Μόνο το ένα τέταρτο των ανθρώπων παγκοσμίως αποταμιεύουν συστηματικά για την εποχή της συνταξιοδότησης, σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της σειράς ερευνών της HSBC «Το μέλλον της Συνταξιοδότησης», με τίτλο «Γεφυρώνοντας το Χάσμα».
Βάσει των ευρημάτων της έρευνας, μόλις το 26% των ατόμων παραγωγικής ηλικίας παγκοσμίως αποταμιεύουν οποιοδήποτε ποσό για τη μετέπειτα ζωή τους.
Επίσης, μόνο ένας στους 10 (9%) αποταμιεύει για τις μελλοντικές ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης και φροντίδας στο σπίτι. Και όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά 5,5 έτη μεταξύ του 2000 και του 2016 και διαμορφώθηκε στα 74,2 χρόνια για τις γυναίκες και στα 69,8 έτη για τους άνδρες. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αύξηση που έχει σημειωθεί από το 1960.
Η έλλειψη αποταμίευσης, κατά την HSBC, σχετίζεται με την άγνοια για το πόσα χρήματα απαιτούνται την περίοδο της συνταξιοδότησής τους, καθώς και με το γεγονός ότι οι ερωτώμενοι φαίνονται να ιεραρχούν την άμεση οικονομική τους κατάσταση σε σχέση με τον προγραμματισμό τους για τα χρόνια της τρίτης ηλικίας .
Τα δύο πέμπτα των ατόμων παραγωγικής ηλικίας (43%) βασίζονται για να ζήσουν στα χρήματα που κερδίζουν καθημερινά, ενώ 42% αποταμιεύει προκειμένου να επιτύχει βραχυπρόθεσμους στόχους. Ένας στους τρείς επίσης παραδέχεται ότι προτιμά να ξοδεύει για να διασκεδάζει τώρα, παρά να αποταμιεύει για το μέλλον, αποκαλύπτει η έρευνα της HSBC.
Η μη αποταμίευση μπορεί κατά την έρευνα να συνδέεται επίσης με το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι δεν σκέφτονται τη μεγαλύτερη ηλικία ως ηλικία συνταξιοδότησης, με έξι στους δέκα ανθρώπους παραγωγικής ηλικίας να εκτιμούν ότι θα συνεχίσουν να εργάζονται σε κάποιο βαθμό και με το 42% να ελπίζει ότι θα ξεκινήσει μια νέα επιχείρηση.
Παράλληλα, σύμφωνα με την HSBC, μόνο οι μισοί άνθρωποι παραγωγικής ηλικίας γνωρίζουν το κόστος μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων. Λιγότεροι ακόμα γνωρίζουν πόσα θα έπρεπε να πληρώσουν για άλλες επιλογές, όπως η κατ’ οίκον φροντίδα (42%) ή η υποβοηθούμενη διαμονή στο σπίτι (39%). Αν και τα επίπεδα γνώσης γύρω από αυτά τα θέματα αυξάνονται καθώς οι άνθρωποι πλησιάζουν ή βγαίνουν στη σύνταξη, οι μισοί ερωτώμενοι ηλικίας 65 ετών και άνω γνωρίζουν το κόστος ενός φροντιστή στο σπίτι (53%), της κατ’ οίκον βοήθειας (47%) ή της νοσηλευτικής περίθαλψης (49%).
Η σύνταξη των δύο σταδίων
Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η «σύνταξη των δύο σταδίων» γίνεται ολοένα και συχνότερη καθώς αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής.
Η αρχική περίοδος της συνταξιοδότησης, στην οποία οι άνθρωποι έχουν σχετικά καλή υγεία, διαρκεί συνήθως περίπου μια δεκαετία ή περισσότερο και ακολουθείται από μια συντομότερη, λιγότερο ενεργή, περίοδο δραστηριοποίησης.
Η έρευνα της HSBC διαπιστώνει ότι αυτό οδηγεί σε μια γενικά θετική αντίληψη για τη συνταξιοδότηση σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα περισσότερα άτομα παραγωγικής ηλικίας ελπίζουν ότι όταν συνταξιοδοτηθούν θα έχουν μεγαλύτερη ελευθερία αφού δεν θα έχουν πλήρες ωράριο εργασίας (72%), ότι θα αποκτήσουν νέα χόμπι και ενδιαφέροντα (75%) και ότι θα βελτιώσουν την υγεία τους/τη φόρμα τους (59%). Ως εκ τούτου, σχεδόν οι μισοί (49%) των συνταξιούχων δεν κατατάσσουν τον εαυτό τους στους ηλικιωμένους.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ο επικεφαλής Retail Banking & Wealth Management και Marketing της HSBC Ελλάδος, Στέλιος Πιρπινιάς, τόνισε: «Η αντίληψη των ανθρώπων για τη φάση της σύνταξης έχει αλλάξει καθώς πλέον στην ηλικία των 60 και των 70 ετών οι συνταξιούχοι είναι ακόμα συνήθως υγιείς και δραστήριοι. Έχουν ενδιαφέροντα, ξεκινούν νέες δραστηριότητες, μερικοί, όπως φαίνεται από την έρευνα, επιθυμούν ακόμα και να ξεκινήσουν τη δική τους επιχείρηση. Ωστόσο, αυτό έρχεται σε αντίθεση με το άλλο βασικό εύρημα της έρευνάς μας, ότι δηλαδή οι σημερινοί εργαζόμενοι δεν σχεδιάζουν εγκαίρως για τη σύνταξή τους. Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο για τους συνταξιούχους στην Ελλάδα, καθώς οι νεότερες γενιές στηρίζονται πάνω τους οικονομικά. Ο σωστός προγραμματισμός μέσα από σύγχρονα και εξατομικευμένα επενδυτικά και ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά προϊόντα είναι αναγκαίος για να μπορέσουν οι μελλοντικοί συνταξιούχοι να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους για μια δημιουργική τρίτη ηλικία στηρίζοντας ταυτόχρονα την οικογένειά τους».