Το μίνι κυβερνητικό «αντάρτικο» κατά της τρόικας, το οποίο εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στα χρόνια του μνημονίου, με την κατάθεση του προϋπολογισμού στη Βουλή, χωρίς αυτός να έχει πάρει την έγκριση της ομάδας των ελεγκτών -από τα πλέον μεγάλα θέματα έως την πλέον ασήμαντη λογιστική εγγραφή του-, ήταν η μοναδική χαλαρή νότα της αποτύπωσης των οικονομικών επιλογών της κυβέρνησης.
Σε ό,τι αφορά όλες τις υπόλοιπες διαστάσεις της όμως, η κορυφαία καταγραφή της εικόνας των κρατικών οικονομικών δεν έχει να προσφέρει, ούτε και στη φετινή εκδοχή της, ευχάριστες εκπλήξεις πέρα από τις τακτικές, γνωστές, διαπιστώσεις που δεν αφήνουν πολλές ελπίδες να ανοίξουν φωτεινές χαραμάδες ανάπτυξης στο συμπαγές τείχος της ύφεσης και της πολιτικής λιτότητας.
Στο σκέλος των εσόδων η προβλεπόμενη αύξηση των άμεσων φόρων κατά 8,5%, του φόρου εισοδήματος κατά 11,5% και των φόρων στην ακίνητη περιουσία κατά 41,4% δεν αφήνει κανένα περιθώριο για παρερμηνείες σε ό,τι αφορά το ποιος θα έχει τον πρώτο λόγο στη διαχείριση του μάλλον πενιχρού περιεχομένου του πορτοφολιού των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Και επιπλέον καταγράφει μια υπερβαίνουσα την πραγματικότητα αισιοδοξία των συντακτών του προϋπολογισμού για την ικανότητα των φορολογουμένων να ανταποκριθούν στην αυξημένη απαίτηση φόρων, η οποία δεν τεκμηριώνεται από πουθενά.
Στο πεδίο των δαπανών και την πιθανή αναπτυξιακή του διάσταση, αρκεί μόνο να σημειωθεί ότι η πρόβλεψη για το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του 2014 υπέστη κούρεμα 200 εκατ. ευρώ «με το καλημέρα», αφού πριν ακόμη αρχίσει να εφαρμόζεται, η περικοπή έγινε στο διάστημα που μεσολάβησε από την παρουσίαση του προσχεδίου του Οκτωβρίου έως την κατάθεση του προϋπολογισμού στη Βουλή.
Το πλέον δυσμενές απ’ όλα τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται μαζί με τον προϋπολογισμό, αλλά και το πλέον ενδεικτικό των κυβερνητικών συνηθειών, είναι η επιβεβαίωση ότι παρά τις κατά καιρούς κυβερνητικές αναφορές στην ανάγκη ενίσχυσης της ρευστότητας που παρέχει το χρηματοπιστωτικό σύστημα προς τις επιχειρήσεις και την εκφρασθείσα ακόμη και δυσαρέσκεια για τη μη εκπλήρωση του χρηματοδοτικού ρόλου των τραπεζών, η μεγαλύτερη μαύρη τρύπα απορρόφησης ρευστότητας στην ελληνική αγορά παραμένει το κράτος.
Το ύψος του δανεισμού που έχει πραγματοποιήσει το κράτος με έντοκα γραμμάτια από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρά τη μείωσή του, παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα αφού υπερβαίνει τα 40 δισ. ευρώ.
Αυτή είναι η εικόνα και μάλιστα πριν πάρει τον προϋπολογισμό στα χέρια της η τρόικα, καθώς -όπως διαμήνυσαν οι Βρυξέλλες- θα υπάρξουν αναθεωρήσεις όπου χρειαστεί.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]