Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ - Κίνας επισκιάζει την παγκόσμια οικονομία, υπογραμμίζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αναθεωρώντας επί τα χείρω τις προβλέψεις του για τις προοπτικές της ανάπτυξης το 2018 και το 2019.
Επισημαίνοντας τους κινδύνους που εγείρουν οι νομισματικές κρίσεις σε ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες και την πορεία των τιμών της ενέργειας, το ΔΝΤ προβλέπει πλέον ανάπτυξη του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,7% για την καθεμιά από δύο χρονιές (–0,2%).
«Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη είναι πάντα ισχυρή σε σύγκριση με αυτή που καταγραφόταν νωρίτερα αυτή τη δεκαετία, αλλά μοιάζει να έχει φθάσει στην οροφή της», σχολίασε ο Μορίς Όμπστφελντ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ. Ο ίδιος προειδοποίησε ότι οι οικονομικοί κίνδυνοι εντείνονται και δεν έχουν γίνει πραγματικότητα παρά μόνον «εν μέρει».
«Αναγκαία» η «αποφυγή του προστατευτισμού»
Στις εαρινές προβλέψεις του, το ΔΝΤ προειδοποιούσε ήδη για τους οικονομικούς κινδύνους με φόντο τους τελωνειακούς δασμούς που η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ είχε αναγγείλει πως θα επέβαλλε σε εταίρους τους, ιδίως στην Κίνα.
Έκτοτε η Ουάσιγκτον έχει περάσει από τα λόγια στις πράξεις: επέβαλε επιπρόσθετους τελωνειακούς δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων και το Πεκίνο ανταπέδωσε επιβάλλοντας αντίστοιχους δασμούς σε αμερικανικά αγαθά αξίας 110 δισ. δολαρίων.
Για την ώρα, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2018 των οικονομιών των ΗΠΑ και της Κίνας, των δύο μεγαλύτερων του κόσμου, παραμένουν αμετάβλητες, στο +2,9% και στο +6,6% αντίστοιχα. Στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη τοποθετείται αρκετά υψηλότερα από ό,τι στις άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες (+2,4% κατά μέσο όρο). Στην Κίνα, ξεπερνά οριακά τον ρυθμό της περιοχής της Ασίας (+6,5%).
Ωστόσο, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί το 2019, στο 2,5% για τις ΗΠΑ και στο 6,2% για την Κίνα (–0,2% και στις δύο χώρες). Η ανάπτυξη των δύο οικονομιών ενδέχεται να εξασθενήσει ακόμη περισσότερο καθώς οι νέες αυτές προβλέψεις δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις απειλές του Τραμπ να επιβάλει κι άλλους τελωνειακούς δασμούς, σε κινεζικά προϊόντα αξίας 267 δισ. δολαρίων.
«Η αποφυγή των προστατευτικών αντιδράσεων και η εξεύρεση λύσεων που θα ευνοούν τη συνεργασία για την προώθηση της ανάπτυξης του εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών παραμένει αναγκαία για να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η παγκόσμια (οικονομική) επέκταση», υπογραμμίζει το ΔΝΤ.
Εκφράζει παράλληλα την ανησυχία του για το ενδεχόμενο νέας κλιμάκωσης των εντάσεων για το εμπόριο, που μπορεί να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια, να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των αγορών, να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αστάθεια στις κεφαλαιαγορές και να επιβραδύνει κι άλλο τις επενδύσεις και το εμπόριο.
Το Ταμείο έχει ήδη αναθεωρήσει επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου στο 4,2% φέτος (–0,6%) και στο 4% την επόμενη χρονιά (–0,5 μονάδα). Συνολικά, το παγκόσμιο ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί κατά 0,8% ως το 2020, αναφέρει το ΔΝΤ, το οποίο τον Ιούλιο έκανε λόγο για μείωση 0,5%.
Το ΔΝΤ αναθεωρεί επίσης επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης στο 2% φέτος (–0,2%), συμπεριλαμβανομένων αυτής της Γερμανίας (+1,9%, μειωμένη κατά –0,3%) και αυτής της Γαλλίας (+1,6%, δηλ. –0,2%), οι εξαγωγές των οποίων πλήττονται εξαιτίας της επιβράδυνσης της οικονομίας της Κίνας.
Το Ταμείο μοιάζει ακόμα πιο απαισιόδοξο για την περιοχή της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, στην οποία αναμένει πλέον ανάπτυξη 1,2% (–0,4%). Η Βενεζουέλα βυθίζεται σε ύφεση, ενώ παρότι η Βραζιλία επανέρχεται στην ανάπτυξη, η πορεία της μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής θα είναι λιγότερο καλή από ό,τι προβλεπόταν μέχρι τώρα, εκτιμά το ΔΝΤ. Η Αργεντινή, που ζήτησε και έλαβε δάνειο ύψους 57 δισ. δολαρίων από το ΔΝΤ, δεν γλίτωσε επίσης από τις νομισματικές κρίσεις που πλήττουν αναδυόμενες οικονομίες.
Πολιτικοί κίνδυνοι
Το ΔΝΤ σημειώνει ότι οι πολιτικές και διπλωματικές εντάσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξασθένηση ορισμένων οικονομιών. Μεταξύ άλλων αναφέρεται στις πρόσφατες δυσκολίες στην Ιταλία ως προς τον σχηματισμό κυβέρνησης, τις αβεβαιότητες γύρω από το Brexit στη Βρετανία, τις πολιτικές και διπλωματικές εντάσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία, αλλά και την εκ νέου επιβολή των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν.
Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters