετών προβλέπεται να παρουσιάσει αύξηση με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταξύ του 2%-3% (σε ποσότητα), ενώ η εγχώρια αγορά τραπεζομάντιλων αναμένεται να εμφανίσει σταθεροποιητικές τάσεις.