Στη σταθερότητα των βασικών τους τραπεζών επικεντρώνονται οι επιχειρήσεις, κυρίως λόγω των παρατεταμένων επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 αλλά και των συνεχιζόμενων προκλήσεων στην Ευρωζώνη, όπως προκύπτει από έρευνα της Ernst & Young.
Σύμφωνα με την έρευνα «Successful corporate banking: Focus on fundamentals», παρά το γεγονός ότι το 63% των στελεχών επιχειρήσεων δηλώνουν πολύ ικανοποιημένοι με τις υπηρεσίες που δέχονται από τις βασικές τράπεζες με τις οποίες συνεργάζονται, αμφισβητούν την ικανότητα των τραπεζών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους, σε 11 από τα 16 βασικά κριτήρια απόδοσής τους.
Εξάλλου, λιγότεροι από τους μισούς των ερωτηθέντες (43%) δηλώνουν πεπεισμένοι ότι οι τράπεζές τους είναι σταθερές και λειτουργούν με ασφάλεια εντός των παραμέτρων κινδύνου των εταιρειών τους. Αν και το 69% θεωρούν σημαντική τη θέση και τη διαφάνεια της τράπεζάς τους ως προς τους κινδύνους, τη ρευστότητα και τα κεφάλαια, και τη συγκέντρωση του χαρτοφυλακίου, μόνο το 27% αναφέρουν ότι οι τράπεζες τους φέρονται διατεθειμένες να μοιραστούν αυτές τις πληροφορίες μαζί τους.
«Η σημαντικότερη διαφορά μεταξύ των προσδοκιών του πελάτη και των επιδόσεων της τράπεζας σχετίζεται με την έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τις βασικές παραμέτρους κινδύνου. Για χρόνια οι τράπεζες αξιολογούσαν την πιστοληπτική ικανότητα των μεγάλων πελατών τους, όμως οι όροι σήμερα έχουν αντιστραφεί. Ιδιαίτερα στην Ευρώπη, η συντριπτική αίσθηση από τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι ότι θα ήθελαν περισσότερη πληροφόρηση σχετικά με το προφίλ κινδύνου και τη συγκέντρωση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών με τις οποίες συνεργάζονται», παρατηρεί ο Niamh Prendergast, partner in Banking and Capital Markets της Ernst & Young για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 63% των στελεχών επιχειρήσεων θεωρεί ότι το αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δεν έχει μέχρι στιγμής επηρεάσει σοβαρά τις σχέσεις τους με τις τράπεζες. Υπάρχει, ωστόσο, μια διάχυτη ανησυχία ότι πιθανώς να τους επιβληθούν αλλαγές καθώς οι τράπεζες θα αξιολογήσουν την κερδοφορία ορισμένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με την Ernst & Young, προκειμένου να προστατευτούν, οι εταιρικοί πελάτες προχωρούν σε μια σειρά από κινήσεις οι οποίες βασίζονται λιγότερο στα τραπεζικά ομόλογα α’ διαβάθμισης για μελλοντικές πηγές χρηματοδότησης, στρέφονται συχνότερα προς τις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές και κατανέμουν τις τραπεζικές τους εργασίες μεταξύ μιας βασικής ομάδας μεγάλων τραπεζών που δεν είναι συστημικά σημαντικές και ισχυρών περιφερειακών παικτών.
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι το 70% των εταιρικών πελατών που ερωτήθηκαν χρησιμοποιούν περισσότερες από πέντε τράπεζες.