Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Αντιλαϊκά μέτρα με περιορισμένο δημοσιονομικό όφελος, αλλά εξαιρετικά αρνητική επίπτωση στην κοινωνία θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση και ήδη αναζητά τον τρόπο να αναβάλει την ενεργοποίησή τους χωρίς να μπει για μια ακόμη φορά στη διαδικασία επιβολής «ισοδύναμων μέτρων».
Ο κατάλογος περιλαμβάνει την αύξηση του ΦΠΑ στα 32 νησιά του Αιγαίου που εξακολουθούν να διατηρούν το ειδικό καθεστώς, την επιβολή του φόρου υπεραξίας στις αγοραπωλησίες ακινήτων, την πραγματική εξίσωση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων με τις εμπορικές, αλλά και τη νέα αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, μέσα από την αναπροσαρμογή των χρεώσεων για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Το δημοσιονομικό κόστος από τη μη επιβολή των συγκεκριμένων μέτρων εκτιμάται ως ιδιαίτερα χαμηλό, καθώς:
1. Η αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά πολύ δύσκολα θα αποδώσει περισσότερα από 40-50 εκατ. ευρώ, καθώς τα περισσότερα από τα νησιά που έχουν απομείνει στο ειδικό καθεστώς είτε δεν είναι τουριστικοί προορισμοί πρώτης γραμμής είτε έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές (π.χ. σεισμός στην Κω) είτε (και) από το προσφυγικό.
2. Ο φόρος υπεραξίας στα ακίνητα είναι αμφίβολο αν θα αποδώσει εισπρακτικά λόγω της συνεχιζόμενης πτώσης στις τιμές των ακινήτων. Θα είναι μετρημένες οι περιπτώσεις ιδιοκτητών που θα καταφέρουν να πουλήσουν ακίνητο μετά το 2018 σε τιμή υψηλότερη από την τιμή κτήσης.
3. Η εξίσωση των εμπορικών αξιών των ακινήτων με τις αντικειμενικές είναι συμφωνημένο να έχει δημοσιονομικά ουδέτερο αποτέλεσμα. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι θα χρειαστούν σημαντικές αυξήσεις στους φορολογικούς συντελεστές τόσο του ΕΝΦΙΑ όσο και των φόρων μεταβίβασης ακινήτων.
Το καθεστώς ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου
Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ότι το ειδικό καθεστώς του ΦΠΑ διατηρείται μέχρι το τέλος του 2017 στα νησιά των νομών Έβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου και Δωδεκανήσου, πλην της Ρόδου και της Καρπάθου όπου το ειδικό καθεστώς έχει ήδη καταργηθεί. Αν δεν υπάρξει παράταση του ειδικού καθεστώτος -κάτι που προϋποθέτει συμφωνία με τους δανειστές και νομοθετική ρύθμιση- από την 1η Ιανουαρίου 2018 οι κάτοικοι 32 νησιών θα βρεθούν αντιμέτωποι με σημαντικές επιβαρύνσεις καθώς:
1. Ο κανονικός συντελεστής θα αυξηθεί από το 17% που είναι σήμερα στο 24%, εκτοξεύοντας τις τιμές ειδικά στα καύσιμα, που αποτελούν και μεγάλο ζήτημα για τις νησιωτικές περιοχές.
2. Ο χαμηλός συντελεστής θα αυξηθεί από το 9% που είναι σήμερα στο 13%, επηρεάζοντας, μεταξύ άλλων, και τις τιμές των τροφίμων.
Στον κατάλογο των νησιών που θα επηρεαστούν από την ενδεχόμενη κατάργηση του ειδικού καθεστώτος περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η Λέσβος, η Σάμος, η Χίος, η Ικαρία, η Κως, η Κάλυμνος, η Αστυπάλαια, η Λέρος, η Σύμη κ.λπ. Δεδομένου ότι στον κατάλογο περιλαμβάνονται και τα σεισμόπληκτα νησιά του φετινού καλοκαιριού, αλλά και οι περιοχές που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προβλήματα με το προσφυγικό, η κυβέρνηση θέλει να εξασφαλίσει το «πράσινο φως» των δανειστών για τουλάχιστον άλλον ένα χρόνο παράτασης του ειδικού καθεστώτος. Το επιχείρημα είναι ήδη έτοιμο από ελληνικής πλευράς: το ελάχιστο δημοσιονομικό κόστος. Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι δεν θα τεθεί ζήτημα με τους δανειστές για μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και ότι η εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού θα είναι τέτοια που θα επιτρέψει την κάλυψη του όποιου κενού χωρίς να προκύψει καν θέμα για ισοδύναμα. Πέρυσι, η αναβολή αύξησης του ΦΠΑ εντάχθηκε στο «κοινωνικό πακέτο» της κυβέρνησης (μαζί με τη 13η σύνταξη).
Ο φόρος υπεραξίας στα ακίνητα
Ο φόρος υπεραξίας στις αγοραπωλησίες ακινήτων κανονικά θα έπρεπε να ενεργοποιηθεί από 1/1/2017, αλλά η κυβέρνηση συμφώνησε με τους δανειστές να προχωρήσει στην αναστολή επιβολής του φόρου για ακόμη έναν χρόνο, δηλαδή μέχρι 31/12/2017. Παρά το γεγονός ότι στον προϋπολογισμό του 2017 εγγράφηκε και σχετική πρόβλεψη για είσπραξη περίπου 15 εκατ. ευρώ, τελικώς το μέτρο «πάγωσε».
Για να παραμείνει ο φόρος υπεραξίας ανενεργός θα χρειαστεί καινούργια νομοθετική ρύθμιση την οποία η κυβέρνηση θέλει να καταθέσει εφόσον βρει κοινή γραμμή με το κουαρτέτο. Το βασικό επιχείρημα υπέρ της εκ νέου αναβολής στην επιβολή του φόρου είναι ότι η ζημιά που μπορεί να προκληθεί στην κτηματαγορά θα είναι πολύ μεγάλη συγκριτικά με το δημοσιονομικό όφελος. Και αυτό διότι σε μια χρονιά ευρύτατων αλλαγών για τη φορολογία ακινήτων (λόγω της προωθούμενης αλλαγής στις αξίες υπολογισμού του φόρου) θα έρθει να προστεθεί άλλος ένας γραφειοκρατικός γολγοθάς. Ο φόρος υπεραξίας βαραίνει τον πωλητή και υπολογίζεται με συντελεστή 15% επί της διαφοράς «τιμή πώλησης μείον τιμή αγοράς». Σε μια περίοδο, όμως, που κυριαρχούν οι πωλητές έναντι των αγοραστών, η επιβολή ενός τέτοιου φόρου μπορεί να προκαλέσει νέα πίεση στις τιμές και μάλιστα σε χρονική συγκυρία κατά την οποία η κτηματαγορά προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της ύστερα από πολυετή περίοδο κρίσης.
Εξίσωση εμπορικών και αντικειμενικών αξιών
Η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει περάσει το σχετικό νομοσχέδιο από τη Βουλή μέχρι το τέλος του χρόνου προκειμένου το νέο σύστημα αξιών να βρίσκεται σε πλήρη ισχύ από τις αρχές του 2018. Η εξίσωση -εφόσον προχωρήσει, καθώς παρά το γεγονός ότι είναι προαπαιτούμενο στο μνημόνιο εδώ και 2-3 χρόνια το θέμα πηγαίνει από αναβολή σε αναβολή- θα επιφέρει πολλές αλλαγές στους συντελεστές υπολογισμού των φόρων ακινήτων. Απομένουν τέσσερις μήνες μέχρι το τέλος του έτους και ουσιαστικά το μόνο βήμα που έχει γίνει είναι η συγκρότηση της επιτροπής -υπό τον υπουργό Οικονομικών- που θα αναλάβει να φέρει σε πέρας το έργο.
Γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση θα ήθελε να αποφύγει σε αυτή τη φάση την εξίσωση των αντικειμενικών αξιών με τις εμπορικές για να μην προκαλέσει άλλο ένα σοκ στην κτηματαγορά. Πραγματική εξίσωση των εμπορικών αξιών με τις αντικειμενικές θα οδηγούσε σε πολύ μεγάλη αύξηση των συντελεστών υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ, σε κατακόρυφη μείωση του αφορολόγητου στον συμπληρωματικό φόρο (σήμερα διαμορφώνεται στις 200.000 ευρώ), αλλά και σε αύξηση όλων των συντελεστών υπολογισμού των φόρων μεταβίβασης. Αν δεν καταστεί τελικώς εφικτό να αναβληθεί για ακόμη έναν χρόνο η εξίσωση των αντικειμενικών αξιών με τις εμπορικές, το βάρος θα πέσει ώστε οι νέες αξίες βάσει των οποίων θα υπολογίζονται οι φόροι να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στις σημερινές αντικειμενικές, ώστε να αποφευχθούν και οι μεγάλες αυξήσεις φορολογικών συντελεστών.
Οι ΥΚΩ και η ΔΕΗ
Το να περάσει στους καταναλωτές -μέσα από νέες ανατιμήσεις στους λογαριασμούς της ΔΕΗ- το κόστος των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (η κάλυψη του οποίου αποτελεί μνημονιακή απαίτηση) αποτελεί άλλον έναν «πονοκέφαλο» για την κυβέρνηση. Δεδομένου, μάλιστα, ότι το κόστος ανεβαίνει στα 360 εκατ. ευρώ, είναι ίσως ο μεγαλύτερος «πονοκέφαλος», έστω κι αν στο τραπέζι υπάρχει πρόταση για σταδιακή καταβολή του συγκεκριμένου ποσού στη ΔΕΗ σε βάθος 2-3 ετών.
Προ ημερών η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας πρότεινε να μην αναληφθεί το κόστος από τους καταναλωτές, αλλά από τον κρατικό προϋπολογισμό. Συγκεκριμένα, προτάθηκε να επιστραφεί από το υπουργείο Οικονομικών στον ειδικό λογαριασμό ΥΚΩ ένα μέρος από το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εισπράττει κάθε χρόνο το Δημόσιο από το πετρέλαιο που χρησιμοποιούν οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στα νησιά. Κάτι τέτοιο, επειδή επηρεάζει άμεσα τον κρατικό προϋπολογισμό, απαιτεί συμφωνία με τους δανειστές. Οι σχετικές διαπραγματεύσεις, μάλιστα, πρέπει να ολοκληρωθούν πολύ σύντομα, καθώς η αποζημίωση της ΔΕΗ για το κοινωνικό τιμολόγιο αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης.