Aλλάζει το σύστημα ανάθεσης δημοσίων έργων

Τετάρτη, 07 Ιουλίου 2004 17:04
UPD:17:07

Mε το σχέδιο νόμου που έδωσε ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιάς στους φορείς για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, καταργείται ο «μαθηματικός τύπος» στην ανάθεση δημοσίων έργων, και θεσπίζεται το σύστημα του μειοδοτικού διαγωνισμού.

Πιο συγκεκριμένα:

α) Καταργείται ο «Μαθηματικός Τύπος» και, συνεπώς, η οποιαδήποτε δυνατότητα «προκατασκευής» του αποτελέσματος του διαγωνισμού ή υποκειμενικής αιτιολόγησης των χαμηλών προσφορών, (¶ρθρο 1).

β) Θεσπίζεται, με ισχυρές ασφαλιστικές δικλίδες, το σύστημα του μειοδοτικού διαγωνισμού σε όλα τα έργα τα οποία θα κατακυρώνονται αναγκαστικά και χωρίς παρέμβαση υποκειμενικής κρίσης στην εταιρεία ή κοινοπραξία που θα καταθέτει τη χαμηλότερη προσφορά και διαθέτει τα προβλεπόμενα από τη διακήρυξη προσόντα και δικαιολογητικά, (¶ρθρο 1).

γ) Τιμωρούνται αυστηρά συμπαιγνίες μεταξύ των μειοδοτών, με ακύρωση του διαγωνισμού, αποκλεισμό των εμπλεκομένων στη συμπαιγνία από την καθοιονδήποτε τρόπο συμμετοχή στο έργο, κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής τους στο διαγωνισμό και πειθαρχική δίωξη, (¶ρθρο 2).

δ) Καθιερώνεται διαφανής και αντικειμενική διαδικασία κρίσης των υποβαλλόμενων προσφορών, με τη θέσπιση μιας και μόνης Επιτροπής Διαγωνισμού, η οποία θα διενεργεί σε μια και μόνη μέρα, σε δημόσια συνεδρίαση, παρουσία των ενδιαφερομένων, την παραλαβή και τον έλεγχο πληρότητας και νομιμότητας: των δικαιολογητικών συμμετοχής, και των οικονομικών προσφορών, και θα ανακοινώνει αμέσως τα αποτελέσματα του διαγωνισμού, (¶ρ. 3).

ε) Τίθενται ισχυρά αντικίνητρα για παράλογες και τυχοδιωκτικές εκπτώσεις που στο παρελθόν τίναξαν το σύστημα δημοσίων έργων στον αέρα. Συγκεκριμένα:

- Όταν το ύψος της προσφερόμενης έκπτωσης υπερβαίνει ένα λογικό όριο, το οποίο καθορίζεται εκ των προτέρων για όλα τα εκτελούμενα στη χώρα δημόσια έργα, ανά κατηγορία και είδος έργου, το ποσοστό των εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης επί του προϋπολογισμού του έργου αυξάνεται γεωμετρικά πέραν του σημερινού 5% έως 10%, (¶ρθρο 4).

- Διπλασιάζονται οι χρηματικές ποινές για τη μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων, ακόμα και των ενδιάμεσων προθεσμιών, (¶ρ. 5).

- Αντικειμενικοποιείται, καθίσταται υποχρεωτική για ορισμένους σαφείς λόγους και απλοποιείται η διαδικασία της έκπτωσης του αναδόχου του έργου και καταπίπτει στο ακέραιο, υπέρ του δημοσίου η εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης. Συνεχίζεται δε αμέσως η εκτέλεση του έργου με ανάθεση στον επόμενο μειοδότη, (¶ρθρο 6).

στ) Αλλάζει το σύστημα υπεργολαβιών που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο ενίσχυσης μεθοδεύσεων για την προσυμφωνημένη κατανομή του έργου μέσω του μαθηματικού τύπου. Μέχρι σήμερα ο ανάδοχος ενός έργου μπορούσε να «μοιράσει» κατά το δοκούν το 70% της εργολαβίας και ήταν υποχρεωμένος να εκτελέσει ο ίδιος το 30%. Αυτή η αναλογία πλέον αντιστρέφεται και ο ανάδοχος καθίσταται πραγματικός και εκτελεί τουλάχιστον το 70% των εργασιών, (¶ρθρο 7).

ζ) Επανελέγχονται και συμπληρώνονται οι εκπονηθείσες μελέτες των έργων πριν από τη δημοπράτησή τους από τριμελή επιτροπή στην οποία συμμετέχουν η προϊσταμένη αρχή, η επιβλέπουσα υπηρεσία και ο μελετητής, με την πρόβλεψη να ενισχυθεί η επιτροπή όταν και όπου χρειάζεται με τη συνδρομή τεχνικών συμβούλων, (¶ρθρο 8).

η) Καθιερώνονται με Υπουργική Απόφαση επικαιροποιημένα, αξιόπιστα και ενιαία ανά κατηγορία και είδος έργου τιμολόγια για όλα τα εκτελούμενα στη χώρα Δημόσια Έργα και τυποποιείται το τεύχος της διακήρυξης των έργων και τα έντυπα των προσφορών, (¶ρθρο 9).

θ) Αλλάζει ριζικά το σύστημα επίβλεψης των έργων. Θεσμοθετείται ομάδα επιβλεπόντων για κάθε σύνθετο έργο και προβλέπονται συγκεκριμένες και αυστηρότερες ποινές για τους επιβλέποντες και όλους τους εμπλεκόμενους στην κατασκευή του έργου, αν δεν τηρηθούν συγκεκριμένες υποχρεώσεις τους, όπως η στενή παρακολούθηση των χρονοδιαγραμμάτων και των ποιοτικών παραμέτρων του έργου, (¶ρθρο 10).

Αναλυτικά:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

Μειοδοτικό σύστημα ανάθεσης των δημοσίων έργων

και συναφείς διατάξεις.

ΑΡΘΡΟ 1

Διαδικασία ανάθεσης κατασκευής των έργων

1. Σκοπός της δημοπρασίας είναι η ανάδειξη αναδόχου ικανού για την έγκαιρη, άρτια και οικονομική κατασκευή του έργου. Η ανάθεση της κατασκευής γίνεται υποχρεωτικά στην εργοληπτική επιχείρηση ή κοινοπραξία η οποία προσέφερε τη μικρότερη οικονομική προσφορά, υπό τον όρο ότι καλύπτει όλες τις προϋποθέσεις συμμετοχής στο διαγωνισμό.

2. Πριν την σύναψη της σύμβασης, η Προϊσταμένη Αρχή ζητεί από την εργοληπτική επιχείρηση ή κοινοπραξία που αναδείχθηκε ανάδοχος, τάσσοντας προθεσμία δεκαπέντε ημερών, να προσκομίσει εκ νέου, επικαιροποιημένα, όλα τα δικαιολογητικά συμμετοχής στο διαγωνισμό, όπως προβλέπονται στη Διακήρυξη.

Αν η τεθείσα προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ή αν τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά είναι ελλιπή ή αν εξέλιπαν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες έγινε δεκτή στο διαγωνισμό η αναδειχθείσα ως ανάδοχος, εξετάζεται η ανάθεση της κατασκευής στην αμέσως επόμενη, κατά σειρά μειοδοσίας, εργοληπτική επιχείρηση ή κοινοπραξία υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και ούτω καθεξής έως ότου καταστεί δυνατή η ανάθεση, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 2 του παρόντος. Η μη προσκόμιση πλήρων δικαιολογητικών για τη σύναψη της σύμβασης, έχει ως συνέπεια την άμεση κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής και αποτελεί λόγο πειθαρχικής δίωξης κατά τις διατάξεις του π.δ. 278/99.

3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρμόζονται υποχρεωτικά και στην περίπτωση διαγωνισμού μεταξύ περιορισμένου αριθμού επιχειρήσεων, όταν η ανάθεση γίνεται επί τη βάσει της οικονομικής προσφοράς των διαγωνιζομένων.

ΑΡΘΡΟ 2

Έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας

1. Η δημοπρασία δεν ολοκληρώνεται πριν εγκριθεί το αποτέλεσμά της από την Προϊσταμένη Αρχή.

2. Η διαδικασία ή και το αποτέλεσμα της δημοπρασίας ακυρώνεται πριν την έκδοση της κατακυρωτικής απόφασης με αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, ενώ και η εκδοθείσα απόφαση ανακαλείται από την ίδια, εφόσον συντρέχει έστω και μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Κατά τη διεξαγωγή του διαγωνισμού εμφιλοχώρησαν παραβιάσεις των κειμένων διατάξεων ή των όρων της διακήρυξης, οι οποίες επηρεάζουν το αποτέλεσμα της δημοπρασίας και δεν μπορούν να αποκατασταθούν αλλιώς παρά με την ακύρωση του αποτελέσματος.

β) Η οικονομική προσφορά του τελικού αναδόχου κρίνεται μη ικανοποιητική για τον κύριο του έργου.

γ) Ο συναγωνισμός δεν υπήρξε επαρκής ή υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι συναγωνιζόμενοι συνεννοήθηκαν για να αποφύγουν τον πραγματικό συναγωνισμό.

Σε περίπτωση ακύρωσης του αποτελέσματος της δημοπρασίας ή ανάκλησης της σχετικής αποφάσεως λόγω συνεννόησης των συναγωνιζομένων, οι συνεννοηθέντες αποκλείονται από την καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμμετοχή στην εκτέλεση του υπόψη έργου, καταπίπτει υπέρ του Κυρίου του Έργου η εγγυητική επιστολή συμμετοχής τους στο διαγωνισμό και κινείται εναντίον τους υποχρεωτικά, με πρωτοβουλία της Προϊσταμένης Αρχής, η προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις πειθαρχική διαδικασία.

3. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί, αν διαπιστώσει ότι εμφιλοχώρησαν λάθη ή παραλείψεις κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού, να ακυρώσει μερικά τη διαδικασία της δημοπρασίας ή να αναμορφώσει το αποτέλεσμά της, ή να διατάξει την επανάληψή της από το σημείο που συντελέστηκε το λάθος ή η παράλειψη.

4. Η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί με αιτιολογημένη απόφασή της να ανακαλέσει την διακήρυξη του διαγωνισμού, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, αν δεν έχει πλέον ενδιαφέρον στην εκτέλεση του έργου, ή προκειμένου να δημοπρατήσει πάλι το έργο με τους ίδιους ή τροποποιημένους όρους ή να το κατασκευάσει με οποιονδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο. Νόμιμο λόγο για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου συνιστά και η, εξ αιτίας δικαστικών εμπλοκών ή άλλων λόγων, αδυναμία σύναψης της σύμβασης εντός χρονικού διαστήματος δώδεκα (12) μηνών από την ημέρα δημοσίευσης της διακήρυξης.

5. Τον ανάδοχο του έργου βαρύνουν τα έξοδα δημοσίευσης της διακήρυξης της αρχικής ή και των τυχόν επαναληπτικών δημοπρασιών.

ΑΡΘΡΟ 3

Διαδικασία κατάθεσης και εξέτασης προσφορών

1. Η ανοιχτή δημοπρασία και η φάση υποβολής των προσφορών στη δημοπρασία με προεπιλογή διεξάγονται οποιαδήποτε εργάσιμη ημέρα πλην της Παρασκευής, με ώρα λήξης παραλαβής των προσφορών την 10η π.μ. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν διενεργηθεί η δημοπρασία κατά την αρχικά οριζόμενη ημέρα, διενεργείται σε άλλη ημερομηνία που προσδιορίζεται επίσης στη διακήρυξη.

2. Η κατάθεση των δικαιολογητικών συμμετοχής των διαγωνιζομένων, των οικονομικών προσφορών, καθώς και των τεχνικών, ό,που αυτές προβλέπονται, γίνεται ταυτόχρονα.

Η παραλαβή και η εξέταση των προσφορών στην ανοιχτή δημοπρασία γίνεται από την Επιτροπή Διαγωνισμού αυθημερόν, σε δημόσια συνεδρίαση και σε ενιαίο στάδιο, το οποίο περιλαμβάνει τον έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής, την αποσφράγιση και τον έλεγχο των οικονομικών προσφορών και την υποβολή του πρακτικού της για το αποτέλεσμα της δημοπρασίας, καταργουμένης της Επιτροπής Εισήγησης για Ανάθεση. Για τη συγκρότηση, σύνθεση και λειτουργία της Επιτροπής Διαγωνισμού ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 22 του π.δ. 609/85 και, συμπληρωματικά, των άρθρων 13-15 του ν. 2690/99. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται η Επιτροπή Εισήγησης για Ανάθεση, νοείται αντίστοιχα η Επιτροπή Διαγωνισμού του παρόντος νόμου.

Στα έργα συνολικού προϋπολογισμού μέχρι το ανώτατο όριο της δεύτερης τάξης Μ.Ε.ΕΠ., χωρίς να συνυπολογίζονται τα κονδύλια της αναθεώρησης και του Φ.Π.Α., η Επιτροπή Διαγωνισμού αποτελείται από τρία υπηρεσιακά μέλη. Κατά τα λοιπά για τη συγκρότηση και λειτουργία της εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21 του π.δ. 609/85 και συμπληρωματικά των άρθρων 13-15 του ν. 2690/99.

3. Κατά την υποβολή των δικαιολογητικών συμμετοχής και των οικονομικών προσφορών, η Επιτροπή Διαγωνισμού ελέγχει τη νομιμοποίηση των προσώπων που τα υποβάλλουν. Μετά την ολοκλήρωση της παραλαβής των προσφορών και καταγραφής των δικαιολογητικών συμμετοχής, ελέγχεται και επιστρέφεται το πρωτότυπο της βεβαίωσης εγγραφής στο Μ.Ε.ΕΠ. και ακολουθεί αμέσως η αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών και ανακοίνωση των επιμέρους στοιχείων τους τα οποία καταχωρούνται στο πρακτικό. Η διαδικασία περατώνεται την ίδια ημέρα με την υπογραφή των υποβληθέντων δικαιολογητικών και των οικονομικών προσφορών των διαγωνιζομένων από τα μέλη της Επιτροπής. Η μη υποβολή οποιουδήποτε από τα δικαιολογητικά συμμετοχής που προβλέπονται στη διακήρυξη καθιστά την προσφορά απαράδεκτη.

4. Ο πλήρης έλεγχος των δικαιολογητικών συμμετοχής και των οικονομικών προσφορών ολοκληρώνεται την ημέρα της δημοπρασίας και διενεργείται κατά τη σειρά της μειοδοσίας, αρχίζοντας από τον πρώτο μειοδότη. Αν η ολοκλήρωση του ελέγχου δεν είναι δυνατή την ίδια ημέρα, λόγω του μεγάλου αριθμού των προσφορών, ελέγχονται τουλάχιστον οι δέκα πρώτες κατά σειρά μειοδοσίας προσφορές. Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία συνεχίζεται την επόμενη εργάσιμη ημέρα, εκτός αν υφίσταται σπουδαίος λόγος για την αναβολή της σε μέρα και ώρα που ανακοινώνεται με τοιχοκόλληση στον πίνακα ανακοινώσεων της υπηρεσίας.

5. Η εφαρμογή της όλης διαδικασίας καταχωρείται στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού ή σε παράρτημά του που υπογράφεται από τον Πρόεδρο και τα μέλη της. Ακολουθεί ανακοίνωση του Προέδρου της Επιτροπής, σε πίνακα της υπηρεσίας στην οποία διεξάγονται οι ανοιχτές συνεδριάσεις της, με την οποία γνωστοποιείται στους διαγωνιζομένους ότι το Πρακτικό διατίθεται για ενημέρωσή τους και ότι μπορούν μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την ανωτέρω ανακοίνωση να υποβάλλουν όλες τις τυχόν ενστάσεις τους, οι οποίες απευθύνονται στον πρόεδρο της Επιτροπής.

6. Αν κατά του ανωτέρω πρακτικού δεν υποβληθούν ενστάσεις, η Επιτροπή Διαγωνισμού ολοκληρώνει το έργο της και υποβάλλει το πρακτικό για το αποτέλεσμα της δημοπρασίας στην Προϊσταμένη Αρχή, η οποία εγκρίνει το αποτέλεσμα, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 2 του παρόντος.

Αν υποβληθούν ενστάσεις, η Επιτροπή Διαγωνισμού τις διαβιβάζει μαζί με το πρακτικό και τη γνώμη της στην Προϊσταμένη Αρχή, η οποία εκδικάζει τις ενστάσεις, αποφασίζει και τελικά εγκρίνει το αποτέλεσμα.

Αν η ισχύς της προσφοράς του αναδειχθέντος μειοδότη έχει λήξει και δεν συμφωνεί στην παράταση ισχύος της προς το σκοπό σύναψης της σύμβασης, η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί να απευθύνεται στον δεύτερο κατά σειρά μειοδότη, στον οποίο κατακυρώνει το διαγωνισμό αν αυτός συμφωνεί στην παράταση και ούτω καθεξής, υπό την επιφύλαξη, και στην περίπτωση αυτή, των διατάξεων του άρθρου 2 του παρόντος.

ΑΡΘΡΟ 4

Εγγυήσεις

1. Για την ανάληψη της κατασκευής του έργου απαιτείται η παροχή εγγύησης καλής εκτέλεσης του έργου. Η εγγύηση κατατίθεται κατά την υπογραφή της σύμβασης και το ύψος της ανέρχεται γενικά σε ποσοστό 5% του προϋπολογισμού της υπηρεσίας. Στον προϋπολογισμό περιλαμβάνονται τα κονδύλια των απροβλέπτων και της αναθεώρησης και δεν περιλαμβάνεται το κονδύλιο του Φ.Π.Α.. Στις περιπτώσεις ειδικών ή σημαντικών έργων, ή αν ο χρόνος εκτέλεσης του έργου έχει ιδιαίτερη σημασία, η Διακήρυξη μπορεί να ορίζει μεγαλύτερο ποσοστό εγγύησης, όχι όμως πέραν του 10% του προϋπολογισμού της υπηρεσίας. Σε περίπτωση απευθείας ανάθεσης, ή διαγωνισμού μεταξύ περιορισμένου αριθμού επιχειρήσεων, ορίζεται ομοίως με τη σύμβαση εγγύηση μέχρι του ποσοστού του προηγουμένου εδαφίου.

2. Σε κάθε διακήρυξη ορίζεται υποχρεωτικά ένα όριο ποσοστού έκπτωσης, πάνω από το οποίο ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να προσκομίζει, επιπλέον της εγγύησης της προηγούμενης παραγράφου, πρόσθετη εγγύηση καλής εκτέλεσης ως ακολούθως: για τις πρώτες δέκα εκατοστιαίες μονάδες έκπτωσης μετά το ως άνω όριο, μισή (0,5) εκατοστιαία μονάδα εγγύησης για κάθε μονάδα έκπτωσης. Για τις επόμενες δέκα εκατοστιαίες μονάδες έκπτωσης, μια (1) μονάδα για κάθε μονάδα έκπτωσης. Τέλος, για τις επόμενες μονάδες έκπτωσης, μιάμισυ (1,5) μονάδα εγγύησης για κάθε μονάδα έκπτωσης έως ότου συμπληρωθεί συνολικό ποσοστό εγγύησης 35% του προϋπολογισμού της υπηρεσίας, όπως αυτός ορίζεται πιο πάνω.

3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων, μπορεί να ορίζεται για όλα τα εκτελούμενα στη χώρα δημόσια έργα, ενιαίο όριο ανά κατηγορία και είδος έργου, άνω του οποίου ισχύει υποχρεωτικά η προηγούμενη παράγραφος 2.

4. Αν, για λόγους που αφορούν τον κύριο του έργου, δεν είναι δυνατή η εγκατάσταση του αναδόχου στο έργο αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασης, ο ανάδοχος μπορεί να υποβάλλει αίτηση προς την Διευθύνουσα Υπηρεσία για επιστροφή της πρόσθετης εγγύησης της παραγράφου 2 του παρόντος. Επί της αιτήσεως αποφασίζει αιτιολογημένα η Προϊσταμένη Αρχή εντός μηνός από την υποβολή της, κατόπιν εισηγήσεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Ο ανάδοχος υποχρεούται να προσκομίσει εκ νέου τις εγγυητικές επιστολές της πρόσθετης εγγύησης όταν καταστεί δυνατή η εγκατάστασή του στο έργο και εντός δεκαπέντε (15) ημερών από της εγγράφου σχετικής προσκλήσεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, άλλως κηρύσσεται υποχρεωτικά έκπτωτος. Κατά τα λοιπά ως προς τη διαδικασία της έκπτωσης, τις συνέπειες και την συνέχιση και ολοκλήρωση του έργου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος.

5. Για τις τυχόν συμπληρωματικές συμβάσεις που υπογράφονται στα πλαίσια της αρχικής σύμβασης, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να καταθέσει πριν την υπογραφή συμπληρωματική εγγύηση, το ποσοστό της οποίας υπολογίζεται στο ποσό της συμπληρωματικής σύμβασης και ισούται με το γενικό ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στο οποίο προστίθεται το ήμισυ του ποσοστού που ενδεχομένως προκύπτει κατά την παράγραφο 2.

6. Οι εγγυήσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους, οι εγγυήσεις για τη συμμετοχή στους διαγωνισμούς, καθώς και οι εγγυήσεις για την τυχόν λαμβανόμενη προκαταβολή, παρέχονται με εγγυητικές επιστολές τραπεζών που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα ή οποιοδήποτε άλλο κράτος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του ΕΟΧ, συνοδευόμενες από επίσημη μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα. Μπορεί επίσης να παρέχονται και με γραμμάτιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων για παρακατάθεση σ΄ αυτό του αντίστοιχου χρηματικού ποσού ή χρεογράφων που προβλέπεται η τέτοια χρήση τους και με την τιμή που προβλέπουν γι΄ αυτά οι ειδικές διατάξεις.

Ειδικά για έργα συνολικού προϋπολογισμού μέχρι του ανωτάτου ορίου της 3ης τάξης μπορεί, επιπλέον των ανωτέρω, να προσκομίζονται εγγυητικές επιστολές του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΣΜΕΔΕ).

