Η πτωτική πορεία των εξαγωγών συνεχίστηκε και κατά το περασμένο έτος, όπως αναφέρεται στο νέος τεύχος του εντύπου «Επισημάνσεις», που εκδίδει ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων (ΠΣΕ) και στο οποίο εξετάζονται οι εξαγωγικές επιδόσεις κατά το 2002 γενικά και κατά περιοχές, καθώς και ορισμένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους.
Παρά την υποχώρηση των εξαγωγών, γενικά σημειώνεται ισχυρή ανάκαμψή τους σε ορισμένες χώρες, όπως στη Λιβύη, στη Σαουδική Αραβία, και την Ουκρανία, ενώ σε ορισμένες άλλες καίριες αγορές οι εξαγωγές υποχωρούν.
Σημειώνεται, ότι, στο τεύχος, γίνεται ειδική μνεία των εξαγωγικών πραγματοποιήσεων στις δέκα χώρες της νέας διεύρυνσης.
Αναλυτικότερα, οι ελληνικές εξαγωγές, κατά το περασμένο έτος υποχώρησαν, είτε μετρηθούν σε δολάρια είτε σε ευρώ. Με βάση προσωρινά στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (ΕΣΥΕ), η αξία των εξαγωγών στο 2002 έφτασε σε 10.301 εκ. δολ. ή 10.946 εκ.ευρώ, σε σχέση με 10.412 εκ. δολ. ή 11.630 εκ.ευρώ στο 2001, σημείωσε δηλαδή πτώση κατά 1,1% σε δολάρια και 5,9% σε ευρώ.
Η εξαγωγική δραστηριότητα σε δολάρια υποχώρησε σε όλες τις περιοχές εκτός της Ε.Ε., της Μ.Ανατολής, και των «Λοιπών Χωρών». Σε ευρώ όμως, η υποχώρηση είναι γενική, εκτός της περιοχής «Λοιπές Χώρες».
Από τις πιο χαρακτηριστικές εξελίξεις είναι η εκτίναξη των εξαγωγών προς την Ινδία σε 123 εκ. δολ. από 40 εκ. δολ. στο 2001 (αύξηση 204%) η οποία όμως δεν είναι βέβαιο ότι θα παγιωθεί, και η ισχυρή ανάκαμψη των εξαγωγών προς τη Λιβύη (αύξηση 137%), την Ουκρανία (60%), και τη Σαουδική Αραβία (21%).
Η ισχυρή άνοδος των εξαγωγών προς την Κίνα στους πρώτους μήνες του 2002 δεν συνεχίστηκε ως το τέλος, με αποτέλεσμα η αξία των εξαγωγών προς τη χώρα αυτή να διαμορφωθεί σε 57 εκ. δολ. από 44 εκ. δολ. στο προηγούμενο έτος (αύξηση 29%).
Οι εξαγωγές κατά περιοχές
Αναλυτικότερα, κατά περιοχές, η εξαγωγική δραστηριότητα εμφανίζει την ακόλουθη εικόνα:
* Ευρωπαϊκή Ένωση: Για πρώτη φορά, στα τελευταία χρόνια, οι εξαγωγές προς την Ε.Ε. σημειώνουν άνοδο 3,2% σε δολάρια. Η πτώση σε ευρώ περιορίζεται σε 1,9%. Ο επιμερισμός όμως των εξαγωγικών επιδόσεων προς τις χώρες-μέλη δεν είναι δυνατός, γιατί ποσό που φτάνει σε 579 εκ. δολ. ή 13% της αξίας των εξαγωγών προς την Ε.Ε. υπολογίζεται στο σύνολο αλλά δεν κατανέμεται σε καμμία χώρα.
* Λοιπές χώρες ΟΟΣΑ: Στη σημαντική αυτή περιοχή, προς την οποία κατευθύνεται το 12% της αξίας των εξαγωγών, η πτώση κατά 6,2% οφείλεται στην υποχώρηση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ σε 545 εκ. δολ. από 577 εκ.$ (-5,6%), και την Ελβετία (-22,3%) κυρίως, υποχώρηση που δεν αντισταθμίστηκε από την αύξηση των εξαγωγών προς την Αυστραλία, τη Ν.Ζηλανδία, και το Μεξικό. Οι εξαγωγές προς την Τουρκία (347 εκ. δολ.) παρέμειναν πρακτικώς στάσιμες στα επίπεδα που είχαν υποχωρήσει στο 2001, μετά το κορυφαίο ύψος που είχαν φτάσει στο 2000 (582 εκ. δολ.).
* Βαλκάνια, Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη, πρώην ΕΣΣΔ: Η εξαγωγική δραστηριότητα προς την εκτεταμένη αυτή περιοχή υποχώρησε κατά 8,3%. Προς τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ οι εξαγωγές παρέμειναν στάσιμες κατά βάση λόγω της πτώσης των εξαγωγών προς τη Ρωσία, η οποία απορροφά τα 2/3 του συνόλου της αξίας των εξαγωγών προς την περιοχή αυτή.
Η ισχυρή ανάκαμψη των εξαγωγών προς την Ουκρανία, που είχε παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, επιβεβαιώθηκε.
Η πτώση προς τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας κατά 15,2%, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην υποχώρηση προς την ΠΓΔΜ (-21%) και τη Σερβία-Μαυροβούνιο (-5%). Οι δύο αυτές χώρες καλύπτουν το 89% της συνολικής αξίας των εξαγωγών προς τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Οι εξαγωγές προς τις άλλες βαλκανικές χώρες, που έχουν εξελιχθεί σε σημαντικότατες αγορές για τα ελληνικά προϊόντα, υποχώρησαν σε 321 εκ.$ στην Αλβανία (-8,4%), σε 552 εκ. δολ. στη Βουλγαρία (-3.2%), και σε 280 εκ. δολ. στη Ρουμανία (-22%).
Οι εξαγωγές προς τις χώρες της Κεντρικής & Ανατολικής Ευρώπης παρέμειναν πρακτικώς στάσιμες. Στην Πολωνία, ειδικότερα, που εξελίσσεται σε σημαντική αγορά, έφτασαν σε 115 εκ.$ από 116 εκ.$ στο 2001.
* Μ.Ανατολή και Β.Αφρική: Οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά 4,7%. Η άνοδος οφείλεται στην ισχυρή ανάκαμψη των εξαγωγών προς τη Λιβύη σε 93 εκ. δολ. από 39 εκ. δολ. στο 2001, εξέλιξη που επιβεβαιώνει ότι η αγορά αυτή, ενδεχομένως, ανακτά την παλαιά της αίγλη, και τη Σαουδική Αραβία, όπου οι εξαγωγές έφτασαν σε 85 εκ. δολ. (αύξηση 21%). Μαζί με τη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών προς το Ιράκ, η άνοδος στις δύο αυτές χώρες αντιστάθμισε την πτώση κατά 27% στην Αίγυπτο, 38% στο Λίβανο, 13% στα Εμιράτα, και 18% στην Αλγερία.
* Μικρές χώρες της Μεσογείου: Οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 13,5%. Η υποχώρηση οφείλεται και στις τρεις χώρες (Κύπρος -9%, Μάλτα -24,5%, Γιβραλτάρ -26%). Στις τρεις αυτές χώρες μαζί, κατευθύνθηκαν εξαγωγές συνολικής αξίας 644 εκ.$, δηλαδή λίγο πάνω από 6% της αξίας των ελληνικών εξαγωγών.
* Ν.Α.Ασία: Μικρή αύξηση 1,2% σημείωσαν οι εξαγωγές προς τις καταγραφόμενες χώρες της Ν.Α. Ασίας (καταγράφονται οι σημαντικότερες για τις ελληνικές εξαγωγές) η οποία οφείλεται αποκλειστικά στον υπερδιπλασιασμό των εξαγωγών προς τη Σιγκαπούρη σε 54 εκ. δολ. από 26 εκ. δολ. στο 2001.
Οι εισαγωγές
Οι εισαγωγές, αντιθέτως, σημείωσαν αύξηση κατά 9% σε δολάρια ή κατά 3,5% σε ευρώ. Αυξημένες είναι οι εισαγωγές από όλες τις περιοχές, εκτός της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής (-28%) που οφείλεται κατά βάση στη μείωση των εισαγωγών πετρελαίου από το Ιράν, το Ιράκ, και τη Σαουδική Αραβία.
Αντιθέτως, η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών από τις πρώην Ανατολικές χώρες (21%) οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην αύξηση των εισαγωγών υδρογονανθράκων από τη Ρωσία. Η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών από τις «Λοιπές χώρες του ΟΟΣΑ» οφείλεται κατά βάση στην αύξηση των εισαγωγών από τις ΗΠΑ (44%). Αποτελούν κυρίως εισαγωγές αμυντικού εξοπλισμού. Αντιθέτως, η μεταβολή των εισαγωγών από τις χώρες της Ε.Ε. ήταν σχετικά περιορισμένη (+5% σε δολάρια και -1% σε ευρώ). Τέλος, οι εισαγωγές από τις χώρες της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής υποχώρησαν κατά 28%, κυρίως λόγω της μείωσης των εισαγωγών πετρελαίου από τη Λιβύη, το Ιράκ, το Ιράν, και τη Σ. Αραβία.
Οι χώρες της νέας διεύρυνσης
Οι εξαγωγές προς τις χώρες της νέας διεύρυνσης υποχώρησαν από 979,1 εκ. δολ. στο 2001 σε 902,1 εκ. δολ. το περασμένο έτος, σημείωσαν δηλαδή πτώση κατά 7,8%.
Η υποχώρηση οφείλεται την πτώση των εξαγωγών προς την Κύπρο και τη Μάλτα κατά 9% και 24,5%, αντιστοίχως. Οι δύο αυτές νησιωτικές χώρες κάλυψαν όμως ποσοστό 65,9% του συνόλου των εξαγωγών προς τις 10 χώρες της νέας διεύρυνσης στο 2002 και 69,2% στο 2001.
Παρά την υποχώρηση αυτή, οι εξαγωγές προς τις χώρες της νέας διεύρυνσης, στην δεκαετία του 1990, αυξήθηκαν κατά 207%, σε σχέση με αύξηση 38% για το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών στην ίδια περίοδο.
Αντιθέτως, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 9,9% σε 631,5 εκ. δολ. από 574,8 εκ. δολ. για τα δύο εξεταζόμενα έτη, αντιστοίχως, αφήνοντας και στις δύο περιπτώσεις θετικό υπόλοιπο στο ισοζύγιο. Το υπόλοιπο αυτό όμως οφείλεται, ως επί το πλείστον, στο έντονα πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο με την Κύπρο και τη Μάλτα. Το πλεόνασμα προς τις δύο αυτές χώρες υπερκάλυψε το έλλειμμα στο εμπόριο με την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Σλοβακία και την Τσεχία.
Σημειώνεται, ότι, οι χώρες τις διεύρυνσης, προς το παρόν είναι ενταγμένες στις αντίστοιχες περιοχές, όπου και εξετάστηκε η πορεία των εμπορικών συναλλαγών.