Έκτακτη τηλεδιάσκεψη διάρκειας μίας ώρας πραγματοποίησε το απόγευμα το Brussels Group, στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων της Ελλάδας με τους θεσμούς.
Θέμα της τηλεδιάσκεψης ήταν ο προγραμματισμός των συνεδριάσεων μέχρι τις 24 Απριλίου, όταν θα πραγματοποιηθεί το Eurogroup στη Ρίγα της Λετονίας.
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, οι συνομιλίες έγιναν σε κλίμα συνεργασίας και προσδιορίστηκε η ατζέντα των θεματικών ενότητων και το περιεχόμενό τους, που θα συζητηθούν τις επόμενες ημέρες.
Εν τω μεταξύ, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ -σε συνέντευξή της σε επτά ευρωπαϊκές εφημερίδες- εξέφρασε ανησυχία για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η κ. Λαγκάρντ σημείωσε ότι πρέπει να γίνει ακόμη πολλή δουλειά στην Ελλάδα και ότι, για τον λόγο αυτό, θα χρειαστεί μεγάλο πνεύμα συνεργασίας, προσθέτοντας ότι «από τη μεριά μας υπάρχει πλούσιο πνεύμα συνεργασίας».
Ακόμη, σχολίασε τη δήλωση του εκπροσώπου της Βραζιλίας στο ΔΝΤ, Πάολο Νογκέϊρα Μπατίστα, ο οποίος θεωρεί ότι «στην περίπτωση της Ελλάδας οι κανόνες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου παραβιάστηκαν και προσαρμόσθηκαν για να τύχουν κατανόησης οι ανάγκες της ζώνης του Ευρώ».
«Οι δηλώσεις του κυρίου αυτού είναι ανακριβείς. Είναι σαφώς μεροληπτικές και δεν βασίζονται στα γεγονότα. Παραδείγματος χάρη, εκπονήσαμε μελέτη σχετικά με την δημόσια οικονομική προσαρμογή που ζητήθηκε από το Ταμείο σε διάφορες χώρες και διαπιστώσαμε ότι η προσπάθεια που ζητήθηκε από τους Eυρωπαίους είναι μεγαλύτερη, σε όγκο και περιεχόμενο, από εκείνη που ζητήσαμε, π.χ., από χώρες της Μέσης Ανατολής όπως η Ιορδανία, η Τυνησία και το Μαρόκο», είπε σχετικά η κ. Λαγκάρντ.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ, τέλος, δήλωσε ότι «την ανησυχεί ιδιαίτερα το ότι το κόστος της κρίσης κλήθηκαν να το σηκώσουν κυρίως η οι πιο φτωχοί και η μεσαία τάξη» και συμπλήρωσε: «Για τον λόγο αυτό καταβάλλαμε προσπάθεια για να αλλάξουν τα δεδομένα. Πριν, όταν μια τράπεζα ήταν σε δύσκολη κατάσταση και χρειαζόταν βοήθεια, αυτό γινόταν με τα χρήματα των πολιτών. Τώρα δημιουργήσαμε ένα σύστημα το οποίο μεταθέτει την υποχρέωση της διάσωσης στους μετόχους των χρηματοοικονομικών οργανισμών που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση».