Η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική αποτελεί μονόδρομο για την Ελλάδα, υπογράμμισε ο Ματίας Μορς, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην τρόικα, παρουσιάζοντας σήμερα την Έκθεση του Δεύτερου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής για την Ελλάδα.
Ο κ. Μορς επανέλαβε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει πριν το καλοκαίρι μέτρα ύψους 5,5 του ΑΕΠ για το 2013 και 2014. Υποστήριξε επίσης πως θα πρέπει να ληφθούν κι άλλα μέτρα για τη μείωση του εργατικού κόστους, ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ερωτηθείς σχετικά με τη θέση του ΔΝΤ πως δεν πρέπει να επιβληθούν νέοι φόροι, ο κ. Μορς υπογράμμισε ότι υπάρχει ευρεία συναίνεση στους κόλπους της τρόικας ότι προκειμένου να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα πρέπει να προσέξουμε την πλευρά των δημόσιων δαπανών. Εξέφρασε μάλιστα την ελπίδα ότι η τεχνική βοήθεια της ΕΕ, του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ θα επιτρέψει στην Ελλάδα να μειώσει δαπάνες. Είπε επίσης πως η φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να είναι ουδέτερη, να μην περιλαμβάνει δηλαδή αύξηση φόρων, ούτε να οδηγεί σε συνολική μείωσή τους.
Απαντώντας σε ερώτηση για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και εάν θα πρέπει να υπάρξει νέα μείωση μισθών, ανέφερε ότι η κυβέρνηση έχει ήδη μειώσει τον κατώτατο μισθό, αλλά χρειάζεται κάποιος χρόνος για να περάσει στην οικονομία. Πρόσθεσε, όμως, ότι το κόστος εργασίας πρέπει να μειωθεί άλλο τόσο και πως είμαστε στη μέση της διαδρομής.
Τι λέει η έκθεση της τρόικας
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνιστούν να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό η πρώτη εκταμίευση του δεύτερου προγράμματος. «Η αναδιάρθρωση του χρέους έχει γίνει και οι εκτεταμένες ενέργειες που ήταν απαραίτητες ώστε το πρόγραμμα να επανέλθει σε τροχιά υλοποίησης έχουν ήδη ολοκληρωθεί. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, η τήρηση των συμφωνηθέντων μέτρων πολιτικής στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος ήταν επαρκής, παρά τις
ελλείψεις που επισημαίνονται στην παρούσα έκθεση», επισημαίνεται στην έκθεση.
Η τρόικα υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, πως η πρόοδος της Ελλάδας όσον αφορά τους φιλόδοξους στόχους του πρώτου προγράμματος προσαρμογής υπήρξε ανομοιογενής. Διάφοροι παράγοντες έφεραν προσκόμματα στην πορεία υλοποίησης, όπως η πολιτική αστάθεια, η κοινωνική αναταραχή και ζητήματα διοικητικής ικανότητας, κυρίως, όμως, ύφεση, η οποία ήταν πολύ βαθύτερη από ό,τι προβλεπόταν.
Σημαντικοί δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτεύχθηκαν, γεγονός που οδήγησε στην υιοθέτηση πρόσθετων μέτρων εξυγίανσης κατά τη διάρκεια του 2010 και του 2011. Ωστόσο, η Ελλάδα πέτυχε σημαντική μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης: από 15 ¾ τοις εκατό του ΑΕΠ το 2009 σε 9¼ τοις εκατό το 2011. Η τρόικα τονίζει πως αυτή η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν απαραίτητη, δεδομένου του εξαιρετικά υψηλού ελλείμματος το 2009.
Αναγνωρίζει πάντως πως η προσαρμογή είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τις περισσότερες από τις περιπτώσεις δημοσιονομικής εξυγίανσης σε χώρες της ΕΕ που παρατηρήθηκαν στο παρελθόν. Αυτή η δημοσιονομική εξυγίανση έπρεπε να επιτευχθεί σε μια περίοδο κατά την οποία η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 11% και πλέον, κάτι που ήταν αναπόφευκτο δεδομένου του σημαντικού (θετικού) κενού παραγωγής που είχε δημιουργηθεί εξαιτίας των μη βιώσιμων πολιτικών που εφαρμόζονταν μέχρι το 2009.
Στην έκθεση επισημαίνεται πως η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και το πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης που συμφωνήθηκε ήταν σημαντικές θεσμικές αλλαγές που, μεσοπρόθεσμα, θα αποδώσουν καρπούς.
Ωστόσο, η τρόικα εκτιμά ότι η πρόοδος όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό της διαχείρισης των εσόδων και του ελέγχου των δαπανών ήταν ανεπαρκής, τα δε μέτρα που έχουν ληφθεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την ταχεία διευθέτηση των πληρωμών προς τους προμηθευτές παραμένουν περιορισμένα. Επιπλέον, ενώ από το Μάιο του 2010 έχουν γίνει πολλά βήματα στον τομέα των αναπτυξιακών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τα επιτεύγματα ήταν σαφώς δυσανάλογα προς την ανάγκη να επιταχυνθεί η αύξηση της παραγωγικότητας και να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τονίζει, υπήρχαν βάσιμες αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση ενστερνιζόταν το πρόγραμμα. Το σημαντικότερο πάντως είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν από την άνοιξη του 2010 δεν επαρκούσαν για την αποκατάσταση της ανάπτυξης και την εξασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και ότι η Ελλάδα μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να επιστρέψει στις αγορές.
Η τρόικα εκτιμά ότι οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης αναμένεται να επιστρέψουν σε θετικό πρόσημο το 2014.
Επισημαίνει επίσης ότι η μεσοπρόθεσμη οικονομική απόδοση της Ελλάδας θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Όπως εξηγεί, οι μεταρρυθμίσεις αυτές, ιδίως όσες αφορούν την αγορά εργασίας, την απελευθέρωση διαφόρων τομέων και μια σειρά μέτρων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αναμένεται να συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού, στην άνοδο της παραγωγικότητας και της απασχόλησης και στη μείωση του κόστους παραγωγής. Χωρίς αυτές τις μεταρρυθμίσεις, λέει η τρόικα, οι βελτιώσεις στον τομέα της ανταγωνιστικότητας ενδέχεται είτε να απαιτήσουν πολύ χρόνο είτε να καταστούν δυνατές μόνο μέσω συμπίεσης των εισαγωγών και μείωσης του κόστους εργασίας λόγω ανεργίας.
Ράιχενμπαχ: Προτεραιότητα η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος
Έμφαση στην ανάγκη βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα και βέλτιστης αξιοποίησης των πόρων του ΕΣΠΑ ως το τέλος του 2013 έδωσε ο επικεφαλής της Ομάδας Δράσης της Κομισιόν (Task Force), Χορστ Ράιχενμπαχ, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα στις Βρυξέλλες.
Ο κ. Ράιχενμπαχ υποστήριξε ότι πρέπει να γίνουν πολλά στο πεδίο της επιχειρηματικότητας, ώστε να διευκολυνθούν οι Έλληνες επιχειρηματίες, αλλά και οι ξένοι επενδυτές. Μεταξύ των προβλημάτων που χαρακτηρίζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα, ο Χορστ Ράιχενμπαχ ανέφερε τη διαδικασία αδειοδότησης, τη γραφειοκρατία, την έλλειψη ρευστότητας και τον υψηλό βαθμό αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει την αγορά εργασίας.
Ο κ. Ράιχενμπαχ είπε επίσης πως ναι μεν υπάρχουν διαθέσιμα κονδύλια για την Ελλάδα, θα πρέπει όμως, παράλληλα, να προχωρήσουν οι συζητήσεις για το πώς θα μπορούσαν να αποδεσμευθούν και να απορροφηθούν γρηγορότερα οι πόροι του ΕΣΠΑ.
Υπενθύμισε εξάλλου ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει ένα νέο εργαλείο για την επιτάχυνση της υλοποίησης μεγάλων επενδυτικών έργων (π.χ. αυτοκινητόδρομους, ενεργειακά έργα, υποδομές, κλπ.), το οποίο αναμένεται να υιοθετηθεί το Μάιο, αφού προηγουμένως εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη.
Ερωτηθείς σχετικά με την απόφαση που αναμένεται να λάβει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ΕΤΕπ για τη δημιουργία Ταμείων που θα χρηματοδοτήσουν τα μεγάλα επενδυτικά έργα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ο κ. Ράιχενμπαχ απάντησε ότι η Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΤΕπ προετοιμάζουν το έδαφος για να ληφθεί η σχετική απόφαση το Μάιο.
Σε ό,τι αφορά τις περαιτέρω χρηματοδοτικές ανάγκες και τη δυνατότητα μόχλευσης χρημάτων μέσω της ΕΤΕπ, ο επικεφαλής της Ομάδας Δράσης αναγνώρισε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν.
Υπογράμμισε επίσης την ανάγκη στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ), οι οποίες όπως είπε αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Ανέφερε, συγκεκριμένα, ότι υπάρχουν διαθέσιμα 2 δισ. ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους και άλλα 2 δισ. ευρώ από δάνεια τραπεζών. Εξέφρασε, μάλιστα την πεποίθηση ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών θα βελτιώσει την παροχή ρευστότητας προς τις ΜμΕ.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