Συγκρατημένα αισιόδοξη δηλώνει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), διά στόματος του προέδρου της, Βασίλη Κορκίδη, ο οποίος εκτιμά πως η διαβούλευση της κυβέρνησης με τους εταίρους μπορεί να άρχισε, αλλά η διαπραγμάτευση απέχει πολύ στο να καταλήξει σε ασφαλή λύση.
«Η ιστορία διδάσκει και η σύγχρονη πραγματικότητα επιβεβαιώνει, ότι η διαπραγμάτευση είναι μια δύσκολη υπόθεση, αφού συνήθως δεν παίρνεις ό,τι αξίζεις, αλλά αυτό που διαπραγματεύεσαι», τονίζει ο κ. Κορκίδης. Εκφράζει, πάντως, την ελπίδα πως μετά την κλιμάκωση της έντασης, θα ακολουθήσει η εκτόνωση. «Είναι αυτονόητο ότι επιθυμούμε το θετικό σενάριο της διαπραγμάτευσης και φυσικά της συμφωνίας. Για την αγορά υπάρχει μία μόνο αντίδραση. Ψυχραιμία», επισημαίνει.
Η ΕΣΕΕ εκτιμά πως η συνεργασία της κυβέρνησης με την εταιρεία Lazard δείχνει ότι υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης που μπορεί να οδηγήσει σε ένα νέο συμβόλαιο και σε εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της Ελλάδας. Αυτό που θα πρέπει να κατανοήσουν οι εταίροι μας, επισημαίνει η Συνομοσπονδία, είναι ότι αυτή η διαπραγμάτευση δεν αφορά απλά ομόλογα, μετοχές ή επιτόκια αλλά τις ζωές και τις ελπίδες ενός λαού. Αφορά στην καθημερινότητα απλών ανθρώπων. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που οι πολίτες από όλο το κομματικό φάσμα εκφράζουν ικανοποίηση και μικρή αισιοδοξία.
Είναι πλέον σαφές, ότι η Ευρώπη θα πρέπει να βάλει φρένο στις περιοριστικές πολιτικές και αντί της λιτότητας την οποία με τη πάροδο του χρόνου το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία των αδύναμων οικονομικά χωρών δεν μπορούν να αντέξουν, να προκρίνει ένα δυναμικό αναπτυξιακό πλαίσιο, τονίζει, μεταξύ άλλων, ο κ. Κορκίδης.
Υποστηρίζει επίσης πως η ομοβροντία δηλώσεων των Ευρωπαίων εταίρων στις ελληνικές προτάσεις, παρά τις ωμές απειλές και τους οικονομικούς εκβιασμούς, ότι η Ελλάδα ρισκάρει τη χρεοκοπία της, δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται με πανικό. Οι αντιδράσεις τους άλλωστε δείχνουν ότι είναι στις προθέσεις τους η Ελλάδα να παραμείνει στην Ευρωζώνη ακόμα και εάν αυτό απαιτεί συμβιβασμούς από όλες τις πλευρές.
Επιπλέον, εκ μέρους της Γερμανίας, παρά το «όχι σε όλα» της Άγκελα Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, η ΕΣΕΕ εκτιμά πως θα υπάρξουν αλλαγές στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά χωρίς μονομερείς αποφάσεις. Η αντικατάσταση της τρόικας με έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό επιτήρησης του προγράμματος, μπορεί να προκύψει από μια νέα πολιτική συμφωνία εξασφάλισης ρευστότητας και να αλλάξει το κλίμα στη χώρα μας.
Αναφορικά με τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, οι απώλειες των 6,75 δισ. ευρώ και η συρρίκνωση της συνολικής χρηματιστηριακής αξίας τους στα 12 δισ. ευρώ, δημιουργεί ιδιαίτερη ανησυχία, σε συνδυασμό με την απόφαση της ΕΚΤ να συνεχίσει τη χρηματοδότηση μέχρι 18 Φεβρουαρίου, μέσω του έκτακτου μηχανισμού ρευστότητας ELA ύψους 10 δισ. ευρώ. Βεβαίως αυτό μεταφράζεται σε αύξηση του επιτοκίου δανεισμού στο 1,55%, αλλά είναι μια ένδειξη ότι εάν επρόκειτο να εγκαταλείψουμε την Ευρωζώνη, είναι βέβαιο ότι δεν θα τα ενέκριναν, σημειώνει η ΕΣΕΕ.
Είναι ταυτόχρονα σαφές ότι η άτεγκτη προθεσμία της 11ης Φεβρουαρίου που ετέθη από την ΕΚΤ για την κατάληξη των όποιων συζητήσεων, με την απειλή της μη αγοράς ελληνικών ομολόγων, δημιουργεί μία αίσθηση επείγοντος που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν από την ελληνική πολιτική ηγεσία.
Σε κάθε περίπτωση, προσθέτει η ΕΣΕΕ, ο επιχειρηματικός κόσμος τελεί σε αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, με την ελπίδα ότι θα ταυτίζονται με τις προεκλογικές εξαγγελίες αναφορικά με τη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Η ΕΣΕΕ ως θεσμικός εκπρόσωπος του ελληνικού εμπορίου και κοινωνικός εταίρος επιθυμεί την επίτευξη μιας αμοιβαίας πολιτικής και οικονομικής συμφωνίας, που θα ανταποκρίνεται στις ευρωπαϊκές απαιτήσεις, αλλά και στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
Ωστόσο, όσο η Ελλάδα θα βρίσκεται στο προσκήνιο της διεθνούς και ευρωπαϊκής επικαιρότητας, η διαπραγμάτευση θα εκκρεμεί και η πολιτική αμφισβήτηση θα μονοπωλεί την καθημερινότητά μας, η ελληνική αγορά θα βρίσκεται σε απραξία, προσθέτει ο κ. Κορκίδης στη δήλωσή του.