Οι ως άνω εγγυητικές επιστολές πρέπει, προκειμένου να γίνουν αποδεκτές από την υπηρεσία, να απευθύνονται στην Αρχή που διεξάγει το διαγωνισμό, ή στον φορέα κατασκευής ή στον κύριο του έργου, να αναφέρουν σαφώς τα στοιχεία της επιχείρησης υπέρ της οποίας παρέχονται, τον τίτλο του έργου, το ποσό για το οποίο εγγυώνται και το χρόνο ισχύος, όπως αυτά προβλέπονται στη διακήρυξη, επιπλέον δε να περιλαμβάνουν παραίτηση του εγγυητή από το δικαίωμα διζήσεως και υπόσχεση για την απροφάσιστη καταβολή του ποσού, εντός πέντε (5) ημερών από την ημέρα λήψεως της σχετικής ειδοποιήσεως.

Αν το σύνολο της εγγύησης δεν υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ΕΥΡΩ, η εγγύηση μπορεί να παρέχεται με εγγυητική επιστολή ενός και μόνου πιστωτικού ιδρύματος. Αν υπερβαίνει το ποσό αυτό και μέχρι του τετραπλασίου του, οι εγγυήσεις πρέπει να προέρχονται από δύο τουλάχιστον πιστωτικά ιδρύματα. Πάνω από τα τέσσερα εκατομμύρια (4.000.000) ΕΥΡΩ η παρεχόμενη από κάθε πιστωτικό ίδρυμα εγγύηση δεν μπορεί να υπερβαίνει κατά ποσοστό το ένα τρίτο (1/3) της συνολικής εγγυήσεως.

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ανωτέρω ποσά.

7. Οι εγγυήσεις των προηγούμενων παραγράφων καταπίπτουν, πάντοτε υπέρ του κυρίου του έργου και καλύπτουν στο σύνολό τους και χωρίς καμιά διάκριση την πλήρη και πιστή εφαρμογή όλων ανεξαιρέτως των όρων της σύμβασης από τον ανάδοχο και κάθε απαίτηση του κυρίου απέναντι στον ανάδοχο που προκύπτει από την εκτέλεση ή και εξαιτίας του έργου. Η κατάπτωση γίνεται με απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Η τυχόν υποβολή ενστάσεως κατά της αποφάσεως αυτής, καθώς και της πράξης που αποτελεί την αιτία της κατάπτωσης από τον ανάδοχο δεν αναστέλλει τη διαδικασία είσπραξης της εγγυητικής επιστολής.

8. Η εγγύηση καλής εκτέλεσης συμπληρώνεται με κρατήσεις που γίνονται σε κάθε πληρωμή προς τον ανάδοχο. Οι κρατήσεις ανέρχονται σε πέντε επί τοις εκατό (5%) στην πιστοποιούμενη αξία των εργασιών και σε 10% στην αξία των υλικών που περιλαμβάνονται προσωρινά στην πιστοποίηση, μέχρις ότου αυτά ενσωματωθούν στις εργασίες. Οι κρατήσεις μπορεί να αντικατασταθούν οποτεδήποτε από τον ανάδοχο, μερικά ή ολικά, με ισόποση εγγυητική επιστολή. Οι εγγυήσεις της παραγράφου αυτής περιορίζονται κατά ποσοστό 5% επί της αξίας των εργασιών που περιλαμβάνονται στις εγκεκριμένες από την υπηρεσία επιμετρήσεις. Η μείωση αποφασίζεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, ύστερα από αίτηση του αναδόχου, συνοδευόμενη από ειδικό απολογισμό των εργασιών των οποίων έχουν εγκριθεί οι επιμετρήσεις.

9. Αν εγκριθεί από τον κύριο ή τον φορέα κατασκευής του έργου μείωση των εργασιών της σύμβασης, που συνεπάγεται και μείωση του προς καταβολή συμβατικού ποσού, η εγγύηση καλής εκτέλεσης του έργου μειώνεται αναλόγως με τη μείωση του συμβατικού ποσού. Η μείωση των εγγυήσεων εγκρίνεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου, κατόπιν αιτήσεως του αναδόχου.

10. Με την ολοκλήρωση της εκτέλεσης και πιστοποίησης εργασιών που ανέρχονται σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της αρχικής ή συμπληρωματικής σύμβασης, επιστρέφεται, με αίτηση του αναδόχου και σχετική απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της τυχόν πρόσθετης εγγύησης. Εν συνεχεία κάθε φορά που αυξάνονται οι εκτελεσθείσες και πιστοποιηθείσες εργασίες κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, επιστρέφεται ανάλογο ποσοστό της τυχόν πρόσθετης εγγύησης, ενώ με την έκδοση της βεβαίωσης περάτωσης του έργου επιστρέφεται το σύνολό της.

Η εγγύηση της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου περιορίζεται σε ποσοστό 40% της αρχικής εγγύησης, όπως τυχόν συμπληρώθηκε κατόπιν της υπογραφής συμπληρωματικών συμβάσεων, αμέσως μετά την έγκριση του Πρωτοκόλλου Προσωρινής Παραλαβής. Το σύνολο της εγγύησης της πρώτης παραγράφου επιστρέφεται χωρίς καθυστέρηση αμέσως μετά την έγκριση του Πρωτοκόλλου Οριστικής Παραλαβής και τη σύνταξη του τελικού λογαριασμού του έργου

ΑΡΘΡΟ 5

Ποινικές ρήτρες για παραβίαση προθεσμιών έργου

1. Με τη σύμβαση ορίζονται οι ποινικές ρήτρες, οι οποίες καταπίπτουν υπέρ του κυρίου του έργου, αν ο ανάδοχος υπερβεί υπαίτια τη συνολική και τις τυχόν τεθείσες τμηματικές προθεσμίες κατασκευής του έργου. Οι ποινικές ρήτρες επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και παρακρατούνται από τον αμέσως επόμενο λογαριασμό του έργου. Οι ποινικές ρήτρες για υπέρβαση της συνολικής και των αποκλειστικών προθεσμιών δεν ανακαλούνται. Οι ποινικές ρήτρες για υπέρβαση των ενδεικτικών προθεσμιών ανακαλούνται υποχρεωτικά αν το έργο περατωθεί μέσα στην συνολική προθεσμία και τις εγκεκριμένες παρατάσεις της.

2. Η ποινική ρήτρα που επιβάλλεται στον ανάδοχο για κάθε μέρα υπέρβασης της συνολικής προθεσμίας ορίζεται σε 15% της μέσης ημερήσιας αξίας του έργου και επιβάλλεται για αριθμό ημερών ίσο με το 20% της προβλεπόμενης από τη σύμβαση αρχικής συνολικής προθεσμίας. Για τις επόμενες μέρες μέχρι ακόμα 20% της αρχικής συνολικής προθεσμίας η ποινική ρήτρα για κάθε μέρα ορίζεται σε 25% της μέσης ημερήσιας αξίας του έργου.

Ως μέση ημερήσια αξία νοείται το πηλίκο του συνολικού χρηματικού ποσού της σύμβασης, μαζί με το ποσό των τυχόν συμπληρωματικών συμβάσεων και χωρίς την αναθεώρηση και το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), προς την συνολική προθεσμία του έργου.

Οι ποινικές ρήτρες που επιβάλλονται για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας δεν επιτρέπεται να υπερβούν συνολικά ποσοστό 8% του συνολικού ποσού της σύμβασης, χωρίς ΦΠΑ.

Εφόσον στη σύμβαση ορίζονται τμηματικές προθεσμίες, ορίζεται υποχρεωτικά και το ποσοστό τους ανά ημέρα υπέρβασης, καθώς και ο συνολικός χρόνος για την επιβολή τους. Το συνολικό ποσό της ποινικής ρήτρας για υπέρβαση των τμηματικών προθεσμιών δεν μπορεί να ξεπεράσει σε ποσοστό το 4% του ποσού της σύμβασης, χωρίς ΦΠΑ.

3. Όταν ο χρόνος αποπεράτωσης ενός έργου έχει ιδιαίτερη σημασία για τον κύριο του έργου και εφόσον προβλέπεται σχετικά στα συμβατικά τεύχη, μπορεί με τη σύμβαση να περιοριστούν οι ανωτέρω χρόνοι για την επιβολή των ποινικών ρητρών μέχρι το μισό, με ανάλογη αύξηση του ποσοστού της ημερήσιας ποινικής ρήτρας, διατηρουμένου του ανωτάτου ορίου της ποινικής ρήτρας.

ΑΡΘΡΟ 6

Έκπτωση του αναδόχου

1. Αν ο ανάδοχος δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή δεν συμμορφώνεται με τις γραπτές εντολές της υπηρεσίας, που είναι σύμφωνες με τη σύμβαση ή το νόμο κηρύσσεται έκπτωτος από την εργολαβία.

2. Ο ανάδοχος κηρύσσεται υποχρεωτικά έκπτωτος αν συντρέχει μια από τις παρακάτω περιπτώσεις:

α) Καθυστερήσει υπαίτια, πέραν του μηνός από της υπογραφής της συμβάσεως,

ι. την έναρξη των εργασιών ή

ιι. την υποβολή του αναλυτικού χρονοδιαγράμματος, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στη σύμβαση.

β) Υπερβεί περισσότερο από ένα μήνα τον προβλεπόμενο στην σύμβαση χρόνο για την ολοκλήρωση της εργοταξιακής του ανάπτυξης.

γ) Υπερβεί με υπαιτιότητά του κατά δύο μήνες, έστω και μια αποκλειστική προθεσμία του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος ή καθυστερεί την πρόοδο των εργασιών με τρόπο ώστε να είναι καταφανώς αδύνατη η τήρηση των τμηματικών προθεσμιών και η εμπρόθεσμη εκτέλεση του έργου. Κατ’ εξαίρεση, αν η εκτέλεση των εργασιών καθυστερεί αλλά ο ανάδοχος έχει ήδη εκτελέσει εργασίες που αντιστοιχούν σε ποσοστό τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) του συμβατικού αντικειμένου, όπως έχει διαμορφωθεί με τις τυχόν υπογραφείσες συμπληρωματικές συμβάσεις, είναι δυνατή η χορήγηση παράτασης των προθεσμιών προς το συμφέρον του έργου έστω κι αν η καθυστέρηση των εργασιών οφείλεται σε υπαιτιότητά του. Η παράταση χορηγείται στην περίπτωση αυτή χωρίς αναθεώρηση τιμών και με επιβολή των προβλεπόμενων στις διατάξεις του άρθρου 5 του παρόντος ποινικών ρητρών.

δ) Οι εργασίες του είναι κατά σύστημα κακότεχνες ή τα υλικά που χρησιμοποιεί δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές. Για να κηρυχθεί ο ανάδοχος έκπτωτος για το λόγο της εκτέλεσης «κατά σύστημα κακοτέχνων εργασιών», πρέπει να είναι υπότροπος, να έχει δηλαδή υποχρεωτικά προηγηθεί, έστω και μια φορά, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 του π.δ. 609/85 περί αποκατάστασης των κακοτεχνιών του έργου και να έχει απορριφθεί, στα πλαίσια της εφαρμογής των διατάξεων αυτών, η ένσταση του αναδόχου.

ε) Παρεκκλίνει επανειλημμένα από τα εγκεκριμένα σχέδια.

στ) Παραλείπει συστηματικά την τήρηση των κανόνων ασφαλείας των εργαζομένων ή προστασίας του περιβάλλοντος.

3. Η περ. γ΄ της ανωτέρω παραγράφου εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση παραβίασης των ενδεικτικών προθεσμιών της παρούσας παραγράφου. Για την εφαρμογή της καθορίζονται υποχρεωτικά στη σύμβαση και κατά την περίοδο έναρξης των εργασιών εκτέλεσης, ενδεικτικές τμηματικές προθεσμίες ανά ένα ή το πολύ δύο μήνες ανάλογα με το μέγεθος του έργου και τις συνθήκες εκτέλεσης. Οι ως άνω υποχρεωτικές ενδεικτικές προθεσμίες τίθενται για το διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης μέχρι το πέρας του ενός τετάρτου (1/4) της αρχικής συμβατικής προθεσμίας περαίωσης. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν μπορεί να είναι μικρότερο από έξι (6) μήνες.

4. Αν υφίσταται λόγος έκπτωσης, κοινοποιείται στον ανάδοχο ειδική πρόσκληση της Διευθύνουσας υπηρεσίας, η οποία αναφέρεται απαραίτητα στις διατάξεις του άρθρου αυτού και περιλαμβάνει συγκεκριμένη περιγραφή ενεργειών ή εργασιών που πρέπει να εκτελέσει ο ανάδοχος μέσα στην τασσόμενη προθεσμία. Η τασσόμενη προθεσμία πρέπει να είναι εύλογη, ήτοι ανάλογη του χρόνου που απαιτείται κατά την κοινή αντίληψη για την εκτέλεση των εργασιών ή των ενεργειών. Δεν μπορεί πάντως να είναι μικρότερη από δέκα (10) ημέρες, ούτε και μεγαλύτερη από τριάντα (30).

Όταν ζητείται η λήψη μέτρων για την αποτροπή επείγοντος κινδύνου η προθεσμία που τάσσεται μπορεί να είναι μικρότερη των 10 ημερών.

5. Παρά την κοινοποίηση της ειδικής πρόσκλησης και τις προθεσμίες που τάσσει για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών ή ενεργειών ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να τηρεί τις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του για την εμπρόθεσμη εκτέλεση των έργων ή τμημάτων του και υφίσταται τις νόμιμες συνέπειες από την τυχόν υπέρβαση των συμβατικών προθεσμιών.

6. Αν η προθεσμία που τέθηκε με την ειδική πρόσκληση παρήλθε χωρίς ο ανάδοχος να συμμορφωθεί με το περιεχόμενό της, κηρύσσεται έκπτωτος αμέσως και πάντως πριν την παρέλευση 15 ημερών από την πάροδο της προθεσμίας, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στην απόφαση προσδιορίζονται οι εργασίες και ενέργειες που τυχόν εκτέλεσε ο ανάδοχος σε συμμόρφωση προς την ειδική πρόσκληση και αιτιολογείται η έκπτωση με αναφορά στις εργασίες που δεν εκτέλεσε και ενέργειες που δεν συμμορφώθηκε.

7. Αν κατά της απόφασης έκπτωσης δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση ή αν απορριφθεί η ένσταση από την αρμόδια προς τούτο Προϊσταμένη Αρχή, η έκπτωση καθίσταται οριστική. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση αναστέλλονται οι συνέπειες της έκπτωσης μέχρι αυτή να οριστικοποιηθεί. Η απόφαση επί της ένστασης εκδίδεται υποχρεωτικά από την Προϊσταμένη Αρχή εντός μηνός από την κατάθεσή της. Η τυχόν αποδοχή ή ρητή απόρριψη της ένστασης αιτιολογείται και μεταξύ των λόγων αποδοχής μπορεί να περιλαμβάνεται η καταφανής βελτίωση του ρυθμού ή της ποιότητας των εκτελούμενων εργασιών, ώστε να πιθανολογείται βάσιμα η έγκαιρη και έντεχνη εκτέλεση του έργου. Από την τυχόν άπρακτη πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας τεκμαίρεται απόρριψη της ένστασης και οριστικοποίηση της έκπτωσης. Μόλις οριστικοποιηθεί η έκπτωση η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως την Διεύθυνση Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.

8. Ο ανάδοχος που υπέβαλε ένσταση κατά της απόφασης κήρυξής του ως εκπτώτου υποχρεούται να συνεχίσει και να εντείνει τις εργασίες και ιδίως να εκτελεί τις εργασίες που η φύση τους δεν επιτρέπει τη διακοπή τους ή ορίζονται ως κατεπείγουσες με εντολή της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.

Η Διευθύνουσα Υπηρεσία μπορεί να επέμβει για την αποτροπή ενδεχόμενων κινδύνων για το έργο και εκτελεί τις απαιτούμενες προς τούτο εργασίες με οποιονδήποτε τρόπο σε βάρος και για λογαριασμό του αναδόχου, αν μετά την κήρυξη της έκπτωσης και πριν την οριστικοποίησή της ο ανάδοχος εξακολουθεί να παραμελεί τις υποχρεώσεις του. Επίσης εκτελεί τις απαραίτητες κατεπείγουσες εργασίες μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης και μέχρι τον καθορισμό του τρόπου εκτέλεσης των υπολειπόμενων εργασιών, από την αρμόδια Προϊσταμένη Αρχή. Η εκτέλεση των εργασιών αυτών γίνεται με απευθείας ανάθεση σε άλλον εργολήπτη ή με πρόχειρο διαγωνισμό ή με αυτεπιστασία.

9. Αν η έκπτωση καταστεί οριστική ο ανάδοχος αποξενώνεται και αποβάλλεται αμέσως από το έργο και η εργολαβία εκκαθαρίζεται το συντομότερο δυνατό.

Κατ' εξαίρεση, μπορεί να επιτραπεί στον έκπτωτο ανάδοχο να συμπληρώσει ημιτελείς εργασίες ώστε να καταστεί δυνατή η επιμέτρησή τους ή να εκτελέσει εργασίες προς άρση ή αποτροπή κινδύνων.

10. Κατά του οριστικά έκπτωτου αναδόχου επέρχονται αθροιστικά οι εξής συνέπειες, τις οποίες υποχρεούται να υλοποιήσει η Διευθύνουσα Υπηρεσία εντός μηνός από την οριστικοποίηση της έκπτωσης:

α) Καθίσταται άμεσα απαιτητό το αναπόσβεστο μέρος της προκαταβολής προσαυξημένο με τους νόμιμους τόκους και καταπίπτει υπέρ του κυρίου του έργου η αντίστοιχη εγγύηση.

β) Καταπίπτει υπέρ του κυρίου του έργου, ως ειδική ποινική ρήτρα, το σύνολο της εγγύησης για την καλή εκτέλεση του έργου.

γ) Καταπίπτει το σύνολο των ποινικών ρητρών που προβλέπονται για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας περαίωσης του έργου και για τις τμηματικές προθεσμίες. Οι ποινικές ρήτρες περιλαμβάνονται στον εκκαθαριστικό λογαριασμό της έκπτωτης εργολαβίας.

11. Για την εκκαθάριση της εργολαβίας καλείται ο έκπτωτος ανάδοχος να υποβάλει μέσα σε ένα (1) μήνα την επιμέτρηση των εργασιών που έχει εκτελέσει. Αν αμελήσει την υποχρέωσή του αυτή, η Διευθύνουσα υπηρεσία προβαίνει η ίδια, ή αναθέτει σε ιδιώτη μηχανικό τη σύνταξη της επιμέτρησης, καλώντας τον έκπτωτο ανάδοχο να παραστεί. Η επιμέτρηση ελέγχεται και εγκρίνεται από την Διευθύνουσα Υπηρεσία εντός μηνός από της υποβολής της και κοινοποιείται στον έκπτωτο ανάδοχο, ο οποίος μπορεί να υποβάλλει ένσταση εντός δεκαπέντε (15) ημερών. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και αν η επιμέτρηση συνταχθεί με επιμέλεια της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Επί της ένστασης αποφαίνεται η Προϊσταμένη Αρχή εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της. Αν η επιμέτρηση ανατεθεί προς σύνταξη σε ιδιώτη μηχανικό, η σχετική δαπάνη καταβάλλεται από τις πιστώσεις του έργου με απόφαση της Διευθύνουσας υπηρεσίας και περιλαμβάνεται στον εκκαθαριστικό λογαριασμό της έκπτωτης εργολαβίας. Η επιμέτρηση περιλαμβάνει μόνο ολοκληρωμένες εργασίες. Κατ’ εξαίρεση ημιτελείς εργασίες και εισκομισθέντα στο εργοτάξιο υλικά περιλαμβάνονται στην επιμέτρηση, αν κατά την κρίση της υπηρεσίας είναι χρήσιμα για τον κύριο του έργου, ενόψει της προοπτικής συνέχισής του.

12. Στον εκκαθαριστικό λογαριασμό περιλαμβάνεται το σύνολο των ποινικών ρητρών της παραγρ. 10 του παρόντος άρθρου και κάθε άλλη εκκαθαρισμένη απαίτηση κατά του εκπτώτου αναδόχου. Αν ο εκκαθαριστικός λογαριασμός είναι αρνητικός, η διαφορά εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την είσπραξη των απαιτήσεων του κυρίου του έργου. Αν κατά την παραλαβή των εργασιών της έκπτωτης εργολαβίας, που διενεργείται ταυτόχρονα ως προσωρινή και οριστική, προκύψουν διαφορές στα ποσά του εκκαθαριστικού λογαριασμού, συντάσσεται νέος τελικός λογαριασμός, αλλιώς ο εκκαθαριστικός λογαριασμός ισχύει ως τελικός.

13. Αν, μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης, η Προϊσταμένη Αρχή αποφασίσει την ολοκλήρωση του έργου, προσκαλεί τον επόμενο κατά σειρά μειοδότη του διαγωνισμού, στον οποίο αναδείχθηκε ο έκπτωτος ανάδοχος και του προτείνει να αναλάβει αυτός το έργο ολοκλήρωσης της έκπτωτης εργολαβίας, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και βάσει της προσφοράς που υπέβαλε στον διαγωνισμό. Η σύμβαση εκτέλεσης συνάπτεται εφόσον εντός πέντε ημερών από την κοινοποίηση της πρότασης περιέλθει στην Προϊσταμένη Αρχή έγγραφη και ανεπιφύλακτη αποδοχή της. Η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας θεωρείται ως απόρριψη της πρότασης.

Αν ο ανωτέρω μειοδότης δεν δεχθεί την πρόταση σύναψης σύμβασης η Προϊσταμένη Αρχή προσκαλεί τον επόμενο κατά σειρά μειοδότη, ακολουθώντας κατά τα λοιπά την ίδια διαδικασία.

Εφ’ όσον και αυτός απορρίψει την πρόταση, η Προϊσταμένη Αρχή για την ανάδειξη αναδόχου στο έργο προσφεύγει κατά την κρίση της είτε στην ανοιχτή δημοπρασία, είτε στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, κατά τις οικείες διατάξεις.

Η διαδικασία της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται μόνο εφόσον η Προϊσταμένη Αρχή κρίνει αιτιολογημένα ότι οι παραπάνω προσφορές δεν είναι ικανοποιητικές για τον κύριο του έργου.

Η διαδικασία της παραγράφου αυτής μπορεί να εφαρμόζεται αναλογικά και σε περίπτωση ολοκλήρωσης έργου, ύστερα από διάλυση της σύμβασης με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, ό,που η διάλυση προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις.

14. Η διαδικασία ανάθεσης της προηγούμενης παραγράφου τηρείται, επιφυλασσομένων σε κάθε περίπτωση των διατάξεων της Κοινοτικής Νομοθεσίας, αν το κόστος των υπολειπομένων για την ολοκλήρωση της εργολαβίας εργασιών υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον όριο εφαρμογής της.

ΑΡΘΡΟ 7

Υπεργολαβία και κατασκευαστική κοινοπραξία–

Όρια ανεκτελέστου τμήματος εργολαβιών

1. Σε περίπτωση σύναψης σύμβασης υπεργολαβίας, προϋπόθεση της, κατά τις κείμενες διατάξεις, έγκρισής της είναι να διατηρεί ο ανάδοχος του έργου ποσοστό τουλάχιστον 70% του ποσού της σύμβασης.

Για το ποσό της σύμβασης υπεργολαβίας ο ανάδοχος δεν δικαιούται πιστοποιητικό εμπειρίας για χρήση στο Μ.Ε.ΕΠ.. Τα στελέχη του αναδόχου δικαιούνται πιστοποιητικό εμπειρίας το οποίο για την εξέλιξη στο Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ) ανάγεται στο μισό του χρόνου επίβλεψης.

2. Σε περίπτωση σύστασης κατασκευαστικής κοινοπραξίας, η οποία εγκρίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο ανάδοχος πρέπει επίσης να διατηρεί συνολικό ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 70%.

Αν ο ανάδοχος είναι κοινοπραξία πρέπει επιπλέον κάθε επιχείρηση της κοινοπραξίας να διατηρεί ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής 15%, εκτός αν η συμμετοχή της στην αρχική κοινοπραξία ανέρχεται σε ποσοστό μικρότερο του 15% οπότε αυτό ισχύει ως ελάχιστο ποσοστό και στην κατασκευαστική κοινοπραξία. Στην περίπτωση αναδόχου κοινοπραξίας επιχειρήσεων της ίδιας κατηγορίας το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής κάθε μιας των επιχειρήσεων αυτών στην κατασκευαστική κοινοπραξία δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 25%. Κάθε άλλη νέα επιχείρηση που μετέχει στην κατασκευαστική κοινοπραξία πρέπει να έχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής 15%.

3. Στην παρ. 45 του άρθρου 16 ν. 1418/84, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ μπορούν να αναπροσαρμόζονται, κατά τάξεις του Μ.Ε.ΕΠ., τα όρια του ανεκτέλεστου μέρους συμβάσεων δημοσίων έργων που εκτελούνται στην ημεδαπή και τα οποία δεν πρέπει να υπερβαίνουν οι εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ. εργοληπτικές επιχειρήσεις, προκειμένου να αναλάβουν την εκτέλεση του συνόλου ή μέρους δημοσίου έργου, ως ανάδοχοι ή μέλη αναδόχου κοινοπραξίας ή μέλη κατασκευαστικής κοινοπραξίας ή αναγνωρισμένοι υπεργολάβοι.

Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος απόδειξης της μη υπέρβασης του ως άνω ορίου, καθώς και οι φορείς τα έργα των οποίων υπολογίζονται στο ανεκτέλεστο μέρος.

4. Για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων χορηγείται σε κάθε εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. «ενημερότητα πτυχίου», η οποία, σε συνδυασμό με τη βεβαίωση εγγραφής που εκδίδεται από την υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., συνιστά «επίσημο κατάλογο αναγνωρισμένων εργοληπτών» κατά την έννοια του άρθρου 29 του π.δ. 334/2000 και απαλλάσσει τις εργοληπτικές επιχειρήσεις από την υποχρέωση να καταθέτουν τα επιμέρους δικαιολογητικά στους διαγωνισμούς. Για την έκδοση και χορήγηση της «ενημερότητας πτυχίου» οι εργοληπτικές επιχειρήσεις υποβάλλουν σε τακτά χρονικά διαστήματα, στην υπηρεσία τήρησης του Μ.Ε.ΕΠ., τα δικαιολογητικά συμμετοχής τους σε διαγωνισμούς, όπως αυτά ορίζονται από τις κείμενες διατάξεις.

Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ορίζονται τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία υποβολής τους, ο χρόνος ισχύος της «ενημερότητας πτυχίου», η διαδικασία ανανέωσής της, οι συνέπειες εκ της μη υποβολής της σε διαγωνισμό, ο χρόνος εφαρμογής του μέτρου και κάθε σχετικό θέμα.

¶ρθρο 8

Έλεγχος των μελετών πριν τη δημοπράτηση των έργων

1. Πριν την απόφαση ένταξης ενός έργου σε πρόγραμμα δημοπράτησης, η Προϊσταμένη Αρχή συγκροτεί τριμελή, τουλάχιστον, επιτροπή, αποτελούμενη από εκπροσώπους της Προϊσταμένης Αρχής και της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, καθώς και του μελετητή του έργου, η οποία ελέγχει, επικαιροποιεί και συμπληρώνει τις υφιστάμενες μελέτες, ως προς τα βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά και τις προμετρήσεις των ποσοτήτων του έργου, συντάσσοντας σχετικό πρακτικό.

Εφ’ όσον διαπιστωθεί ότι η μελέτη έχει ελλείψεις και ο μελετητής εξακολουθεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις να ευθύνεται χρονικά για τη μελέτη, αναλαμβάνει ύστερα από σχετική πρόσκληση της Προϊσταμένης Αρχής, να συμπληρώσει και βελτιώσει την ελλιπή μελέτη.

Αν αρνηθεί, βαρύνεται με τη δαπάνη την οποία η Προϊσταμένη Αρχή καταβάλλει σε τρίτους προς το σκοπό αυτό. Στην περίπτωση αυτή, η Προϊσταμένη Αρχή συμπληρώνει και βελτιώνει την υφιστάμενη ελλιπή μελέτη, μπορεί δε να χρησιμοποιήσει για το σκοπό αυτό τεχνικούς συμβούλους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

¶ρθρο 9

Ενιαία Τιμολόγια, πρότυπα τεύχη Διακηρύξεων και εντύπων Προσφοράς

1. Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ μπορεί να εγκρίνονται ενιαία Τιμολόγια ανά κατηγορία έργων, πρότυπα τεύχη Διακηρύξεων και εντύπων Προσφοράς για όλα τα συστήματα υποβολής προσφοράς καθώς και άλλα πρότυπα εγγράφων που χρησιμοποιούνται κατά τις δημοπρασίες των έργων.

2. Τα τιμολόγια καθώς και τα πρότυπα, μετά την έγκρισή τους, ισχύουν υποχρεωτικά για όλους τους φορείς που δημοπρατούν Δημόσια Έργα εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση.

3. Οι τιμές των εργασιών των ενιαίων τιμολογίων, αναπροσαρμόζονται σε τακτά διαστήματα, όπως ορίζεται στην απόφαση και λαμβάνονται αυτούσιες ή σε συνδυασμό μεταξύ τους για τη σύνταξη των προϋπολογισμών των έργων.

ΑΡΘΡΟ 10

Πειθαρχικές ευθύνες διοικητικών οργάνων

1. Η παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από όργανα του φορέα κατασκευής του έργου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα.

2. Ιδιαίτερα αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα:

α) Για τους επιβλέποντες το έργο: η παράλειψη άμεσης ενημέρωσης του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για την εκ μέρους του αναδόχου παραβίαση του χρονοδιαγράμματος κατασκευής, ή την κατασκευή ελαττωματικών εργασιών ή την ενσωμάτωση ελαττωματικών υλικών ή την παράλειψη τήρησης των νομίμων μέτρων ασφαλείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.

β) Για τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας: η παράλειψη κίνησης και διεκπεραίωσης της διαδικασίας έκπτωσης του αναδόχου παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων, καθώς και η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των επιμετρήσεων και των λογαριασμών του έργου.

γ) Για τον Προϊστάμενο και τα όργανα της Προϊσταμένης Αρχής: Η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των Ανακεφαλαιωτικών Πινάκων και των Πρωτοκόλλων προσωρινής και οριστικής παραλαβής, η χορήγηση παράτασης προθεσμίας χωρίς να υφίστανται οι νόμιμες προϋποθέσεις.

Για τα αδικήματα αυτά ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων 'Εργων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν δημόσια έργα, επιβάλλει πειθαρχικές ποινές, κατά τις κείμενες διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων, ή τις αντίστοιχες πειθαρχικές διατάξεις του φορέα κατασκευής.

ΑΡΘΡΟ 11

Κατάσχεση και εκχώρηση του εργολαβικού ανταλλάγματος

1. Η παρ. 2 άρθρου 4 ν. 4694/1930, όπως ισχύει, αντικαθίσταται κατά τα ακόλουθα:

«2. Επιτρέπεται η εκ μέρους του αναδόχου του έργου εκχώρηση χρηματικής απαίτησης, για την οποία έχει συνταχθεί και εγκριθεί πιστοποίηση εκ της κατασκευής έργου, εφόσον δανειστές της απαίτησης είναι αναγνωρισμένες Τράπεζες ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ή προμηθευτές υλικών και μηχανημάτων για την εκτέλεση του έργου εκ του οποίου προέρχεται η απαίτηση, ή εργάτες και υπάλληλοι που χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιούνται για την κατασκευή του.»

2. Στις διατάξεις του άρθρου 4 ν. 4694/1930, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5, οι δε επόμενες παρ. 5 και 6 αναριθμούνται σε 6 και 7. Η παρ. 5 έχει ως ακολούθως:

«5. Για την έγκυρη κατάσχεση του εργολαβικού ανταλλάγματος, εφ’ όσον τούτο επιτρέπεται σύμφωνα με την παρ. 3 του παρόντος, απαιτείται η κοινοποίηση του κατασχετηρίου σωρευτικά:

α) στον κύριο του έργου

β) στην Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου

γ) στην αρμόδια για τον έλεγχο της νομιμότητας της δαπάνης Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου ή άλλη αρχή

δ) στις αρμόδιες για την φορολογία τόσο του καθού η κατάσχεση αναδόχου, όσο και του κατασχόντος, Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες.

Στο κατασχετήριο εις χείρας του Δημοσίου πρέπει να αναγράφονται σαφώς, το έργο εκ του οποίου προέρχεται η κατασχόμενη απαίτηση, το πρόσωπο του αναδόχου, το πρόσωπο του δικαιούχου της απαίτησης με την ακριβή του διεύθυνση και το ποσόν αυτής.

Η κατάσχεση στα χέρια του Δημοσίου ολοκληρώνεται μόνο από την ημεροχρονολογία της έγκυρης κοινοποίησης του κατασχετηρίου στον κύριο του έργου, η οποία όμως, επί ποινή ακυρότητάς της, πρέπει αφενός να γίνεται χρονικά τελευταία και αφετέρου να συνοδεύεται από νόμιμα επικυρωμένα αντίγραφα των επιδοτηρίων όλων των κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου εγκύρων προηγουμένων επιδόσεων του κατασχετηρίου στις υπόλοιπες υπηρεσίες.

Οι διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και επί αναγγελίας εκχωρήσεως απαιτήσεως κατά του κυρίου του έργου. Η αναγγελία της εκχώρησης πρέπει να καταχωρίζεται επί ποινή ακυρότητάς της, στο κάτω μέρος του νόμιμα συνταγμένου πρωτοτύπου ή επικυρωμένου αντιγράφου της σύμβασης εκχώρησης.

Η μη τήρηση των διατάξεων αυτών συνεπάγεται την ακυρότητα της κατάσχεσης εις χείρας του κυρίου του έργου ή της αναγγελίας της εκχώρησης και η σχετική ακυρότητα λαμβάνεται υπόψη από τα δικαστήρια και αυτεπάγγελτα. Σε περίπτωση άκυρης κατά τα ανωτέρω κατάσχεσης ο κύριος του έργου δεν υποχρεούται να προβεί σε δήλωση.

ΑΡΘΡΟ 12

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού έχουν εφαρμογή στους διαγωνισμούς όλων των φορέων που εκτελούν δημόσια έργα και θα προκηρυχθούν με διακηρύξεις που θα δημοσιευθούν μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, καθώς και στις συμβάσεις που θα συναφθούν συνεπεία των διαγωνισμών αυτών. Ως δημοσίευση νοείται η αποστολή της περίληψης προς δημοσίευση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ή, σε διαγωνισμούς κάτω του πεδίου εφαρμογής της Κοινοτικής οδηγίας για τα δημόσια έργα, η πρώτη δημοσίευση στον ελληνικό τύπο. Επίσης οι διατάξεις του νόμου αυτού έχουν εφαρμογή στις συμβάσεις που θα συναφθούν ύστερα από διαδικασία απευθείας ανάθεσης ή διαγωνισμού μεταξύ περιορισμένου αριθμού επιχειρήσεων.

2. Διακηρύξεις διαγωνισμών στους οποίους δεν υποβλήθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου δικαιολογητικά ή προσφορές οποιασδήποτε φάσης ή σταδίου ανακαλούνται υποχρεωτικά και επαναπροκηρύσσονται.

3. Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 2 του παρόντος εφαρμόζεται για τις δημοπρασίες στις οποίες δεν έχει συναφθεί σύμβαση μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του νόμου.

4. Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις:

α) Των άρθρων 10, 12 και 13 του π.δ. 609/85, για τα έργα που δημοπρατούνται με τα συστήματα υποβολής προσφοράς των περιπτώσεων ε, ζ και η της παρ. 4 του άρθρου 4 ν. 1418/84.

β) Των άρθρων 4 παρ. 2 περ. β΄ του ν. 1418/84 και ακόμα των άρθρων 4 παρ. 6-8, 17 παρ. 2 και 19 του π.δ. 609/85, προκειμένου για τη διεξαγωγή της φάσης εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην δημοπρασία με προεπιλογή.

5. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται:

α) Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του Ν. 2576/98 (Α΄ 25) και οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότησή τους.

β) Η παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 1418/84, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την παρ. 1 του άρθρου 5 ν. 2940/01 και την παρ. 1 του άρθρου 15 ν. 3212/03.

γ) Η παρ. 46 του άρθρου 16 ν. 1418/84.

δ) Η παρ. 9 του άρθρου 6 ν. 1418/84, όπως ισχύει.

ε) Η παρ. 7 του άρθρου 17 π.δ. 609/85.

στ) Το άρθρα 18 και 24 του π.δ. 609/85.

ζ) Η παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 1418/84, κατά το μέρος που αναφέρεται στις ποινικές ρήτρες, καθώς και οι παρ. 9-12 του άρθρου 36 π.δ. 609/85.

η) Το άρθρο 47 του π.δ. 609/85.

θ) Κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο αυτό.

ΑΡΘΡΟ 13

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα