Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Σε κλοιό πιέσεων βρέθηκαν και χθες οι τράπεζες στο Χρηματιστήριο, ενώ η αναβάθμιση από τη Fitch, που ενδεχομένως να μπορούσε να φρενάρει την πτώση των μετοχών ή να αντιστρέψει το κλίμα, ήρθε λίγο πριν από το κλείσιμο του Χ.Α. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έφθασαν να έχουν κεφαλαιοποίηση κάτω από 5 δισ. ευρώ, κάτι που πραγματικά αποτελεί θλιβερό ρεκόρ για την ελληνική τραπεζική πραγματικότητα.
Μέσα στην άλλη εβδομάδα οι τράπεζες συναντούν τα κλιμάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που βρίσκονται ήδη στη χώρα μας και κάνουν προετοιμασία για το κρίσιμο θέμα των «κόκκινων» δανείων, αλλά και συζητήσεις για το ενδεχόμενο κάλυψης κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών, ενώ έπεται και η συνάντηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Αν και ο προβληματισμός είναι διάχυτος, είναι πολλοί αυτοί που δίνουν πια credit και στο ενδεχόμενο κερδοσκοπίας, υπό την έννοια πως τα χαμηλά επίπεδα των τιμών πυροδοτούν αυτοματοποιημένες εντολές πωλήσεων, κάτι που είναι γνωστό σε όσους πραγματοποιούν shorting.
Το θέμα των «κόκκινων» δανείων εξακολουθεί να διχάζει τους επενδυτές, καθώς πολλοί εξ αυτών εκτιμούν πως η απομείωσή τους θα δημιουργήσει κεφαλαιακές ανάγκες σε κάποιες τράπεζες, που είναι δύσκολο να καλυφθούν κατά την τρέχουσα περίοδο.
Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να θεωρείται περίπου αδύνατον να μη γίνει εκκαθάριση του ισολογισμού των τραπεζών από αυτό το πρόβλημα.
Πάντως οι συζητήσεις με την ΕΚΤ θα πρέπει να θεωρούνται κρίσιμες, καθώς εκ των πραγμάτων θα αποτελέσουν βάση για το SREP που θα ακολουθήσει και για τις αποφάσεις μέχρι το τέλος του έτους σε ό,τι αφορά τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα.
Οι αγορές πάντως θέλουν τον χρόνο τους για να ηρεμήσουν, ενώ, όπως φαίνεται, το ίδιο και οι θεσμοί προκειμένου να καταλήξουν σε ένα τελικό συμπέρασμα.
O τεράστιος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα και η δημοσιονομική στάση του λαϊκιστικού συνασπισμού στην Ιταλία πυροδοτούν φόβους για μία νέα τραπεζική κρίση στις δύο μεσογειακές χώρες, αναφέρει σε ρεπορτάζ της η γερμανική οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt».
«Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: 37 δισ. ευρώ έχασαν οι επενδυτές στο Χρηματιστήριο του Μιλάνου από μετοχές ιταλικών τραπεζών από τα μέσα Μαΐου. Όμως, τα πιο τρομακτικά δεδομένα ήρθαν από την Ελλάδα την περασμένη εβδομάδα. Στην Αθήνα, ο τραπεζικός δείκτης υποχώρησε την Τετάρτη κάποια στιγμή της ημέρας κατά 9%, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς έχασε το ένα πέμπτο της αξίας της», αναφέρει το συγκεκριμένο δημοσίευμα.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι απώλειες σε Ιταλία και Ελλάδα αποτελούν σύμπτωμα δύο διαφορετικών προβλημάτων.
Οι ελληνικές τράπεζες πιέζονται λόγω του τεράστιου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ για την περίπτωση της Ιταλίας ευθύνεται η επιθετική δημοσιονομική στάση του νέου λαϊκιστικού συνασπισμού.
Είναι γεγονός πάντως πως η Ιταλία τροφοδοτεί άνοδο των επιτοκιακών περιθωρίων.
«Τελικώς όλα αυτά πυροδοτούν τον φόβο μιας νέας τραπεζικής κρίσης στη νότια Ευρώπη» εκτιμά η γερμανική εφημερίδα, η οποία φιλοξενεί δήλωση υψηλόβαθμου τραπεζίτη στη Φραγκφούρτη που αναφέρει ότι «προς το παρόν αντιμετωπίζουμε τα δύο αυτά περιφερειακά ζητήματα, όμως οι επενδυτές είναι νευρικοί και η κατάσταση θα μπορούσε γρήγορα να κλιμακωθεί».
Στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο πρόβλημα των τραπεζών είναι το πιστωτικό ρίσκο. Δάνεια ύψους 88,6 δισ. ευρώ δεν εξυπηρετούνται ή θεωρείται ότι είναι επικίνδυνα. Το ποσοστό αντιστοιχεί περίπου στο 48% του συνολικού δανεισμού ή στο 50% του ελληνικού ΑΕΠ.
Μετά τη μεγάλη πτώση των τραπεζικών μετοχών την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδιο για ελάφρυνση των τραπεζών. Όμως, οι επενδυτές παραμένουν επιφυλακτικοί, καθώς δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες για το σχέδιο, σημειώνει η εφημερίδα.
Παράλληλα, στην Ιταλία, ο κυβερνητικός συνασπισμός είναι σε κόντρα με τις Βρυξέλλες, καθώς θέλει να χρηματοδοτήσει τις δαπανηρές προεκλογικές υποσχέσεις του, κάτι που μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στις τράπεζες της χώρας.