Εναν από τους πιο δυναμικούς παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας αποτελεί ο κλάδος των ζυμαρικών, σύμφωνα με την τέταρτη σχετική έκδοση του τμήματος μελετών της ICAP, που κυκλοφόρησε.
Οπως αναφέρεται, βασικό χαρακτηριστικό του κλάδου αποτελεί ο υψηλός βαθμός συγκέντρωσης της παραγωγής σε λίγες μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις, ορισμένες από τις οποίες έχουν ήδη προχωρήσει στην πλήρη καθετοποίηση της παραγωγής, προκειμένου να εκμεταλλευθούν οικονομίες κλίμακας και να καταστούν περισσότερος ανταγωνιστικές. Η εγχώρια παραγωγή ζυμαρικών την περίοδο 1990-2001, παρουσιάζει μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 5%.
Σημαντική εξέλιξη για την πορεία του κλάδου, επισημαίνεται στη μελέτη, αποτελεί η έναρξη λειτουργίας του εργοστασίου παραγωγής των ζυμαρικών Barilla στην Ελλάδα από την εταιρεία MISKO A.E., γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω αναδιάρθρωση, τόσο της εγχώριας παραγωγής, όσο και του εξωτερικού εμπορίου των ζυμαρικών της χώρας μας.
Περιορισμένη σχετικά είναι η εισαγωγική διείσδυση στον κλάδο, ενώ εισαγωγές πραγματοποιούνται από τις βιομηχανίες ζυμαρικών, τις εμπορικές επιχειρήσεις ειδών διατροφής και τα σούπερ μάρκετ. Οι εξαγωγές ζυμαρικών από την άλλη πλευρά, ακολουθούν ανοδική πορεία, ενώ πολύ σημαντική ήταν η αύξηση που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια.
Η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση ζυμαρικών, παρουσίασε μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 2,4% την τελευταία δεκαετία, ενώ μελλοντικά προβλέπεται περαιτέρω αύξηση με μέσο ετήσιο ρυθμό 1% έως 2%. Η κατανάλωση ζυμαρικών για τον μέσο Ελληνα εκτιμάται σε περίπου εννέα κιλά ετησίως. Η αγορά της λιανικής θεωρείται κορεσμένη σε αντίθεση με τη ζήτηση από τους χώρους μαζικής εστίασης, η οποία ακολουθεί ανοδική πορεία.
Αλλαγές παρουσίασε τα τελευταία χρόνια και η διάρθρωση της εγχώριας παραγωγής ανά κατηγορία προϊόντος. Συγκεκριμένα, οι πάστες αποσπούν μερίδιο από τα μακαρόνια, ενώ το μερίδιο των ειδικών γεμιστών ζυμαρικών, ουσιαστικά παραμένει στα ίδια επίπεδα, χωρίς σημαντικές μεταβολές, θετικές ή αρνητικές.
Την επόμενη διετία, αναφέρεται στη μελέτη της ICAP, αναμένεται να συνεχιστεί η ανοδική πορεία της εγχώριας παραγωγής. Αύξηση αναμένεται να παρουσιάσουν και οι εξαγωγές, καθώς η αυξημένη παραγωγή δεν μπορεί να διατεθεί εξ ολοκλήρου στην ελληνική αγορά, ενώ οι εισαγωγές από τις βιομηχανικές εταιρείες του κλάδου αναμένεται να σημειώσουν περαιτέρω μείωση.