Από την έντυπη έκδοση
Tης Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Επενδυτικές διαβαθμίσεις μοιράζει ο Αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Standard and Poor’s σε στοιχεία ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών.
Τα πρώτα ενεργητικά τραπεζών που λαμβάνουν αναβάθμιση σε επίπεδο «Investment Grade», δηλαδή αποκτούν αξιολόγηση τέτοια που να γίνονται δεκτά στις διεθνείς αγορές ως ενέχυρα δανεισμού, είναι πια γεγονός, επιβεβαιώνοντας την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος. Πρόκειται για τιτλοποιημένες ομολογίες της Τράπεζας Πειραιώς και καλυμμένες ομολογίες της Εθνικής Τράπεζας που καθίστανται τα πρώτα ελληνικά τραπεζικά αξιόγραφα που αποκτούν αξιολόγηση επιπέδου «Investment Grade» μετά το 2011.
Ο οίκος αξιολόγησης S&P ανακοίνωσε προχθές την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης, της τιτλοποίησης Estia I της Τράπεζας Πειραιώς σε επίπεδο «Investment Grade». Συγκεκριμένα, η S&P αναβάθμισε την αξιολόγηση του Class A της συγκεκριμένης έκδοσης σε «ΒΒΒ-» (από «BB+»), ενώ διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση των Class B και Class C, σε «Β-» και «CCC» αντίστοιχα. H προχθεσινή αναβάθμιση έρχεται ως απόρροια της από την 25η Ιουνίου 2018 αναβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας σε «Β+» (από «Β») με σταθερή προοπτική και της αναβάθμισης των πιστωτικών ιδρυμάτων που ακολούθησε την αναβάθμιση της χώρας. Σύμφωνα πάντως με τη μεθοδολογία της S&P, η μέγιστη δυνατή αξιολόγηση για ελληνικές Structured Finance συναλλαγές περιορίζεται στις 4 βαθμίδες αξιολόγησης υψηλότερα από την αξιολόγηση της Ελληνικής Δημοκρατίας. Επισημαίνεται λοιπόν ότι, μετά και τη νέα αναβάθμισή της, η τιτλοποίηση Estia I επιτυγχάνει τη μέγιστη δυνατή αξιολόγηση.
Χθες εξάλλου ο διεθνής οίκος όρισε σε «ΒΒΒ-» την αξιολόγηση για τα καλυμμένα ομόλογα της Εθνικής Τράπεζας, επίσης τέσσερις βαθμίδες υψηλότερα από εκείνη της Ελληνικής Δημοκρατίας («Β+» σταθερό outlook), και επομένως επίσης σε επίπεδο investment grade. Υπενθυμίζεται πως στις 3 Ιουλίου 2018 ο αμερικανικός οίκος αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών συστημικών τραπεζών, στον απόηχο της κίνησης που προηγήθηκε για τη χώρα.
Ειδικότερα, η μακροπρόθεσμη και βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα των Alpha Bank, Eurobank Ergasias, Εθνικής Τράπεζας και Τράπεζας Πειραιώς αναβαθμίζονται σε «Β-» και «Β» αντίστοιχα, από «CCC+» και «C». Οι προοπτικές (outlook) ορίστηκαν σε σταθερές.
Σε ό,τι αφορά το χρέος μειωμένης εξασφάλισης, η αξιολόγηση αναβαθμίστηκε και για τις τέσσερις τράπεζες σε «CCC», από «CC».
Όπως αναφέρεται και στην έκθεση, οι αναβαθμίσεις ακολουθούν την επιτυχημένη ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης του προγράμματος στήριξης που παρείχε ο ESM, η οποία με τη σειρά της σηματοδοτεί την ολοκλήρωση της μνημονιακής περιόδου τον Αύγουστο του 2018.
Οι αναβαθμίσεις στο σύνολό τους αντανακλούν την άποψη ότι η βελτιωμένη ρευστότητα και η αναπτυσσόμενη οικονομία θα στηρίξουν την ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να διατηρούν οικονομικές δεσμεύσεις και να βελτιώνουν σταδιακά τους ισολογισμούς τους μακροπρόθεσμα.
Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται πως η τάση είναι η επέκταση της αναβάθμισης των ενεργητικών των τραπεζών από τους διεθνείς οίκους, στοιχείο το οποίο διασφαλίζει στις τράπεζες αξιόπιστα ενέχυρα για φθηνό δανεισμό. Έτσι οι τράπεζες δείχνουν πως είναι ήδη απεγκλωβισμένες από το waiver, καθώς διαθέτουν ενεργητικό καλής ποιότητας, με το οποίο μπορούν να απευθυνθούν στις διεθνείς αγορές και να αντλήσουν κεφάλαια.
Από την άλλη πλευρά, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης θεωρεί πως θα υπάρξει βελτιωμένη εμπιστοσύνη των καταθετών και των επενδυτών στον τραπεζικό τομέα, στον απόηχο της εξόδου από την κρίση.
Επίσης, η βελτίωση του κλίματος αποδίδεται και στη χαλάρωση των capital controls.
H βελτίωση της εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με τη σταθερή οικονομική ανάπτυξη, θα μεταφραστεί σε ευνοϊκότερες συνθήκες για τις τράπεζες να επιδιώξουν φιλόδοξες μειώσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs). Οι ελληνικές τράπεζες σχεδιάζουν να μειώσουν τα NPEs κατά επιπλέον 27,8 δισ. ευρώ ή κατά 30%, έως το τέλος του 2019. «Θεωρούμε ότι μια τέτοια σημαντική μείωση των NPEs αποτελεί πρόκληση για τις ελληνικές τράπεζες» σημειώνεται.
Ο οίκος έχει αναφέρει πως ενδέχεται να προχωρήσει σε νέα αναβάθμιση, εάν βελτιωθεί το μακροοικονομικό περιβάλλον και η ποιότητα του ενεργητικού, εάν μειωθούν σημαντικά τα υψηλά αποθέματα NPEs, εάν βελτιωθεί περαιτέρω η ρευστότητα και σε περίπτωση που επιστρέψουν οι καταθέσεις πελατών. ]