Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Στη μέγγενη των εκλογικών αναμετρήσεων σε τρεις χώρες της Ευρωζώνης το 2017 βρίσκεται η δεύτερη αξιολόγηση αλλά και συνολικά το ελληνικό πρόγραμμα, εάν δεν συμμετάσχει, τελικά, το ΔΝΤ. Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προειδοποίησε πως εάν αποχωρήσει το Ταμείο, ακυρώνεται η τρέχουσα συμφωνία και τότε θα έχουμε μια κατάσταση στην οποία θα πρέπει να καταλήξουμε σε κάτι καινούργιο. «Δεν θα το συνιστούσα αυτό στην ελληνική κυβέρνηση» προειδοποίησε, υπαινισσόμενος σαφώς ένα δυσκολότερο πρόγραμμα.
Ωστόσο αν η κυβέρνηση προχωρήσει τώρα σε συμφωνία θα υποχρεωθεί να λάβει νέα σκληρά μέτρα. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, στην τελευταία συνεδρίαση του ΕWG ο Ολλανδός εκπρόσωπος προειδοποίησε ότι η κυβέρνησή του στην παρούσα φάση, λίγο πριν από τις εκλογές του Μαρτίου, δεν πρόκειται να εγκρίνει συμφωνία χωρίς εμπλοκή σε αυτή του ΔΝΤ. Δεν θέλουν επίσης να βρίσκεται στο τραπέζι το ελληνικό ζήτημα πέραν του Φεβρουαρίου. Ακολουθεί αμέσως μετά η Γαλλία, όπου στις 23 Μαΐου θα διεξαχθεί ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών και στις 7 Ιουνίου ο δεύτερος, ενώ στις 11 και 18 Ιουνίου θα γίνουν σε δύο γύρους οι βουλευτικές εκλογές και το φθινόπωρο οι γερμανικές εκλογές.
Οι διεργασίες με στόχο την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης εντείνονται, ενώ ορόσημο θεωρείται πλέον το Εurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, ώστε το ελληνικό ζήτημα να έχει κλείσει πριν από τις ολλανδικές εκλογές, στις 15 Μαρτίου.
Όπως επισήμανε χθες Ευρωπαίος αξιωματούχος, γίνονται συζητήσεις εξ αποστάσεως μεταξύ των επικεφαλής των θεσμών και της κυβέρνησης και πολλά θα κριθούν στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στις 26 Ιανουαρίου. Ο ίδιος εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα, ωστόσο υπογράμμισε ότι για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα απαιτηθεί πολιτική βούληση απ’ όλες τις πλευρές.
Στις Βρυξέλλες αναγνωρίζουν τις σημαντικές δυσκολίες που υπάρχουν για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τόσο στο εσωτερικό των δανειστών όσο και στην κυβέρνηση, τονίζουν όμως σε όλους τους τόνους ότι σε καμία περίπτωση η διαπραγμάτευση δεν θα πρέπει να παραταθεί πέραν του Φεβρουαρίου, λόγω των ολλανδικών εκλογών και όχι μόνο.
Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, στην τελευταία συνεδρίαση της Ομάδας Εργασίας (ΕWG) του Eurogroup, ο Ολλανδός εκπρόσωπος προειδοποίησε ότι η κυβέρνησή του στην παρούσα φάση δεν πρόκειται να εγκρίνει συμφωνία χωρίς εμπλοκή σε αυτή του ΔΝΤ. Δεν θέλουν επίσης να βρίσκεται στο τραπέζι το ελληνικό ζήτημα πέραν του Φεβρουαρίου. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι το μήνυμα αυτό έχει μεταφέρει ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε τόσο στον Αλέξη Τσίπρα όσο και σε άλλους ομολόγους του της Ευρωζώνης.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις για τις βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία φέρουν πρώτο κόμμα τους Φιλελεύθερους του Μαρκ Ρούτε και δεύτερο τους λαϊκιστές του Γκέερτ Βίλντερς, ενός εκ των μεγαλύτερων πολέμιων των ελληνικών διασώσεων, ενώ όλα δείχνουν ότι καταποντίζονται οι Σοσιαλιστές του Γερούν Ντέισελμπλουμ. Ο πρόεδρος του Εurogroup είναι αμφίβολο αν θα παραμείνει στη θέση του, δεδομένου ότι είθισται επικεφαλής των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης να είναι εν ενεργεία υπουργός Οικονομικών. Πάντως, ο ίδιος σε συνέντευξή του σε βελγική εφημερίδα, το Σάββατο, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να παραμείνει ακόμη κι αν το κόμμα του δεν βρίσκεται στην επόμενη κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι το ελληνικό ζήτημα θα πρέπει να κλείσει πριν από τις ολλανδικές εκλογές και όχι μετά γιατί ο σχηματισμός κυβέρνησης στη χώρα αυτή εκτιμάται ότι θα πάρει αρκετό χρόνο και όσο βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή η διαδικασία, η μεταβατική κυβέρνηση δεν έχει μεγάλα περιθώρια ελιγμών.
Ακολουθεί αμέσως μετά η Γαλλία, όπου στις 23 Απριλίου θα διεξαχθεί ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών και στις 7 Μαΐου ο δεύτερος, ενώ στις 11 και 18 Ιουνίου θα γίνουν σε δύο γύρους οι βουλευτικές εκλογές.
Με δεδομένη τη στάση της Μαρίν Λεπέν κατά της Ευρωζώνης και των διασώσεων χωρών, κανένα από τα άλλα κόμματα δεν θα ήθελε την παραπάνω περίοδο τη συζήτηση του ελληνικού ζητήματος.
Επίσης, το φθινόπωρο ακολουθούν οι εκλογές στη Γερμανία, στις οποίες ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν θα ήθελε να πάει με το ελληνικό θέμα ανοιχτό ή να φανεί πως η Γερμανία υποχωρεί και εμφανίζεται ελαστική.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία μέσα στον Φεβρουάριο για το κλείσιμο της αξιολόγησης, το όλο θέμα θα μπει στο «ψυγείο» μέχρι το τέλος Ιουνίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε σχέση με την εξυπηρέτηση δανειακών αναγκών της Ελλάδας.
Προς την κατεύθυνση της επίσπευσης κινείται και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία τις τελευταίες μέρες καταβάλλει προσπάθειες για την άρση του αδιεξόδου και την επανεκκίνηση της διαδικασίας ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης.
Στις Βρυξέλλες θεωρούν πιθανή το αμέσως επόμενο διάστημα τη σύγκληση του Washington Group, δηλαδή της ομάδας των δανειστών, η οποία από το 2011 συνεδριάζει όταν υπάρχει ένα μεγάλο θέμα ανοικτό σε σχέση με την Ελλάδα προκειμένου να συντονιστούν οι ενέργειες όλων των πλευρών. Στην ομάδα αυτή συμμετέχουν το ΔΝΤ, η Κομισιόν, η ΕΚΤ, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία.
Εν τω μεταξύ, στο ελληνικό ζήτημα αναφέρθηκε και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Κλάους Ρέγκλινγκ, σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg, αλλά και σε άρθρο του στην εφημερίδα «South China Morning Post».
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο της Ευρωζώνης, εάν το ΔΝΤ δεν συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, αυτό θα αποτελούσε μια θεμελιώδη αλλαγή και θα απαιτούσε την έγκριση της γερμανικής Βουλής.
Πάντως, όπως είπε, οι Ευρωπαίοι θέλουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ, δεδομένου ότι ο διεθνής οργανισμός έχει συμμετάσχει στα άλλα δύο ελληνικά προγράμματα, αλλά και στα προγράμματα της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου.
Αναφορικά με τις διαφωνίες που υπάρχουν στους κόλπους των δανειστών, είπε ότι οι Ευρωπαίοι έχουν την άποψη πως είναι καλό να υπάρχει δέσμευσή τους για μεγαλύτερη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, όταν αυτή χρειαστεί, ενώ το ΔΝΤ θέλει νωρίτερα της αποφάσεις. «Αυτό είναι μέρος της διαφωνίας μας, που δεν έχουμε λύσει», επισήμανε.
Σχετικά με την πορεία του προγράμματος, επισήμανε ότι ναι μεν δεν υπάρχει συμφωνία σε όλα μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης, ωστόσο, όπως είπε, «δεν πρέπει να αγνοούμε ότι έχουμε προχωρήσει πολύ. Στο πλαίσιο αυτό υπάρχουν κάποια προβλήματα που δεν πρέπει να υπερτονίζονται, καθώς βρισκόμαστε στο μέσο του προγράμματος».
Για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, ο κ. Ρέγκλινγκ είπε ότι ορισμένα από αυτά μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα (από τον Ιανουάριο), ενώ η εφαρμογή άλλων θα γίνει έως το τέλος του 2017. «Χρειαζόμαστε ακόμη», είπε, «κάποια νομικά σημαντική απόφαση από το Συμβούλιο των Διευθυντών του ESM, κάτι που αναμένεται να γίνει τις αμέσως επόμενες ημέρες».
Γενικότερα, μέσω των δανείων από τον ΕΜΣ η Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Ρέγκλινγκ, εξοικονομεί 8 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 4,5% του ΑΕΠ της. Για τις επιπτώσεις των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης που αποφάσισε το Εurogroup στις 5 Δεκεμβρίου, είπε ότι θα μειώσουν κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το χρέος έως το 2060.
Morgan Stanley: Τελειώνει ο χρόνος για ένταξη στο QE
Ουδέτερη (αλλά ελπιδοφόρα) δηλώνει η Morgan Stanley για την Ελλάδα, προειδοποιώντας ωστόσο ότι τελειώνει ο χρόνος για την ένταξη στο QE προτού αρχίσει η σταδιακή απόσυρσή του από την ΕΚΤ και αν και η β’ αξιολόγηση αναμένεται να ολοκληρωθεί έπειτα από αρκετές... λακκούβες, το «πότε» παραμένει αβέβαιο.
Όπως τονίζει η MS, η Ελλάδα σε ό,τι αφορά το επίπεδο χρέους αποτελεί μία ειδική περίπτωση. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ είναι μη βιώσιμος. Αλλά είναι αυτή σωστή μέτρηση της βιωσιμότητας του χρέους; Για μία οικονομία που έχει πρόσβαση στις αγορές είναι, αν και ο δανεισμός με ένα τόσο υψηλό επίπεδο χρέους θα ήταν αδύνατος. Αλλά η Ελλάδα χρηματοδοτείται μέσω του προγράμματος διάσωσης με πολύ ευνοϊκούς όρους. Όσο τηρεί τους όρους του προγράμματος, τα χρήματα για την εξυπηρέτηση του χρέους θα έρχονται. Το σχέδιο χρηματοδότησης έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε το ελληνικό Δημόσιο να αναλαμβάνει το χρηματοδοτικό άγχος αν οι αξιολογήσεις δεν κλείνουν. Η Ελλάδα έχει σήμερα μια (σχεδόν) ισορροπημένη κατάσταση χρηματοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι οι εκταμιεύσεις του προγράμματος συνεχίζονται.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι, όσο το σχέδιο διάσωσης παρέχει τη χρηματοδότηση, η Ελλάδα είναι «βιώσιμη» από την άποψη της εξυπηρέτησης του χρέους (αν και όχι από τη σκοπιά επιστροφής στις αγορές).
Σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η MS τονίζει ότι το ΑΕΠ επεκτείνεται και πάλι και αναμένει περαιτέρω πρόοδο, αν και τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή η ανάκαμψη φαίνεται περισσότερο «αντανακλαστική» παρά βιώσιμη.
Η λιτότητα θα γίνει λιγότερο αυστηρή με την πάροδο του χρόνου, αλλά είναι ακόμα πολύ σφιχτή. Η ελάφρυνση του χρέους είναι πάρα πολύ μικρή. Η MS περιμένει να γίνουν περισσότερα στο μέλλον, αλλά όπως και το QE, το «πότε» παραμένει πιο αβέβαιο όσο ποτέ.
Όσο περισσότερο η Ελλάδα συμμορφώνεται με το πρόγραμμα διάσωσης, τόσο πιο πιθανό είναι να ενταχθεί στο QE της ΕΚΤ. Αλλά μάλλον θα πρέπει να περιμένει, πιθανώς μετά τις γερμανικές εκλογές, για μια πιο ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους. Χωρίς μία σημαντικά μεγαλύτερη παράταση της ωρίμανσης των δανείων και περιόδων χάριτος, ο ρόλος του ΔΝΤ στο πρόγραμμα διάσωσης πιθανότατα θα παραμείνει αβέβαιος και, πιο σημαντικό, η πορεία του χρέους μπορεί να μην είναι βιώσιμη, διακινδυνεύοντας την αναβολή της ένταξης στο QE μέχρι το τέλος του 2017 ή ακόμα και στο τέλος του προγράμματος διάσωσης το 2018, όταν το QE, ενδεχομένως να έχει τελειώσει.