Από την έντυπη έκδοση
Των Θάνου Τσίρου
και Αγγελικής Κοτσοβού
Τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης για ανταλλαγή ομολόγων ύψους 30 δισ. ευρώ, σε συνδυασμό με την ευρύτερη θετική εικόνα των ευρωπαϊκών αγορών, δημιούργησαν κλίμα ευφορίας στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους, με ράλι των τιμών και σημαντική αποκλιμάκωση των αποδόσεων που πλησίασαν κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε στο 5,2%, με το περιθώριο έναντι του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου να κλείνει κατά 20 μονάδες, υποχωρώντας κάτω από το όριο των 500 μονάδων βάσης (στις 494 μ.β.). Η απόδοση του 5ετούς ομολόγου υποχώρησε στο 4,3%, ενώ η απόδοση του ομολόγου λήξης το 2019 βρέθηκε κάτω από το 3%.
Σε μία ακόμη ένδειξη αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στα ελληνικά ομόλογα, αυξημένος ήταν και ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ, αγγίζοντας τα 3 εκατ. ευρώ.
Όπως μετέδωσε το Bloomberg, η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να προχωρήσει στην αντικατάσταση(swap) υφιστάμενων ομολόγων ύψους 30 δισ. ευρώ. H κίνηση αυτή αποσκοπεί στο να βελτιώσει τη ρευστότητα των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά και να διευκολύνει την επόμενη έξοδο της Αθήνας στις αγορές. Τραπεζικά στελέχη αναμένουν ότι η ανταλλαγή θα ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου και θα αφορά σε 20 διαφορετικά ομόλογα. Η αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού διευκολύνει τα σχέδια της Ελλάδας για την επόμενη έξοδο στις αγορές, έπειτα από την έκδοση του νέου πενταετούς τίτλου (λήξης τον Αύγουστο του 2022) τον Ιούλιο.
Οι δύο στόχοι
Με διπλό στόχο προχωρά, εκτός απροόπτου, μέσα στον Νοέμβριο η διαδικασία αντικατάστασης των 20 ομολόγων που εκδόθηκαν το 2012, στο πλαίσιο του προγράμματος PSI, με πέντε ή έξι καινούργια ομόλογα άνω των 5 δισ. ευρώ το καθένα. Η ελληνική κυβέρνηση ευελπιστεί, όπως αναφέρει στη «Ν» αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος, ότι θα υπάρξει μεγάλη συμμετοχή άνω του 75% και ότι θα επιτευχθούν οι δύο βασικοί στόχοι, που είναι: πρώτον, να αυξηθεί η εμπορευσιμότητα επί των ελληνικών ομολόγων και δεύτερον, να μετατεθούν για αργότερα πληρωμές χρέους προκειμένου να είναι καλύτερα διαχειρίσιμη η εξυπηρέτηση των ελληνικών υποχρεώσεων κατά τα πρώτα έτη μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια. Το συνολικό ποσό των προς αντικατάσταση ομολόγων ανέρχεται στα 29,7 δισ. ευρώ, ενώ μεγάλο μέρος αυτού του τμήματος του χρέους βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην κατοχή τόσο των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων όσο και των ελληνικών τραπεζών.
Το ενδεχόμενο αντικατάστασης των 20 ομολόγων του PSI με νέες εκδόσεις άφησε ορθάνοικτο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μιλώντας την Τρίτη στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ. Ο κ. Τσακαλώτος απέφυγε να τοποθετήσει χρονικά ή να περιγράψει με λεπτομέρειες το εγχείρημα, ωστόσο το περιέγραψε λέγοντας ότι «θα γίνουν κάποιες κινήσεις πριν από το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης, προκειμένου να είναι πιο ελκυστικά τα ομόλογά μας και να υπάρχει μεγαλύτερη ρευστότητα».
Τα βασικά χαρακτηριστικά
Τα βασικά χαρακτηριστικά του εγχειρήματος αντικατάστασης των ομολόγων του PSI με καινούργια είναι τα εξής:
1 Τα 20 ομόλογα των 29,8 δισ. ευρώ θα αντικατασταθούν από μικρότερο αριθμό νέων ομολόγων αλλά μεγαλύτερου ύψους. Αυτό, όπως εξηγεί στέλεχος με γνώση της αγοράς ομολόγων, συμβάλλει στην αύξηση της εμπορευσιμότητας καθώς είναι διαφορετικό το ενδιαφέρον για μια έκδοση της τάξεως του 1 δισ. ευρώ και διαφορετικό για ένα αξιόγραφο πέντε δισ. ευρώ. Αυτό το «συμμάζεμα» είναι που θα αυξήσει τη ρευστότητα, όπως ανέφερε και ο υπουργός Οικονομικών.
2 Το επιτόκιο των προς αντικατάσταση ομολόγων είναι κλιμακωτό καθώς αυτό είχε συμφωνηθεί το 2012 όταν και έγινε η έκδοσή τους. Συγκεκριμένα, το κουπόνι είχε διαμορφωθεί στο 2% για την περίοδο από το 2013 έως το 2015, στο 3% για την περίοδο από το 2016 έως το 2020, στο 3,65% και στο 4,3% ανά έτος για την περίοδο από το 2022 και μετά. Τα καινούργια ομόλογα θα έχουν σταθερό και ενιαίο επιτόκιο, το οποίο εκτιμάται ότι είναι πιο ελκυστικό για τους επενδυτές. Το επιτόκιο αυτό, δεδομένου ότι η τιμή αντικατάστασης των υφιστάμενων ομολόγων από τα καινούργια θα κινηθεί κάτω από το 100, αναμένεται να διαμορφωθεί πάνω από το 4,3%. Αν ληφθεί υπ’ όψιν το καινούργιο κουπόνι, η τιμή εξαγοράς των παλαιών ομολόγων αλλά και η διάρκεια των καινούργιων ομολόγων, το δημοσιονομικό κόστος για το δημόσιο σε επίπεδο τόκων, θα είναι περίπου το ίδιο με τη σημερινή κατάσταση.
3 Τα καινούργια ομόλογα θα λήγουν ανά πενταετία. Έτσι, οι σημερινοί κάτοχοι ομολόγων με λήξη το 2023, το 2024, το 2025, το 2026 και το 2027 θα πάρουν στα χέρια τους ένα καινούργιο ομόλογο με λήξη το 2027. Αντίστοιχα, από το 2028 μέχρι το 2032 θα υπάρχει ένα νέο ομόλογο λήξης του 2032, από το 2033 μέχρι το 2037, θα λήγει το 2037 κ.ο.κ. Οι τελευταίες λήξεις των σημερινών ομολόγων του PSI αφορούν το 2042, ενώ και τα καινούργια ομόλογα θα φτάνουν και αυτά μέχρι το συγκεκριμένο έτος. Ωστόσο, με το «συμμάζεμα» των λήξεων σε μια πενταετία, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους θα καταφέρει να ελαφρύνει τις υποχρεώσεις για τα πρώτα χρόνια μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια.
Δεδομένου ότι η συγκεκριμένη κίνηση αφορά σε αντικαταστάσεις παλαιών ομολόγων, δεν τίθεται θέμα παραβίασης του ανώτατου πλαφόν χρέους που έχει θέσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Στον κουμπαρά ρευστότητας το νέο χρήμα
Νέες εκδόσεις ελληνικών ομολόγων -θα είναι τρεις με τέσσερις, όπως είπε ο κ. Τσακαλώτος- με στόχο την πλήρη χρηματοδότηση των αναγκών της χώρας από τις αγορές μετά το τέλος του 2019 θα γίνουν μετά το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης. Το «νέο χρήμα» που θα αντληθεί από τις εκδόσεις αυτές θα διοχετευτεί για τον «κουμπαρά ρευστότητας» (buffer) που πρέπει να χρηματοδοτηθεί με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ μέχρι το καλοκαίρι του 2018 προκειμένου η επάνοδος στις αγορές από το καλοκαίρι του 2019 να γίνει με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια.