Ανοικτά υπέρ της Ελλάδας τάσσεται ο Τζούλιο Τρεμόντι, πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι, με επιστολή του προς την εφημερίδα Κορριέρε Ντέλλα Σέρα.
«Η Ευρώπη δεν μπήκε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, αλλά είναι η παγκοσμιοποίηση η οποία μπήκε στην Ευρώπη, βρίσκοντάς την απροετοίμαστη», τονίζει στην παρέμβασή του ο Τρεμόντι και προσθέτει: «το πρόβλημα δεν είναι ότι η Ελλάδα μπήκε στην Ευρώπη, είναι ότι η Ευρώπη μπήκε στην Ελλάδα. Για την Ελλάδα η κρίση δεν προήλθε από τον δημόσιο προϋπολογισμό της, έστω και αλλοιωμένο, αλλά από τον ευρωπαϊκό ιδιωτικό χρηματιστικό τομέα».
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι πριν από την Ολυμπιάδα του 2004 άρχισαν να επενδύονται στην Ελλάδα τεράστια κεφάλαια «και για σχεδόν μια δεκαετία η "ευθυμία" αυτή ήταν διμερής, τόσο των χρεωστών, όσο και των πιστωτών, οι οποίοι εξασφάλιζαν πλούσια επιτόκια».
Σύμφωνα με τον Τρεμόντι, οι βοήθειες προς την Ελλάδα χρησίμευσαν, ιδίως στις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες, «βοήθησαν όλους, εκτός από τους Έλληνες, και είναι για τον λόγο αυτό που μετά τις ευρωπαϊκές θεραπείες, το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε και το δημόσιο χρέος αυξήθηκε».
«Μετά από όλα αυτά, είναι παράλογα τα όσα η Ευρώπη συνεχίζει να ζητά, με επιμονή, από την Ελλάδα: περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς κλπ. Υπό τις παρούσες συνθήκες τις παρεμβάσεις αυτές δεν θα τις ζητούσε ούτε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Μπορούμε, πιο ρομαντικά, να πούμε ότι ο λόρδος Βύρωνας δεν θα είχε ταχθεί και δεν θα ήταν, σήμερα, με το μέρος της τρόικας», γράφει ο Ιταλός κεντροδεξιός πολικός και οικονομολόγος με ειδίκευση σε φορολογικό δίκαιο.
Ο Τρεμόντι θεωρεί ότι όσα έγιναν τα χρόνια αυτά στην Ελλάδα αφορούν επικίνδυνα και την υπόλοιπη Ευρώπη και καταλήγει: «Η Ευρώπη θα μπορέσει να έχει ένα μέλλον πολιτισμού μόνο αν σταματήσει να εξαντλείται στον τραπεζικό υπολογισμό των επιτοκίων. Θα έχει πραγματικά ένα ωραίο μέλλον, η Ευρώπη, μόνο αν ξαναβρεί την ιστορική διάσταση και την πολιτική ένταση που χαρακτήρισαν το αρχικό της πνεύμα».