Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τεχνική συμφωνία επί των προαπαιτούμενων της 4ης αξιολόγησης ακόμη και μέσα στον Απρίλιο ή στις αρχές Μαΐου -και σε κάθε περίπτωση πριν από το Eurogroup της 24ης Μαΐου στις Βρυξέλλες- θα επιδιώξουν θεσμοί και ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να ξεκαθαρίσει το τοπίο από τα 88 προαπαιτούμενα και στη συνέχεια να επικεντρωθεί η διαπραγμάτευση στα ζητήματα του χρέους και της εποπτείας κατά την «επόμενη μέρα» των μνημονίων.
Ανώτατος κυβερνητικός παράγοντας με τον οποίο συνομίλησε η «Ν» υποστηρίζει ότι έχει ήδη συμφωνηθεί η 4η αξιολόγηση να επιδιωχθεί να κλείσει με ταχύτατες διαδικασίες, ει δυνατόν σε δύο ή τρεις αποστολές των θεσμών στην Αθήνα (εκ των οποίων η πρώτη θα πραγματοποιηθεί στις 26 Φεβρουαρίου και η 2η αμέσως μετά το Πάσχα). Το εγχείρημα δεν θα είναι εύκολο. Η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει να «περάσει» την ετήσια παράταση των μέτρων προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς που προβλέπει ο νόμος Κατσέλη-Σταθάκη, αλλά και τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των μισθωτών.
Από την άλλη, όπως επισημαίνει ο ίδιος κυβερνητικός παράγοντας, σκληρές αναμένονται οι διαπραγματεύσεις όχι μόνο επί του δημοσιονομικού (από το οποίο θα κριθεί ο χρόνος μείωσης των συντάξεων και κυρίως του αφορολόγητου) αλλά και επί των αποκρατικοποιήσεων που πρέπει να προχωρήσουν. Ο μακρύς κατάλογος περιλαμβάνει από τα μειοψηφικά πακέτα των εταιρειών ύδρευσης μέχρι τα πακέτα μετοχών στα Ελληνικά Πετρέλαια και το «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Εκτός από τη διαδικασία και το χρονοδιάγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων -πολλές εκ των οποίων θα πρέπει να ολοκληρωθούν μετά τη λήξη του μνημονίου στις 20 Αυγούστου, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί και η υλοποίηση των διαδικασιών σε χρόνο μετά το μνημόνιο-, θα πρέπει να συμφωνηθεί και το ποια θα είναι τα δικαιώματα των μετόχων μειοψηφίας ή πλειοψηφίας. Για καθεμία από τις προωθούμενες αποκρατικοποιήσεις, θα πρέπει να σχεδιαστεί και μια ξεχωριστή συμφωνία μετόχων, η οποία θα αποσαφηνίζει τόσο τα δικαιώματα του Δημοσίου όσο και τα προνόμια των επενδυτών.
O κατάλογος των αποκρατικοποιήσεων και ιδιωτικοποιήσεων που θα πρέπει να προχωρήσουν το επόμενο διάστημα είναι εξαιρετικά μακρύς, καθώς πέρα από το Ελληνικό, στο οποίο θα πρέπει να υπάρξει πρόοδος, περιλαμβάνει:
- Την πώληση του 30% του «Ελευθέριος Βενιζέλος», η οποία έχει συμφωνηθεί να προγραμματιστεί και να προχωρήσει αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης για την περίοδο μέχρι και το 2046. Η διαπραγμάτευση θα αφορά και τα δικαιώματα του Δημοσίου μετά τη μείωση του ποσοστού του.
- Την πώληση του ποσοστού που ελέγχει το Δημόσιο στα Ελληνικά Πετρέλαια. Είναι και αυτό ένα «ευαίσθητο» πολιτικά θέμα δεδομένου ότι τα ΕΛΠΕ ελέγχουν περί τα 2/3 της ελληνικής αγοράς διύλισης πετρελαιοειδών.
- Στο τραπέζι παραμένει πάντοτε το «μέλλον» του 17% των μετοχών της ΔΕΗ που εξακολουθεί να ελέγχεται από το Ελληνικό Δημόσιο. Η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι μέχρι να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς θα έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, με αποτέλεσμα να βρεθεί σε καλύτερη διαπραγματευτική θέση έναντι των θεσμών, οι οποίοι ζητούν επιτακτικά τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας.
- Κρίσιμο θέμα -και σε πολιτικό επίπεδο- είναι η διάθεση των μετοχών της ΕΥΔΑΠ (περίπου 11%), καθώς θα τεθούν στο τραπέζι και τα δικαιώματα μειοψηφίας αλλά και η συμμετοχή του υποψήφιου επενδυτή στο management της επιχείρησης.
Καθοριστική για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων στα κρίσιμα θέματα της 4ης αξιολόγησης που θα ξεκινήσει μέσα στο επόμενο 10ήμερο και σε επίπεδο επικεφαλής, θα είναι η στάση του ΔΝΤ, η οποία αναμένεται να είναι ιδιαίτερα σκληρή σε δύο «μέτωπα»: στο θέμα των πλειστηριασμών αλλά και στο δημοσιονομικό. Ως προς το μέτωπο των πλειστηριασμών, η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι μέχρι τον Απρίλιο θα έχει να επιδείξει «έργο» μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας και κυρίως σε μεγάλης αξίας ακίνητα. Σύμφωνα με ανώτατο κυβερνητικό παράγοντα, οι τράπεζες έχουν ήδη «στοχεύσει» σε οφειλέτες με μεγάλης αξίας περιουσιακά στοιχεία οι υποθέσεις των οποίων θα ρίξουν το «απόθεμα» των κόκκινων δανείων είτε μέσα από τη διαδικασία του συμβιβασμού είτε μέσα από τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων μέσω του πλειστηριασμού.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση αναμένεται να ρίξει στο τραπέζι το θέμα της προστασίας της κύριας κατοικίας. Η διαπραγματευτική γραμμή έχει ήδη «χαραχθεί» - η παράταση της διάταξης που εμπεριέχεται στον νόμο Κατσέλη για ολόκληρο το 2019 είναι μια άνευ κόστους «παραχώρηση», καθώς ούτως ή άλλως το πρόγραμμα των πλειστηριασμών δεν αναμένεται να συμπεριλάβει μικρής αξίας ακίνητα για το 2019. Η παράταση έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία για την κυβέρνηση, η οποία θέλει στο επόμενο πακέτο των προαπαιτούμενων να περάσει και μια «θετική» διάταξη σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα.
Αντίστοιχη αναμένεται να είναι η επιχειρηματολογία και στο αίτημα να υπάρξει ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών και για τους μισθωτούς. Τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δείχνουν ότι οι περισσότεροι εκ των οφειλετών που έχουν συσσωρεύσει χρέη έως 50.000 ευρώ προς το Δημόσιο έχουν επαγγελματική ιδιότητα και ως εκ τούτου καλύπτονται ήδη από τη ρύθμιση των 120 δόσεων. Έτσι, αναμένεται να ζητηθεί από τους δανειστές όχι μόνο να επεκταθεί το όριο των 50.000 ευρώ, ώστε να καλυφθούν και οι μεγαλύτεροι οφειλέτες, αλλά και να υπάρξει επέκταση της ρύθμισης για τους μισθωτούς ώστε να μη γίνονται διακρίσεις με βάση την ιδιότητα.
Το δημοσιονομικό, δεδομένου ότι συνδέεται με το πότε θα μειωθεί το αφορολόγητο, αλλά και τον χρόνο μείωσης των συντάξεων (σ.σ.: υπάρχει στο τραπέζι το ενδεχόμενο να μετατεθεί για το 2020 η μείωση των συντάξεων και να έρθει νωρίτερα η περικοπή του αφορολόγητου), δύσκολα θα κλείσει μέχρι τον Απρίλιο σε «τεχνικό» επίπεδο και το πιθανότερο είναι ότι θα συμπεριληφθεί στη μεγάλη συμφωνία του Ιουνίου μαζί με το θέμα του χρέους αλλά και της εποπτείας της ελληνικής οικονομίας μετά τις 20 Αυγούστου.