Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Οταν δανειστής και δανειζόμενος συμφωνούν ότι ο δεύτερος μπορεί να αποπληρώσει κανονικά και με άνεση το χρέος του, δεν υπάρχει λόγος για καμία διαπραγμάτευση. Πολύ περισσότερο όταν επιμένει ο δανειζόμενος και διακηρύσσει παντού πως μπορεί να αποπληρώσει το χρέος του. Με το ζόρι διευκολύνσεις δεν προσφέρουν οι δανειστές.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το ελληνικό χρέος βρίσκεται στο 175% του ΑΕΠ. Το ΔΝΤ εκτιμά πως με τα χαρακτηριστικά που έχει τώρα, τις αναπτυξιακές και δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας και τα εκτιμώμενα επιτόκια δανεισμού δεν είναι βιώσιμο και κατόπιν τούτου πιέζει την Ευρωζώνη να λάβει μέτρα μείωσής του, μεταξύ των οποίων είναι το «κούρεμα».
Η κυβέρνηση, αντί να εκμεταλλευτεί την επιχειρηματολογία του ενός εκ των δανειστών, δηλώνει πως το χρέος είναι βιώσιμο και δεν θέλει «κούρεμα» και πολύ περισσότερο ότι μπορεί να μη λάβει τα δάνεια του ΔΝΤ, 12,5 δισ. ευρώ, στη διετία 2015-16 και να δανείζεται από τις αγορές.
Η ελληνική επιχειρηματολογία φαίνεται να πείθει τους εταίρους της Ευρωζώνης και δηλώνουν και οι ίδιοι πλέον πως το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Τελευταία αναφορά είναι αυτή του επικεφαλής του EFSF, Κλάους Ρέγκλινγκ.
«H Ελλάδα δεν χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους της. Δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Η διευθέτηση που έχουμε κάνει με τον EFSF για το ελληνικό χρέος στερεί το νόημα από την κλασική ερμηνεία του λόγου χρέους ως προς το ΑΕΠ» είπε, υπονοώντας πως αρκεί η επιμήκυνση και οι μεταφορές τόκων στο μέλλον, που έχουν ήδη αποφασιστεί.
Τα ίδια υποστηρίζει και η κυβέρνηση. Και το ερώτημα που τίθεται είναι τι νόημα έχει μια νέα διαπραγμάτευση για το χρέος αφού είναι βιώσιμο και εκτιμούν αμφότεροι ότι η Ελλάδα μπορεί να το αποπληρώσει;
Την απάντηση τη δίνει η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους του ΔΝΤ. Επισημαίνει πως το ελληνικό χρέος το 2020 θα μειωθεί στο 128% του ΑΕΠ και το 2022 στο 117% του ΑΕΠ, επίπεδα που -κατά το ΔΝΤ- απέχουν της βιωσιμότητας. Και γι’ αυτό ζητεί νέα μέτρα.
Επίσης ιδιαίτερα σημαντική είναι η επισήμανσή του πως οι στόχοι αυτοί (οι μη βιώσιμοι) θα επιτευχθούν εφόσον η Ελλάδα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 9 δισ. ευρώ ετησίως από το 2016 και μετά. Αυτό σημαίνει είτε συνέχιση επί μακρόν της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, είτε ρυθμούς ανάπτυξης πολλαπλάσιους του 3%, που είναι η μέση εκτιμώμενη ανάπτυξη για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Επειδή τίποτα από αυτά δεν θα συμβεί, ούτε αναπτυξιακή απογείωση ούτε υπερ-πλεονάσματα, η κατάσταση του ελληνικού χρέους είναι ίσως χειρότερη και από αυτή που περιγράφει το ΔΝΤ και είναι άξιον απορίας γιατί αγνοείται.
ΠΑΝΟΣ Φ. ΚΑΚΟΥΡΗΣ - [email protected]