Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Ο «εφιάλτης του Ιουλίου» που αντιμετώπισε η κυβέρνηση το 2015, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας, επιστρέφει.
Με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών να προειδοποιεί για ακύρωση του υφιστάμενου μνημονίου σε περίπτωση αποχώρησης του ΔΝΤ και διαπραγμάτευση ενός νέου σκληρότερου, αλλά και το Ταμείο να επιμένει για την αναγκαιότητα λήψης πρόσθετων μέτρων από το 2018 και μετά, η επίτευξη συμφωνίας σε αυτή τη φάση φαντάζει εξαιρετικά δύσκολη αν κάποια απ’ τις εμπλεκόμενες πλευρές -και κυρίως η ελληνική κυβέρνηση που επείγεται- δεν οπισθοχωρήσει από τις θέσεις της.
Το ελληνικό ζήτημα θα συμπεριληφθεί στην ατζέντα του Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου, χωρίς όμως να υπάρχει προοπτική εξεύρεσης λύσης.
Η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελπίζει στη δυνατότητα συμβιβασμού μέχρι το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου ώστε να προλάβει και την πρώτη εαρινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ στις αρχές Μαρτίου για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Αν παρέλθει άκαρπο και το Eurogroup του Φεβρουαρίου, το ελληνικό ζήτημα θα παραμείνει ανοικτό, ενώ η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες -Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία- θα μπαίνουν σε διαδικασία εκλογών.
Από το Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου η ελληνική πλευρά περιμένει να προκύψει ένα σαφές μήνυμα «ξεπαγώματος» της διαπραγμάτευσης.
Μπορεί οι διαβουλεύσεις να συνεχίζονται εξ αποστάσεως, ωστόσο το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να ξεκινήσει από το σημείο όπου σταμάτησε η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης και να γίνουν ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για το τι μέλλει γενέσθαι μετά το 2018.
Μπορεί η ελληνική πλευρά να μη χαρακτηρίζει απαραίτητη την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα, ωστόσο, αν από τη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης προέκυπτε μια τέτοια εξέλιξη, αυτό θα θεωρούνταν ως καταρχήν θετική ένδειξη τουλάχιστον για να κλείσουν οι ανοικτές εκκρεμότητες της β’ αξιολόγησης: τα ενεργειακά, τα εργασιακά, αλλά και το δημοσιονομικό κενό του 2018.
Ακόμη και το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων της β’ αξιολόγησης, και ειδικά το δημοσιονομικό κενό του 2018, δεν φαντάζει εύκολο αυτή τη στιγμή.
Από το τέλος του 2016, οι Ευρωπαίοι εντόπιζαν «τρύπα» της τάξεως των 700 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2018, ενώ δεν έχει αποσαφηνιστεί -τουλάχιστον όχι δημόσια- η θέση του ΔΝΤ για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς. Μπορεί η ελληνική πλευρά να τονίζει ότι με μέτρα που έχουν προταθεί η «τρύπα» περιορίζεται στα 200-300 εκατ. ευρώ, ωστόσο φαίνεται ότι οι δανειστές δεν αποδέχονται τις ελληνικές προτάσεις.
Έτσι, παραμένουν «ζωντανά» τα σενάρια για λήψη πρόσθετων μέτρων με ορίζοντα υλοποίησης το 2018 (μεταξύ αυτών και η μείωση του αφορολογήτου) ώστε σε πρώτη φάση να συμφωνηθεί το πώς θα επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος για το τέταρτο και δυσκολότερο έτος του τρίτου μνημονίου.
Από τη στιγμή που θα κλείσει και αυτή η εκκρεμότητα, μένει να συμφωνηθεί και το τι θα γίνει μετά το 2018. Η ελληνική κυβέρνηση έχει βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση καθώς:
1. Ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ (το οποίο ζητεί μέτρα 4,5 δισ. ευρώ αν αποφασιστούν δημοσιονομικοί στόχοι 3,5% για μετά το 2018) θα οδηγήσει -σύμφωνα με τα όσα είπαν Σόιμπλε και Ρέγκλινγκ- σε εξαρχής διαπραγμάτευση για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας.
2. Ενδεχόμενη παραμονή του ΔΝΤ θα οδηγήσει σε αναγκαιότητα λήψης μέτρων της τάξεως των 4,5 δισ. ευρώ (ακόμη μεγαλύτερη περικοπή του αφορολογήτου και περικοπή υφιστάμενων συντάξεων). Η ελληνική πλευρά θα ήθελε να αποφύγει αυτόν τον σκόπελο με έναν «εξειδικευμένο κόφτη», πρόταση όμως που προς το παρόν δεν φαίνεται να βρίσκει τη σύμφωνη γνώμη των άλλων πλευρών.
Χρηματοδοτικά, η Ελλάδα μπορεί να αντέξει την καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας καθώς οι λήξεις του Φεβρουαρίου (συμπεριλαμβανομένων των τόκων) είναι της τάξεως του 1,5 δισ. ευρώ, τον Μάρτιο οι υποχρεώσεις πέφτουν κάτω από το 1 δισ., ενώ τον Απρίλιο ανεβαίνουν στα 2 δισ. ευρώ. Μάιος και Ιούνιος δεν έχουν σημαντικές λήξεις, αλλά ο Ιούλιος είναι γεμάτος υποχρεώσεις, που δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν χωρίς εκταμίευση από τον ESM.
Όπως και το 2015, οι λήξεις χρεολυσίων και οι τόκοι του Ιουλίου του 2017 αγγίζουν τα 7,5 δισ., ποσό που είναι αδύνατο να αναχρηματοδοτηθεί χωρίς τη λήψη δόσεων από τον ESM.
Β. Σόιμπλε: Ένα νέο πρόγραμμα θα είναι επαχθέστερο
Για νέο πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα, σε περίπτωση αποχώρησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), έκανε λόγο ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σε συνέντευξή του στη «Wall Street Journal».
«Εάν δεν υπάρξει θετική έκβαση στις διαπραγματεύσεις για τη β’ αξιολόγηση και αν το ΔΝΤ αποφασίσει να αποχωρήσει, τότε το τρέχον πρόγραμμα θα είναι παρωχημένο» τόνισε ο κ. Σόιμπλε.
«Το πρόγραμμα συμφωνήθηκε μόνο με την προσδοκία ότι το ΔΝΤ θα λάβει μέρος» πρόσθεσε και υπογράμμισε: «Αν καταστεί παρωχημένο, τότε θα έχουμε μια κατάσταση στην οποία θα πρέπει να καταλήξουμε σε κάτι καινούργιο. Δεν θα το συνιστούσα αυτό στην ελληνική κυβέρνηση.
Αλλά θα ήμουν απολύτως ήρεμος. Η γερμανική Βουλή θα έπρεπε πρώτα να συζητήσει και να συμφωνήσει για το αν εγκρίνει ή όχι τη διαπραγμάτευση ενός νέου προγράμματος».