Στην αρχή της κρίσης χρέους, η λέξη «κούρεμα» ήταν απαγορευμένη στο λεξιλόγιο της ελληνικής κυβέρνησης. Έχοντας μόλις υπογράψει το μνημόνιο με τους δανειστές της, το Μάιο του 2010, όλοι οι υπουργοί και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποκήρυσσαν τον συγκεκριμένο όρο, όπως και την αναδιάρθρωση.
Του Κωνσταντίνου Κόλλια
Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος
Παρά το γεγονός ότι πλήθος οικονομολόγων από το City του Λονδίνου και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού πρότειναν αυτή τη λύση για την ελληνική οικονομία, ακόμα και πριν την υπογραφή του μνημονίου και τη χορήγηση του δανείου, ουδείς ήθελε να το συζητήσει.
Πολλοί – και εδώ, στη χώρα μας – υποστηρίζουν ότι το κούρεμα στο ονομαστικό ποσό του χρέους θα έπρεπε να είχε γίνει εξ αρχής. Εκτιμούν πως το τραπεζικό σύστημα, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά του συνόλου της Ευρωζώνης, ήταν επαρκώς θωρακισμένο για να απορροφήσει τους κραδασμούς ενός κουρέματος της τάξης του 30%. Ουδείς γνωρίζει τι θα είχε γίνει, αν ακολουθούσαμε από την πρώτη στιγμή την επιλογή της αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους. Θα ήταν σίγουρα πολύ επίπονη διαδικασία και, μάλιστα, άμεση, χωρίς, όμως, να είμαστε σε θέση να προβλέψουμε τη συνέχεια.
Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει εμπειρία περί των 180 αναδιαρθρώσεων παγκοσμίως. Η περίπτωση, όμως, της Ελλάδας ήταν ξεχωριστή, τόσο λόγω της συμμετοχής της σε νομισματική ένωση, όσο και λόγω των ιδιαιτεροτήτων της οικονομίας και της αγοράς της, αλλά και της δομής του δημόσιου τομέα της. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι, άλλωστε, το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι και οι τεχνοκράτες των δανειστών έπεσαν έξω σε πολλές από τις προβλέψεις τους για την εξέλιξη των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας, ακόμα και σε βασικά νούμερα, όπως το μέγεθος της ύφεσης και η εξέλιξη του χρέους, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Τα λάθη ήταν ακόμα μεγαλύτερα – και οδήγησαν στις αστοχίες των μεγεθών – και σε ό,τι αφορά το ακολουθούμενο μείγμα οικονομικής πολιτικής. Η αυστηρή και εξαντλητική λιτότητα, που επιβλήθηκε για να μαζέψουμε τα δημοσιονομικά μας – και να μειώσουμε κυρίως το έλλειμμα -, αυτό οδήγησε στον απόλυτο και ανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Μελέτες δείχνουν ότι για κάθε μία μονάδα οφέλους στον προϋπολογισμό από τη δημοσιονομική προσαρμογή, το χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 3,5 εκατοστιαίες μονάδες !
Το τι έγινε, είναι κάτι, για το οποίο μπορούμε να μιλάμε για πολλές ώρες.
Το ζητούμενο είναι τι θα γίνει από εδώ και στο εξής. Και, το βασικό θέμα είναι τι θα γίνει με το ΑΕΠ. Γιατί, η παρατεταμένη ύφεση και το γεγονός ότι δεν ασχοληθήκαμε με το ΑΕΠ, ακύρωσαν στην ουσία και κατέστησαν αναποτελεσματικές και τις δύο αναδιαρθρώσεις, στις οποίες οδηγηθήκαμε – δηλαδή το PSI και η επαναγορά. Με άλλα λόγια, δεν έφεραν τη δραστική μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Με δεδομένα, λοιπόν, ότι τα νούμερα εξακολουθούν να μη βγαίνουν, το τρίτο κούρεμα πρέπει να θεωρείται κάτι παραπάνω από βέβαιο (πέραν της εφαρμογής της απόφασης του Eurogroup για επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και μείωση του επιτοκίου).
H τελική λύση θα αργήσει να έρθει. Η σχετική συζήτηση με τους δανειστές θα διαρκέσει πολύ. Και θα είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την εκπλήρωση των υποχρεώσεών μας... των επονομαζόμενων και ως προαπαιτούμενα.
Το αν ορθώς ή όχι είμαστε στο μνημόνιο, είναι μια άλλη συζήτηση. Δεν θέλω να την αποφύγω, αλλά δεν είναι της παρούσης. Με δεδομένη, λοιπόν, τη δέσμευση, που έχουμε ως χώρα, οφείλουμε
να είμαστε συνεπείς σε όσα έχουμε ψηφίσει, επιχειρώντας ταυτόχρονα, ώστε
και να επαναδιαπραγματευτούμε μέτρα φορολογικά,
και να πετύχουμε την καλύτερη δυνατή ρύθμιση για το χρέος.
Προσοχή, όμως !
Η επιδιωκόμενη αναδιάρθρωση του χρέους, την οποία και ζητάμε επικαλούμενοι ό,τι έχουμε πετύχει, δεν πρέπει να επισπευσθεί. Πρέπει να έρθει στην ώρα της.
Και, στην ώρα της πρέπει κι εμείς να την αιτούμεθα.
Αλλιώς, αν βιαστούμε, δεν πρόκειται να πετύχουμε πολλά.
Κι αυτό, γιατί το τρίτο κούρεμα, από μόνο του, δεν είναι αρκετό για να λύσει το παραγωγικό πρόβλημα της Ελλάδας, το οποίο παράγει το δημόσιο χρέος.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως πανάκεια, που θα λύσει το πρόβλημα.
Γιατί, και αυτή η αναδιάρθρωση δεν θα έχει κανένα απολύτως αποτέλεσμα, αν δεν ασχοληθούμε με το ΑΕΠ της χώρας...
Αν δεν προσπαθήσουμε, το συντομότερο δυνατόν, να δημιουργήσουμε τις συνθήκες μείωσης της ύφεσης και επιστροφής στην ανάπτυξη.
Γιατί, αν δεν αυξηθεί ο παρονομαστής, ό,τι και να κάνουμε με τον αριθμητή, δεν θα οδηγήσει σε θετικό όφελος.
Και, αυτή τη φορά, η πιθανή αποτυχία του νέου κουρέματος θα έχει ολέθρια – και, πολύ φοβάμαι, μη αναστρέψιμα - αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία.