Αυξήθηκε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 2003

Πέμπτη, 19 Φεβρουαρίου 2004 11:27

Στα ίδια επίπεδα με τα αντίστοιχα του Δεκεμβρίου του 2002, διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο του 2003 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ενώ στο σύνολο του 2003 έναντι του 2002 το έλλειμμα παρουσίασε αύξηση κατά 76 εκατ. ευρώ.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), οι ευνοϊκές εξελίξεις στο ισοζύγιο των υπηρεσιών και στο ισοζύγιο των μεταβιβάσεων αντιστάθμισαν σχεδόν πλήρως την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων παρέμεινε περίπου σταθερό.

Ειδικότερα, οι εισπράξεις από εξαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων παρουσίασαν βελτίωση. Ωστόσο, η αξιόλογη αύξηση των πληρωμών για εισαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων αλλά και η μικρή αύξηση των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων οδήγησαν τελικά σε διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος.

Η άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών προήλθε από την αύξηση των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες, ενώ οι καθαρές εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες έμειναν σχεδόν στάσιμες.

Επισημαίνεται ότι τα στοιχεία του μηνός Δεκεμβρίου για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και πληρωμές είναι συγκρίσιμα με εκείνα του αντίστοιχου μήνα του 2002 και προέρχονται από έρευνα που διεξάγεται στα σημεία εισόδου και εξόδου της χώρας.

Τέλος, η άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταβιβάσεων αντανακλά κυρίως την άνοδο των καθαρών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης.

Αύξηση στο σύνολο του 2003

Όσον αφορά ολόκληρο το έτος 2003, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε μόνο μικρή άνοδο (κατά 76 εκατ. ευρώ) σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και διαμορφώθηκε σε 8.648 εκατ. ευρώ, με αποτέλεσμα να μειωθεί στο 5,7% του ΑΕΠ (από 6,1% το 2002).

Επισημαίνεται ότι τόσο το συνολικό εμπορικό έλλειμμα όσο και το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων μειώθηκαν.

Ειδικότερα, η άνοδος των εισπράξεων από εξαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων (κατά 521 εκατ. ευρώ) σε συνδυασμό με τη μείωση των αντίστοιχων πληρωμών για εισαγωγές (κατά 75 εκατ. ευρώ) οδήγησαν στον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος εκτός καυσίμων κατά 596 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, η μείωση του συνολικού εμπορικού ελλείμματος ήταν αισθητά μικρότερη, επειδή η δαπάνη για καθαρές εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκε κατά 531 εκατ. ευρώ. Θετικά εξελίχθηκε και το ισοζύγιο υπηρεσιών, του οποίου το πλεόνασμα διευρύνθηκε κατά 743 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας τη βελτίωση των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες, ενώ οι καθαρές εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες περιορίστηκαν.

(Υπενθυμίζεται ότι τα στοιχεία για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και πληρωμές για ολόκληρο το 2003 δεν είναι συγκρίσιμα με εκείνα για ολόκληρο το 2002, δεδομένου ότι η σχετική έρευνα που διεξάγεται στα σημεία εισόδου και εξόδου της χώρας άρχισε στα μέσα Μαΐου 2002.)

Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων διευρύνθηκε κατά 524 εκατ. ευρώ, λόγω αυξημένων πληρωμών για τόκους επί ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, γεγονός που οφείλεται στην συνεχιζόμενη αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων στους τίτλους αυτούς.

Τέλος, τον περιορισμό του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταβιβάσεων (κατά 360 εκατ. ευρώ) προκάλεσε η μείωση των καθαρών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης, η οποία υπεραντιστάθμισε την αύξηση των καθαρών μεταβιβάσεων προς τους λοιπούς τομείς.

Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών

Το Δεκέμβριο 2003 παρατηρήθηκε σημαντική καθαρή εισροή κεφαλαίων στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων (ύψους 1.144 εκατ. ευρώ). Η εξέλιξη αυτή συνδεόταν τόσο με την αύξηση των άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα από μη κατοίκους (κυρίως λόγω της εισροής κεφαλαίων για την εξαγορά της PANAFON Α.Ε.Ε.Τ. από τη VODAFON) όσο και με τη μείωση των άμεσων επενδύσεων στο εξωτερικό από κατοίκους (κυρίως επειδή μία εταιρία-κάτοικος Ελλάδος μείωσε τη συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο μιας θυγατρικής εταιρίας της στο εξωτερικό).

Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, η καθαρή εισροή ύψους 1.694 εκατ. ευρώ αντανακλά κυρίως την εισροή κεφαλαίων για τοποθετήσεις μη κατοίκων σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.

Τέλος, όσον αφορά τις "λοιπές’’ επενδύσεις, η καθαρή εκροή ύψους 1.444 εκατ. ευρώ συνδέεται κυρίως με τη μείωση των καταθέσεων και τοποθετήσεων σε repos στην Ελλάδα από μη κατοίκους.

Σε ολόκληρο το 2003 παρατηρήθηκε καθαρή εισροή ύψους 545 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων. Την ίδια περίοδο σημειώθηκε σημαντική καθαρή εισροή ύψους 12.334 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, κυρίως– όπως ήδη αναφέρθηκε– λόγω της εισροής κεφαλαίων για τοποθετήσεις μη κατοίκων σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.

Παράλληλα, αυξήθηκαν σημαντικά οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου στο εξωτερικό από κατοίκους. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης του χαρτοφυλακίου της, αύξησε τις τοποθετήσεις της σε ομόλογα κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ και μείωσε τις τοποθετήσεις της σε νομίσματα χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, με αποτέλεσμα αντίστοιχη μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της (στα οποία δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ).

Τέλος, στην κατηγορία των «λοιπών» επενδύσεων σημειώθηκε καθαρή εκροή 7.624 εκατ. ευρώ. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν αφενός η συνεχιζόμενη σημαντική εκροή για καταθέσεις και τοποθετήσεις σε repos στο εξωτερικό από κατοίκους (κυρίως από πιστωτικά ιδρύματα), η οποία αντανακλά την όλο και μεγαλύτερη ενοποίηση των χρηματαγορών στη ζώνη του ευρώ, και αφετέρου η αποπληρωμή δανείων σημαντικού ύψους, κυρίως από τον τομέα της γενικής κυβέρνησης.

Στο τέλος του 2003 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 4,6 δισεκ. ευρώ.

Ήδη από τους πρώτους μήνες του 2003, η Τράπεζα της Ελλάδος διαφοροποίησε τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, μειώνοντας τις τοποθετήσεις της σε νομίσματα χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ (κυρίως σε δολάρια ΗΠΑ), τα οποία περιλαμβάνονται στα συναλλαγματικά διαθέσιμα, και αυξάνοντας εκείνα τα στοιχεία του ενεργητικού της που έχουν καλύτερες αποδόσεις ή είναι εκφρασμένα σε ευρώ (κυρίως ομόλογα κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στα συναλλαγματικά διαθέσιμα).

Δεδομένου ότι έχει μειωθεί η ανάγκη για διατήρηση υψηλών αποθεμάτων σε ξένα νομίσματα, με τον τρόπο αυτό η Τράπεζα της Ελλάδος βελτίωσε την αποδοτικότητα των επενδύσεών της και περιόρισε τον κίνδυνο των λογιστικών ζημιών που θα προέκυπταν από τη συνεχιζόμενη υποχώρηση του δολαρίου ΗΠΑ και την ανατίμηση του εγχώριου νομίσματος, δηλαδή του ευρώ.

(Υπενθυμίζεται ότι, από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη «συναλλαγματική θέση» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα «ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα» και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ.

Αντίθετα, δεν περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τις απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ, και τη συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ).

Σημείωση: Τα στατιστικά στοιχεία για το Ισοζύγιο Πληρωμών του μηνός Ιανουαρίου 2004 θα ανακοινωθούν στις 19 Μαρτίου 2004.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα