Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Περιορισμένο ήταν το καθαρό όφελος από τα δύο «hair cut» του ελληνικού χρέους που πραγματοποιήθηκαν το 2012, όπως αποκαλύπτει το βιβλίο της Τράπεζας της Ελλάδος «Το χρονικό της μεγάλης κρίσης 2008-2013».
Από τη συνολική μείωση του χρέους κατά 137,9 δισ. ευρώ που επιτεύχθηκε με το PSI του Φεβρουαρίου του 2012 και την επαναγορά ομολόγων το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, το καθαρό όφελος ήταν μόλις 51,2 δισ. ευρώ.
Αυτό οφείλεται στην ιδιομορφία της διαδικασίας του PSI, στις πρόσθετες ανάγκες δανεισμού που δημιούργησαν οι ίδιες οι διαδικασίες (ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών), καθώς και στην ανάγκη χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού.
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο της ΤτΕ, το ύψος των παλαιών δανείων (ομολόγων) προς τους ιδιώτες επενδυτές μειώθηκε το Φεβρουάριο κατά 106 δισ. ευρώ περίπου. Επίσης, με την επαναγορά χρέους το Δεκέμβριο του 2012, το χρέος μειώθηκε περαιτέρω κατά 31,9 δισ. ευρώ, δηλαδή συνολικά κατά 137,9 δισ. ευρώ.
Ομως, τονίζεται στο βιβλίο της ΤτΕ, το καθαρό όφελος από την αναδιάρθρωση του χρέους μετριάστηκε σημαντικά, κυρίως λόγω:
1. Της ανάγκης για ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με έκδοση νέου χρέους (ύψους 41 δισ. ευρώ εντός του 2012).
2. Του δανεισμού ύψους 11,3 δισ. ευρώ για την επαναγορά χρέους (το Δεκέμβριο).
3. Του γεγονότος ότι η μείωση της αξίας των ομολόγων που διακρατούσαν τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία ή άλλοι φορείς (ύψους 16,2 δισ. ευρώ) δεν οδήγησε σε μείωση του χρέους, επειδή επρόκειτο για ενδοκυβερνητικό χρέος.
4. Του δανεισμού 4,5 δισ. ευρώ για την παροχή ομολόγων του EFSF στα ασφαλιστικά ταμεία ως αντισταθμιστικού οφέλους έναντι της μείωσης των απαιτήσεων που υπέστησαν.
5. Της ανάγκης για δανεισμό 11,9 δισ. ευρώ για την κάλυψη του ελλείμματος του 2012 (συμπεριλαμβανομένης της πληρωμής δεδουλευμένων τόκων το Φεβρουάριο, αλλά όχι και της επίπτωσης από τη στήριξη τραπεζικών ιδρυμάτων).
6. Της ανάγκης κάλυψης λοιπών υποχρεώσεων του Δημοσίου (π.χ. πληρωμές στον ΕΜΣ, πληρωμές παλαιών οφειλών κ.λπ.) συνολικού ύψους 1,9 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό το καθαρό τελικό αποτέλεσμα όλων των συναλλαγών ήταν η μείωση του χρέους εντός του 2012 μόνο κατά 51,2 δισ. ευρώ, σημειώνει η ΤτΕ.
Προειδοποίηση από το 2008
Από τα τέλη του 2008 η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιούσε ότι η κρίση που ερχόταν και στην Ελλάδα θα ήταν βαθιά και διαρθρωτική και τόνιζε ότι η υπέρβασή της θα απαιτούσε μακρά, μεθοδική και επίπονη προσπάθεια, καθώς έπρεπε να αντιμετωπιστούν επειγόντως ανισορροπίες και δομικές αγκυλώσεις, που είχαν συσσωρευθεί από χρόνια, υπενθύμισε ο απερχόμενος κεντρικός τραπεζίτης Γ. Προβόπουλος.
Για το παρόν και το μέλλον, ο κ. Προβόπουλος τονίζει πως οι θέσεις της ΤτΕ για την έξοδο από την κρίση είναι οι ακόλουθες:
-
Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ και να αποφύγει τη χρεοκοπία, που θα είχε ανυπολόγιστες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.
-
Δεύτερον, το Πρόγραμμα Προσαρμογής και οι συμφωνίες με τους εταίρους εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Χωρίς αυτά η χρεοκοπία θα ήταν αναπόφευκτη. Γι’ αυτό πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια. Οι όροι άλλωστε των προγραμμάτων αφορούν, σε μεγάλο βαθμό, αλλαγές που έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί πριν από πολλά χρόνια.
-
Τρίτον, για να επανέλθει η χώρα στην ανάπτυξη, διασφαλίζοντας την ευρωπαϊκή της προοπτική, έπρεπε να εξαλείψει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και να ενισχύσει την εξωστρέφεια της οικονομίας, να εκσυγχρονίσει το κράτος, να καταστήσει ανταγωνιστική τη λειτουργία των αγορών και να περιορίσει το βάρος του δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα χρειάζεται επίσης ένα νέο εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης.
-
Τέταρτον, η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να στηριχθεί κατά κύριο λόγο στην εκλογίκευση των δαπανών. Τα έσοδα οφείλουν να ενισχυθούν με περιορισμό της φοροδιαφυγής και διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ώστε να γίνει εφικτή στη συνέχεια η αναγκαία μείωση των φορολογικών συντελεστών και της φορολογικής επιβάρυνσης.
-
Πέμπτον, η ιστορική πρόκληση που αντιμετωπίζει η χώρα επιβάλλει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, την εθνική συνεννόηση και την ευρύτερη δυνατή σύγκλιση.
-
Εκτον, τα προγράμματα προσαρμογής αποτελούν αναγκαία συνθήκη για την έξοδο από την κρίση, όχι όμως και επαρκή. Για το ριζικό αναπροσανατολισμό της οικονομίας προς ένα νέο πρότυπο, απαιτείται ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη, με μακρόπνοη στόχευση και συνεπή εφαρμογή.
Β. Σόιμπλε: Η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της
Την πεποίθηση ότι η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο η Ελλάδα να χρειαστεί περαιτέρω χρηματοδότηση μετά τη λήξη της ισχύος του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας, ενώ επανέλαβε την ετοιμότητα της Γερμανίας να συμβάλει.
«Είπαμε τότε, και αυτό που είπαμε τότε το επαναλαμβάνω με κάθε ευκαιρία όποτε ερωτώμαι, ότι εάν ήταν απαραίτητο και η Ελλάδα μέχρι τότε είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της -το οποίο και έχει κάνει-, θα ήμασταν διατεθειμένοι να σκεφτούμε περαιτέρω μέτρα στήριξης.
Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Και σε αυτό εμμένουμε. Αλλά αυτό θα το δούμε. Η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και, αν συνεχίσει σε αυτό το δρόμο, δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία. Είμαστε στο σωστό δρόμο.
Η πρόοδος η οποία έχει επιτευχθεί αποδεικνύει ακριβώς αυτό», δήλωσε ο κ. Σόιμπλε απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο πακέτο βοήθειας, και εξέφρασε για ακόμη μία φορά το μεγάλο σεβασμό του για τις προσπάθειες των Ελλήνων και τις επιτυχίες της Ελλάδας, η οποία «έχει κάνει εξαιρετική δουλειά» και έχει πετύχει περισσότερα από ό,τι είχε προβλεφθεί αρχικά.
Από την πλευρά του, ο μέχρι χθες υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος βρίσκεται στο Βερολίνο προσκεκλημένος του κ. Σόιμπλε σε εκδήλωση πολιτιστικού χαρακτήρα αφιερωμένη στην Ελλάδα, τόνισε ότι είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζει κανείς αν θα υπάρξει ανάγκη χρηματοδότησης μετά το 2015 και ανέφερε ότι «υπάρχουν τρόποι για να καλυφθεί τυχόν χρηματοδοτικό κενό» με ίδιες δυνάμεις της χώρας.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει πλέον έναν νέο υπουργό Οικονομικών, τον Γκίκα Χαρδούβελη, ο κ. Σόιμπλε, ο οποίος προηγουμένως είχε κάνει λόγο για εξαιρετική συνεργασία με τον κ. Στουρνάρα, σημείωσε ότι δεν γνωρίζει το νέο του συνάδελφο, αλλά εξέφρασε την πεποίθηση ότι θα συνεχίσει και με εκείνον την καλή συνεργασία.
«Το δήλωσε στην Αθήνα και ο πρωθυπουργός, το είπε επίσης και ο Γιάννης Στουρνάρας. Η αλλαγή στη θέση του υπουργού Οικονομικών δεν σημαίνει αλλαγή και στην πολιτική», επισήμανε.
Εκτιμήσεις μετά το καλοκαίρι
Τη θέση πως μετά το καλοκαίρι θα γίνουν νέες εκτιμήσεις ως προς το εάν η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα τρίτο πακέτο στήριξης ή μια νέα διαγραφή χρέους, διατυπώνει ο επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ, σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ».
Οι νέες αυτές εκτιμήσεις θα εξαρτηθούν, όπως προσθέτει, από τη δοκιμασία αντοχής των τραπεζών που θα απαντήσει στο ερώτημα εάν οι τράπεζες θα χρειαστούν τους πόρους που έχουν προβλεφθεί γι’ αυτές στο πακέτο βοήθειας, «κάτι που αποτελεί και το μεγάλο ερωτηματικό», οπότε και θα γίνει γνωστό πόσα χρήματα υπάρχουν ακόμη και ποια είναι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας.
Σχολιάζοντας την άποψη ότι με λιγότερο αυστηρά μέτρα λιτότητας θα μπορούσε να αποφευχθεί μια υποτροπή σε ύφεση και ίσως η επιδείνωση του προϋπολογισμού, ο κ. Ντέισελμπλουμ επισημαίνει πως η Ελλάδα και άλλες χώρες είχαν σχεδόν χρεοκοπήσει και γι’ αυτό εξαναγκάστηκαν να ακολουθήσουν τη λιτότητα.
Διευκρινίζει δε, πως όταν δεν υπάρχει πλέον αξιοπιστία και δεν χορηγούνται δάνεια, τότε δεν υπάρχει άλλη επιλογή και γι’ αυτό έπρεπε να δημιουργηθούν μηχανισμοί αντιμετώπισης της κρίσης και ασπίδες σωτηρίας για να διασωθούν χώρες από τη χρεοκοπία και μέρος αυτής της στρατηγικής ήταν ότι οι χώρες θα πρέπει να κάνουν τα πάντα για να φέρουν σε τάξη τους προϋπολογισμούς τους.
Στο ερώτημα εάν είναι υψηλό το τίμημα των πακέτων λιτότητας σε χώρες της Ευρωζώνης, ο Γερούν Ντέισελμπλουμ απαντά πως υπάρχει ένα υψηλό τίμημα, ωστόσο η αιτία δεν είναι η λιτότητα αλλά η κρίση η οποία εξανάγκασε σε λιτότητα και σε αυτό συνέβαλαν φτηνά δάνεια, «φούσκες» ακινήτων, απώλεια ανταγωνιστικότητας, υψηλό χρέος και κακή πολιτική.
Ο ίδιος θεωρεί πως «η Ευρώπη ψώνισε βερεσέ», παίρνοντας πολλά χρήματα που ξόδεψε άσχημα και μια πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η λιτότητα ήταν αναπόφευκτη.
ΠΑΝΟΣ Φ. ΚΑΚΟΥΡΗΣ - [email protected]