Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Αύξηση του ΑΕΠ κατά 90 δισ. δολ. ή κατά 30% θα μπορούσε να πετύχει η Ελλάδα εάν φρόντιζε να εντάξει περισσότερες γυναίκες στην αγορά εργασίας, ενώ τα οφέλη για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ στην περίπτωση που ακολουθούσαν όλες οι κυβερνήσεις το ίδιο παράδειγμα θα ήταν ανεκτίμητα - με αύξηση του συνολικού ΑΕΠ κατά 6 τρισ. δολ. ή 12%.
Η πρόσφατη έκδοση της μελέτης «Women in Work Index» της PwC δείχνει ότι υπάρχουν σημαντικά μακροπρόθεσμα οικονομικά πλεονεκτήματα από την αύξηση του ποσοστού της γυναικείας απασχόλησης στα επίπεδα της Σουηδίας.
Σημειώνεται ότι στη Σουηδία η ανεργία στις γυναίκες είναι μονοψήφιο ποσοστό, περίπου 7%, ενώ στην Ελλάδα αγγίζει το 30%.
Με βάση δε το σενάριο της υιοθέτησης πολιτικών για βελτίωση της απασχολησιμότητας των γυναικών, η Ελλάδα απολαμβάνει τα μεγαλύτερα οφέλη συγκριτικά με τις άλλες χώρες, ως προς το ποσοστό αύξησης (30%) του ΑΕΠ της μαζί με το Μεξικό (28%) και την Ιταλία (27%), ενώ σε απόλυτο μέγεθος οι πλέον ωφελημένες είναι οι ΗΠΑ με 1,75 τρισ. δολ.
Στο πλαίσιο της έκθεσης οι αναλυτές μελετούν το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων, το οποίο -όπως διαπιστώνουν- παραμένει σημαντικό ζήτημα παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στις αμοιβές των γυναικών.
Μάλιστα διαπιστώνεται ότι η επίτευξη της μισθολογικής ισότητας στις χώρες του ΟΟΣΑ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του συνόλου των εισοδημάτων των γυναικών κατά 2 τρισ. δολάρια.
Οι χώρες του ΟΟΣΑ που φαίνεται να κάνουν τη μεγαλύτερη πρόοδο στη βελτίωση της οικονομικής χειραφέτησης των γυναικών είναι οι σκανδιναβικές χώρες, με την Ισλανδία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία να καταλαμβάνουν τις 3 πρώτες θέσεις στην πρόσφατη κατάταξη. Βέβαια η Νορβηγία, αν και διατηρεί μια από τις κορυφαίες θέσεις στον δείκτη, εμφανίζει χαμηλότερη συνολική βαθμολογία σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ως αποτέλεσμα της αύξησης του ποσοστού ανεργίας των γυναικών κατά το τελευταίο έτος (4% από 3%).
Η Πολωνία είναι από τις χώρες με τη μεγαλύτερη πρόοδο, καθώς ανέβηκε στην πρώτη δεκάδα (θέση 9 από 12 στην περσινή κατάταξη) χάρη στα οφέλη που αποκόμισε από τη μείωση της ανεργίας στις γυναίκες. Οι υπόλοιπες θέσεις της δεκάδας καταλαμβάνονται από τη Νέα Ζηλανδία, τη Σλοβενία, τη Δανία, το Λουξεμβούργο, τη Φινλανδία και την Ελβετία. Όσο για την Ελλάδα, παραμένει στον πάτο της κατάταξης (31η σε σύνολο 33 χωρών) αν και ανέβηκε μία θέση σε σχέση με πέρυσι (31η από 32η), ακολουθούμενη από την Κορέα (32η) και το Μεξικό (33η).
Κατά την τελευταία πενταετία οι χώρες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη βελτίωση (αναβάθμιση θέσεων στη γενική κατάταξη) είναι το Ισραήλ (στη 14η θέση από την 26η πριν από πέντε χρόνια), η Πολωνία (9η από 19η), το Βέλγιο (12η από 20ή), η Νέα Ζηλανδία (4η από 8η) και το Ηνωμένο Βασίλειο (13η από 17η). Αντίθετα υποβάθμισαν στο ίδιο διάστημα τη θέση τους η Αυστρία (22η από 13η), η Δημοκρατία της Τσεχίας (24η από 15η), η Πορτογαλία (15η από 5η) και οι ΗΠΑ (στην 20ή από την 9η θέση).
Το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων αποτελεί μείζονα πρόκληση, με την ισότητα να απέχει ακόμα δεκαετίες, όπως σημειώνουν οι αναλυτές.
Μισθολογικό χάσμα
Σύμφωνα με τη μελέτη, συνεχίζουν να γίνονται αργά αλλά σταθερά βήματα, ωστόσο το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων παραμένει κρίσιμο ζήτημα αφού η μέση εργαζόμενη γυναίκα στις χώρες του ΟΟΣΑ πληρώνεται 16% λιγότερο από τον άνδρα συνάδελφό της, παρά το γεγονός ότι έχει τα ίδια ή περισσότερα προσόντα. Και όπως φαίνεται το πρόβλημα ξεκινά από νωρίς αφού όπως έδειξε βρετανική έρευνα τα νεαρά αγόρια παίρνουν 13% μεγαλύτερο χαρτζιλίκι από τα κορίτσια της ηλικίας τους. Επίσης, πολλές γυναίκες περνούν περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι οι άνδρες φροντίζοντας τα παιδιά και την οικογένεια. Συχνά χρειάζεται να διακόψουν τη σταδιοδρομία τους είτε να περάσουν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. μετά από μια εγκυμοσύνη) με συμβάσεις μερικής απασχόλησης.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα επιβράδυνση της εξέλιξης των αποδοχών τους (Connolly and Gregory, 2008). Μια μελέτη του IFS (2016) έδειξε ότι το μισθολογικό χάσμα τείνει να διευρύνεται μετά τη γέννηση των παιδιών. Επίσης μια μελέτη των Olsen και Walby (2006) έδειξε ότι οι διαφοροποιήσεις στις μορφές της εργασιακής ζωής εξηγούν πάνω από το ένα τρίτο των περιπτώσεων μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων.
Η προσιτή και ποιοτική παιδική μέριμνα αποτελεί μια πολιτική που διευκολύνει την απασχολησιμότητα των γυναικών. Όπως έδειξε η ανάλυση της PwC, ένας από τους βασικούς παράγοντες της διαφοράς των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων είναι οι διαφορές στις μορφές εργασιακής ζωής των ανδρών και των γυναικών, οι οποίες επιδεινώνονται από το κόστος της παιδικής μέριμνας. Το κόστος παιδικής φροντίδας συσχετίζεται θετικά με το χάσμα αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων.
Η αύξηση της διαθεσιμότητας προσιτής παιδικής μέριμνας θα μπορούσε να μειώσει την ανάγκη των γυναικών να διαθέτουν χρόνο στην παιδική φροντίδα επιτρέποντάς τους μεγαλύτερη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό.
Επίσης οι ανισότητες διευρύνονται όσο οι γυναίκες συνωστίζονται σε τομείς με χαμηλότερες παροχές όπως η κοινωνική μέριμνα και η εκπαίδευση.
Ακόμη και εντός άλλων κλάδων όμως οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να αναλάβουν χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις, όπως είναι οι διοικητικοί ρόλοι, ενώ είναι λιγότερο πιθανό να αναλάβουν ανώτερους ή διευθυντικούς ρόλους.
Η πρόοδος
Η γεφύρωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων σε χώρες όπως η Πολωνία, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο θα μπορούσε να επιτευχθεί πλήρως μέσα σε διάστημα δύο δεκαετιών, αν φυσικά συνεχιστούν οι υφιστάμενες τάσεις. Ωστόσο, η πολύ βραδύτερη πρόοδος που καταγράφεται στη Γερμανία και στην Ισπανία συνεπάγεται ότι το χάσμα στις χώρες αυτές ίσως να μη γεφυρωθεί στο κοντινό μέλλον, αν και η ανάδειξη του θέματος σε πολιτική προτεραιότητα θα μπορούσε να επιταχύνει την πρόοδο. Με βάση τους σημερινούς ρυθμούς το μισθολογικό αυτό χάσμα στις χώρες του ΟΟΣΑ θέλει άλλα 95 χρόνια για να κλείσει.
Ο Yong Jing Teow, οικονομολόγος της PwC και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης, σημειώνει ότι οι επιχειρήσεις και τα κράτη μπορούν να κάνουν πολύ περισσότερα για να αντιμετωπίσουν τις αιτίες του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων οι οποίες έχουν βαθιές ρίζες.
Πολιτικές που βελτιώνουν την πρόσβαση σε προσιτή φροντίδα για τα παιδιά και γονική άδεια που μοιράζεται μεταξύ των γονέων, έχουν αποδειχθεί ότι οδηγούν τις γυναίκες σε καλύτερης ποιότητας θέσεις εργασίας.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις μπορούν να προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες ευέλικτης εργασίας, επιτρέποντας έτσι στις εργαζόμενές τους να διαχειρίζονται τις οικογενειακές υποχρεώσεις τους σε συνδυασμό με την εργασία τους.
Η μεθοδολογία
Σημειώνεται ότι ο δείκτης Women in Work της PwC αποτελεί το σταθμισμένο μέσο όρο διαφόρων μετρήσιμων παραγόντων που αντανακλούν την οικονομική χειραφέτηση των γυναικών, όπως η ισότητα των εισοδημάτων, η δυνατότητα πρόσβασης των γυναικών σε ευκαιρίες απασχόλησης και η ασφάλεια στην εργασία.
Η μεθοδολογία για τη μέτρηση των ωφελειών από τη γεφύρωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων αφορά την εκτίμηση της πιθανής αύξησης του συνόλου των εισοδημάτων των γυναικών από την εξίσωση των ετήσιων μέσων εισοδημάτων των γυναικών με τα μέσα ετήσια εισοδήματα των ανδρών. Επίσης, τα δεδομένα που αξιοποιεί η ανάλυση προέρχονται από τον ΟΟΣΑ και τη Eurostat.