ΑΥΞΗΣΗ για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο εμφάνισαν τα καθαρά κέρδη της δεύτερης σε μέγεθος τράπεζας της Ελβετίας, από πλευράς περιουσιακών στοιχείων, Credit Suisse Group, μετά την πώληση στοιχείων της και τη μείωση των θέσεων εργασίας κατά 10.000, σε συνδυασμό με την άνοδο των αγορών.
Τα καθαρά της κέρδη το τρίτο τρίμηνο ανήλθαν σε 2,05 δισ. ελβετικά φράγκα (1,5 δισ. δολ.) ή 1,64 φράγκα ανά μετοχή, έναντι ζημίας 2,15 δισ. φράγκων ή 1,81 φράγκων ανά μετοχή που ήταν πριν από ένα χρόνο, σύμφωνα με ανακοίνωση της τράπεζας. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούσαν ότι η Credit Suisse Group θα εμφάνιζε καθαρά κέρδη 1,98 δισ. ελβετικών φράγκων.
Οι επικεφαλής της τράπεζας, Oswald Gruebel και John Mack προχώρησαν στην πώληση περιουσιακών στοιχείων ύψους πέντε δισ. δολ. και μείωσαν σε ποσοστό της τάξης του 12% το προσωπικό της, βοηθώντας την έτσι να επιστρέψει στην κερδοφορία μετά από ζημίες ύψους 3,3 δισ. ελβετικών φράγκων το 2002, επίπεδα ρεκόρ για ευρωπαϊκή τράπεζα. Το τρίτο τρίμηνο τα έσοδά της από την πώληση του τμήματος ασφαλειών ήταν μεγαλύτερα από ένα δισ. ελβετικά φράγκα.
«Συνεχίζουμε να βελτιώνουμε τη θέση μας πλησιάζοντας στον στόχο που έχουμε θέσει για κερδοφορία», ανέφερε ο Mack σε γραπτή του δήλωση, συμπληρώνοντας : «Παρόλα αυτά η σκληρή πολιτική σε θέματα κόστους την τελευταία διετία έκανε εντονότερο τον ανταγωνισμό, ενώ ακόμη δεν είμαστε ικανοποιημένοι από την κερδοφορία».
Οι Mack και Gruebel ανέλαβαν τα ηνία της τράπεζας από τον Lukas Muehlemann, του οποίου η απόφαση για επέκταση στον τομέα των ασφαλειών, ύψους 22 δισ. δολ., είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των ζημιών το 2002. Παράλληλα, η πτώση των αγορών και των τιμών των μετοχών την τελευταία τριετία, μείωσε τα περιθώρια κέρδους και την αξία των επενδύσεων στο τμήμα των ασφαλειών, Winterthur.