Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (ΙΜΟ) αναγνώρισε και επισήμως τις ανησυχίες που προβάλλει η ναυτιλιακή κοινότητα αναφορικά με τα νέα καύσιμα που θα εφοδιάζονται τα πλοία από το 2020, τα οποία θα είναι πολύ χαμηλών εκπομπών (0,5%) θείου. Παράλληλα, όμως, όπως αναμενόταν, θα προχωρήσει χωρίς καμία καθυστέρηση στη χρήση των νέων καυσίμων, ενώ οι προβληματισμοί εξακολουθούν να υπάρχουν και θα συζητηθούν και πάλι την προσεχή άνοιξη, προβληματισμοί οι οποίοι αποτυπώνονται σε σχετική μελέτη του νηογνώμονα DBV GL.
Αναλυτικότερα, πολύ αργά το βράδυ της Τρίτης στο Λονδίνο, στη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Προστασίας Θαλάσσιου Περιβάλλοντος (MEPC) του IMO και μετά από πολύ παρασκήνιο και συζητήσεις μεταξύ των εκπροσώπων των κρατών-μελών του ΙΜΟ, κατεγράφη ένας συμβιβασμός που προβλέπει αφενός την εφαρμογή μιας διαδικασίας συλλογής από τον ΙΜΟ πληροφοριών γύρω από την εφαρμογή των νέων καυσίμων και τα προβλήματα που αυτά παρουσιάζουν, είτε αναφορικά με την ασφάλεια είτε με την επαρκή διαθεσιμότητα του, ενώ παράλληλα συμφώνησε ότι δεν υπάρχει θέμα καθυστέρησης στην έναρξη εφαρμογής του νέου κανονισμού.
Ειδικότερα, η Επιτροπή αποφάσισε να κάνει δεκτή μια διαδικασία συλλογής πληροφοριών που θα στέλνονται στη γραμματεία του ΙΜΟ και θα αφορούν προβλήματα διαθεσιμότητας και ασφάλειας που παρουσιάζει η χρήση των νέων καυσίμων, όμως η διαδικασία αυτή δεν θα αποκαλείται «experience building phase» (EBP), γιατί παραπέμπει σε μια ανάλογη έκφραση που χρησιμοποιήθηκε στον κανονισμό για τη διαχείριση του θαλάσσιου έρματος και διήρκεσε πέντε χρόνια.
Η πρόταση για EBP
Σημειώνεται ότι την πρόταση για «experience building phase» έχουν καταθέσει τέσσερα μεγάλα νηολόγια (Νησιά Μάρσαλ, Μπαχάμες, Παναμά, Λιβερίας) και τρεις κορυφαίες ναυτιλιακές οργανώσεις (Intercargo, Intertanko, Bimco) όπως και οι ΗΠΑ, και στόχο έχει να προστατεύσει πληρώματα και πλοία από τυχόν προβλήματα στη χρήση των νέων καυσίμων. Η πρόταση δεν προβλέπει καμία καθυστέρηση στην εφαρμογή του νέου κανονισμού καυσίμων με μειωμένο θείο. Τη συγκεκριμένη πρόταση υποστηρίζει και η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, η οποία ενδιαφέρεται τα νέα καύσιμα να είναι ασφαλή για τα πλοία και τα πληρώματα. Περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς θα υλοποιηθεί η απόφαση του ΙΜΟ αλλά και νέα στοιχεία σχετικά με τα θέματα ασφαλείας και διαθεσιμότητας των νέων καυσίμων θα συζητηθούν στην επόμενη MEPC, τον Μάιο του 2019.
Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν λύνει τα πρακτικά προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ναυτιλιακές εταιρείες.
Όπως αναφέρει σχετική μελέτη του DNV GL, η επιλογή από τον πλοιοκτήτη της πιο αποτελεσματικής, βιώσιμης και εφικτής στρατηγικής για την τήρηση των νέων περιορισμών σχετικά με την εκπομπή ρύπων, δεν αποτελεί την πιο εύκολη υπόθεση. Για παράδειγμα αναφέρεται ότι το 2016 είχε υπολογισθεί πως θα είχε δημιουργηθεί ως το 2020 μια βάση περίπου 4.000 πλοίων με συστήματα scrubber και τα υψηλού θείου καύσιμα (HFO) προς κατανάλωση θα αποτελούσαν το 11% του συνόλου. Οι τελευταίες εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι θα πραγματοποιηθούν μόνο 1.000 έως 2.000 εγκαταστάσεις scrubber, γεγονός που οδηγεί σε μία κατανάλωση καυσίμων υψηλού θείου κάτω από 10% του συνόλου των ναυτιλιακών καυσίμων, με αποτέλεσμα να εγείρονται ερωτήματα σχετικά με το αν τα HFO θα είναι διαθέσιμα σε αρκετά λιμάνια λόγω της χαμηλής ζήτησης, και αν ναι, σε ποια τιμή.
Η συμβατότητα
Επίσης, θέμα τίθεται και με τα νέα χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο αναμεμιγμένα καύσιμα (0,5% S) τα οποία θα είναι διαθέσιμα στην αγορά το 2020. O DNV GL σημειώνει ότι ένα πολυποίκιλο εύρος προϊόντων θα είναι διαθέσιμο σε διάφορα μέρη ανά τον κόσμο, ανάλογα με την τοπική τεχνολογία των διυλιστηρίων και την ποιότητα του ακατέργαστου πετρελαίου. Αυτά τα καύσιμα, όμως, μπορεί να αποδειχθούν ότι έχουν διαφορετική σύσταση από τα επί του παρόντος διαθέσιμα HFO, συνεπώς το να προβλεφθεί η συμβατότητά τους με μία άλλη παρτίδα καυσίμων, ίσως να αποτελέσει μια πρόκληση. Είναι αναμενόμενο ότι θα είναι απαραίτητες κάποιες προφυλάξεις, σχετικά με την αποθήκευση και την ανάμιξη των καυσίμων. Το ISO 8217 Fuel Standard working group καταβάλλει προσπάθεια για την επιλογή δοκιμαστικών μεθόδων για σταθερότητα και συμβατότητα των καυσίμων. Ένα προσχέδιο υποδείγματος θα είναι διαθέσιμο το φθινόπωρο του 2019, ενώ το αναβαθμισμένο υπόδειγμα αναμένεται να δημοσιοποιηθεί το 2022. Τα πρώτα δείγματα αναμεμιγμένων καυσίμων αναμένεται να καταστούν διαθέσιμα αργότερα αυτόν τον χρόνο, κάτι που θα επιτρέψει σε όλους τους ενδιαφερόμενους να αποκτήσουν εμπειρία κατά τη χρήση τους.