Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Σακκά
[email protected]
Την προσπάθεια των εισηγμένων εταιρειών να βελτιώσουν την χρηματοοικονομική τους εικόνα αποτυπώνουν οι οικονομικές καταστάσεις για το 2014, από τις οποίες διαπιστώνεται η διατήρηση της αποκλιμάκωσης του βραχυπρόθεσμου δανεισμού και η αύξηση των ρευστών διαθεσίμων.
Την ίδια στιγμή, όμως, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με το αυξημένο κόστος χρήματος το οποίο παραμένει υψηλό, καθώς την περσινή χρονιά και παρά τη μείωση του δανεισμού οι πληρωμές για τόκους έφτασαν τα 2,2 δισ. ευρώ απορροφώντας σχεδόν το 31% της λειτουργικής κερδοφορίας.
Οπως αποδεικνύεται από τις οικονομικές καταστάσεις που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα, το 2014 ήταν σαφώς καλύτερο από το 2013. Ομως αυτό δεν αφήνει πολλά σημάδια αισιοδοξίας και φυσικά η καλή εικόνα δεν αφορά και το σύνολο των εισηγμένων.
Μια σημαντική παράμετρος, η οποία εδώ και χρόνια χρήζει ειδικής παρατήρησης, είναι οι τόκοι και γενικότερα το χρηματοοικονομικό κόστος που παραμένει υψηλό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, λοιπόν, των οικονομικών καταστάσεων 192 εισηγμένων εταιρειών, οι εταιρείες χρεώθηκαν με τόκους που έφτασαν στα 2,02 δισ. ευρώ, ποσό ελαφρά μειωμένο σε σχέση με το 2013, οπότε οι τόκοι ήταν της τάξης του 2,09 δισ. ευρώ, όταν μάλιστα πριν από την κρίση δεν ξεπερνούσαν τα 900 εκατ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι το 33% των συνολικών τόκων αφορά σε τρεις ομίλους που φαίνεται να είναι και οι καλύτεροι Ελληνες «πελάτες» του ελληνικού και διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, δηλαδή οι ΔΕΗ, ΟΤΕ και ΕΛΠΕ.
Ολόκληρο το άρθρο στη «Ναυτεμπορική»