«Η Ελλάδα θα μπορεί να εξυπηρετεί το χρέος της στην ελεύθερη αγορά με ανεκτά επιτόκια το νωρίτερο σε δύο χρόνια». Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Zürcher Kantonalbank της Ελβετίας, Αναστάσιος Φραγκουλίδης.
Ο κ. Φραγκουλίδης είναι και υπεύθυνος για τη στρατηγική και τις επενδυτικές αποφάσεις της Zürcher Kantonalbank, της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της Ελβετίας, που ανήκει εξ ολοκλήρου στο καντόνι της Ζυρίχης.
«Ακόμη οι τόκοι είναι υψηλοί»
Ο έλληνας οικονομολόγος σχετικοποιεί τις δηλώσεις αισιοδοξίας που ακούστηκαν στην Αθήνα κατά την ανάληψη της προεδρίας για το πρώτο εξάμηνο του 2014 σχετικά με την έξοδο της χώρας στην ελεύθερη αγορά, τις οποίες αποδίδει κυρίως στις ευρωεκλογές του Μαΐου.
«Μπορώ πολύ καλά να φανταστώ ότι η Ελλάδα σε δύο με τρία χρόνια θα είναι σε θέση να χρηματοδοτηθεί από μόνη της», υποστήριξε ο κ. Φραγκουλίδης σε συνέντευξή του στο ελβετικό ραδιόφωνο SRF.
«Ασφαλώς υπάρχουν και τώρα επενδυτές που θα έδιναν δάνεια στην Ελλάδα, μόνο όμως σε υψηλούς τόκους. Γι' αυτό η Ελλάδα θα χρειαστεί για λίγο καιρό ακόμη τη βοήθεια των διεθνών δανειστών της, όπως της ΕΕ και του ΔΝΤ», είπε.
«Ο λαός διαπιστώνει ότι τα χειρότερα πέρασαν»
Ο έλληνας επικεφαλής οικονομολόγος της Zürcher Kantonalbank κάνει αναφορά στην Ιρλανδία, που κατά την άποψή του έδειξε ότι είναι εφικτός ο δρόμος εξόδου στις αγορές, αλλά και στην Πορτογαλία που βρίσκεται ένα βήμα πριν.
Για την Ελλάδα επισημαίνει ότι χρειάζεται ακόμη χρόνο για να επανακτήσει ολοκληρωτικά την εμπιστοσύνη των ιδιωτών επενδυτών. Είναι ωστόσο πεπεισμένος ότι ο ελληνικός λαός θα συνεχίσει να συνεργάζεται και να πορεύεται τον φιλοευρωπαϊκό δρόμο.
«Οι Έλληνες έχουν υποστεί πολλές θυσίες και τώρα διαπιστώνουν σιγά σιγά ότι ίσως τα χειρότερα πέρασαν. Ο κίνδυνος ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ έχει γίνει σημαντικά μικρότερος».
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο, η Ελλάδα έχει προοπτική να βγει από την κρίση, αλλά θα πρέπει να διαμορφώσει ένα ελκυστικό επενδυτικό περιβάλλον, να γίνει πιο ανταγωνιστική και μάλιστα όχι στη βάση χαμηλότερων μισθών και ημερομισθίων, αλλά διαμορφώνοντας καλύτερες συνθήκες λειτουργίας με μια αποτελεσματική διοίκηση, λιγότερη διαφθορά και ανοιχτές αγορές».
Πηγή: Deutsche Welle