Handelsblatt: Έτοιμη για ελάφρυνση χρέους υπό όρους η Μέρκελ

Παρασκευή, 24 Φεβρουαρίου 2017 08:32
UPD:08:44
REUTERS/BPA

«Τώρα θα πρέπει να ενταθεί η πίεση στον Αλέξη Τσίπρα ώστε να εκπληρώσει όλους τους όρους. Σε αυτό συμφώνησαν η Μέρκελ και η Λαγκάρντ», γράφει η Handelsblatt. 

Η Γερμανίδα καγκελάριος θα δεχθεί ελάφρυνση του ελληνικού χρέους εφόσον η Αθήνα νομοθετήσει τα πρόσθετα μέτρα, γράφει η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, επικαλούμενη πληροφορίες από τη συνάντηση της Άγκελα Μέρκελ με την επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.

Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξε καμία επίσημη ανακοίνωση για το περιεχόμενο των χθεσινοβραδινών διαβουλεύσεων της Άγκελα Μέρκελ με την Κριστίν Λαγκάρντ στην καγκελαρία, στο επίκεντρο των οποίων βρέθηκε το ελληνικό ζήτημα, η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt επικαλείται πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η Γερμανίδα καγκελάριος έδειξε στη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ ότι είναι έτοιμη να αποδεχθεί τις ζητούμενες από το Ταμείο ελαφρύνσεις στο ελληνικό χρέος.

Όπως σημειώνει το σχετικό ρεπορτάζ, «ουσιαστικά οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είχαν ήδη συμφωνήσει τον περασμένο Μάιο ότι μετά το τέλος του προγράμματος βοήθειας το καλοκαίρι του 2018 θα προβούν σε νέα ελάφρυνση (σ.σ. των όρων) των δανείων βοήθειας εφόσον είναι απαραίτητο». Αυτό θα εξακολουθήσει να ισχύει, υπογραμμίζει η εφημερίδα, για να προσθέσει ωστόσο ότι «η καγκελάριος φαίνεται πρόθυμη να εκπληρώσει μια επιθυμία του ΔΝΤ: Τα πιθανά μέτρα για το χρέος πρόκειται να συγκεκριμενοποιηθούν κιόλας σύντομα, ακόμη κι αν εφαρμοστούν μόλις το καλοκαίρι του 2018 και ως εκ τούτου μετά τις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές».

Συμφωνία Μέρκελ - Λαγκάρντ για πίεση στον Τσίπρα

Σύμφωνα με την Handelsblatt, η Μέρκελ και η Λαγκάρντ καθόρισαν και τη σειρά των επικείμενων βημάτων. Αυτή προβλέπει ότι «πρώτα πρέπει η Ελλάδα να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της για μεταρρυθμίσεις: Η κυβέρνηση στην Αθήνα σε καμία περίπτωση δεν έχει εκπληρώσει όλους τους υπεσχημένους όρους. Και θα πρέπει επιπρόσθετα να ψηφίσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα τεθούν σε ισχύ το 2019 και 2020».

Όπως επισημαίνει το άρθρο, το εύρος των μεταρρυθμίσεων -για παράδειγμα σε ό,τι αφορά τους φόρους και τις συντάξεις- παραμένει ακόμη επίμαχο μεταξύ των δανειστών και της Ελλάδας. Τη Δευτέρα η τρόικα πρόκειται να επιστρέψει στην Αθήνα και να διαπραγματευθεί τις λεπτομέρειες, σημειώνεται.

«Τώρα θα πρέπει να ενταθεί η πίεση στον Αλέξη Τσίπρα ώστε να εκπληρώσει όλους τους όρους. Σε αυτό συμφώνησαν η Μέρκελ και η Λαγκάρντ», γράφει η Handelsblatt. Μόνο όταν η Αθήνα έχει τελειώσει με τις μεταρρυθμίσεις και έχει ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος θα συγκεκριμενοποιηθούν οι χειρισμοί που αφορούν το χρέος, συνεχίζει η εφημερίδα του Ντύσελντορφ, σημειώνοντας ότι η καγκελάριος και η επικεφαλής του ΔΝΤ φέρονται να έχουν συζητήσει ήδη πιθανά μέτρα για το χρέος. Σύμφωνα με πληροφορίες της Handelsblatt, η γερμανική κυβέρνηση «μπορεί να φανταστεί μια επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων σε έναν ορισμένο βαθμό. Επιφυλάξεις υπάρχουν σε ό,τι αφορά τη μείωση των επιτοκίων. Κατά την άποψη του Βερολίνου δεν είναι δυνατό να περιοριστεί το ύψος των επιτοκίων. Διότι αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε ένα είδος μεταφοράς κεφαλαίων των κρατών της ευρωζώνης προς την Ελλάδα».

Bild: Δεν θα καταφέρουν ποτέ;

Σε δημοσίευμά της στο μεταξύ η εφημερίδα Bild διερωτάται με περιπαικτικό ύφος για την Ελλάδα: «Δεν θα καταφέρουν ποτέ;». Όπως σημειώνει η εφημερίδα «περί τα 32 δισ. ευρώ δόθηκαν μέχρι σήμερα στην Ελλάδα από το τρίτο πακέτο βοήθειας. Σε ανταπόδοση η χώρα επρόκειτο να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις – ωστόσο μια νέα μελέτη δείχνει ότι η κυβέρνηση εξακολουθεί να επιδεικνύει αμέλεια».

Η Bild επικαλείται στοιχεία του ερευνητικού ινστιτούτου ΙΝΕΡΠ της Αθήνας, σημειώνοντας ότι «από τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν έως το τέλος του 2016 το κοινοβούλιο δεν ψήφισε καν τα δύο τρίτα (59%). Στην πραγματικότητα μάλιστα εφαρμόστηκε μόλις περίπου το 30%. «Γίνονται ελάχιστα πράγματα και πολλά πράγματα γίνονται υπερβολικά αργά», δήλωσε σε στην εφημερίδα ο πρόεδρος του ΙΝΕΡΠ Παναγιώτης Καρκατσούλης, ο οποίος εκτίμησε ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν εφαρμόζονται οι μεταρρυθμίσεις».



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα