Την αντίθεσή της με την επιβολή, από 1ης/9, Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για ηλεκτροπαραγωγή, εκφράζει σε ανακοίνωσή της η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Η ΡΑΕ επισημαίνει τον κίνδυνο αυξήσεων στα τιμολόγια του ηλεκτρικού και στρεβλώσεων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας «που κινδυνεύουν να είναι πολύ μεγαλύτερες από το οικονομικό όφελος που μπορεί να προκύψει για την Πολιτεία από την είσπραξη του φόρου αυτού» και ζητεί από την κυβέρνηση να εξετάσει εναλλακτικά φορολογικά μέτρα για τη διασφάλιση των εσόδων του Δημοσίου.
Ο ΕΦΚ στο φυσικό αέριο που ισχύει από την περασμένη Πέμπτη, είναι 1,5 ευρώ ανά γιγατζάουλ και η επιβολή του έχει ήδη προκαλέσει τις αντιδράσεις των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
Όπως επισημαίνει η ΡΑΕ, η επιβολή ΕΦΚ μόνο στο φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή εισάγει στρεβλώσεις στο σύνολο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και θα επιφέρει στον τελικό καταναλωτή δυσμενείς επιπτώσεις πολλαπλάσιες συγκριτικά με το εφαρμοζόμενο μέτρο, δηλαδή το κόστος στον τελικό καταναλωτή είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τα έσοδα που αναμένονται από την επιβολή του φόρου.
Την ίδια ώρα, οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας ήδη επιβαρύνονται με άμεσο ΕΦΚ που επιβάλλεται στον τελικό λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Τονίζεται επίσης πως η επιβολή ΕΦΚ στα καύσιμα για ηλεκτροπαραγωγή αυξάνει άμεσα το κόστος παραγωγής - κόστος το οποίο αργά ή γρήγορα, θα επιβαρύνει τους τελικούς καταναλωτές, μέσω ανάλογης αναπροσαρμογής των τιμολογίων λιανικής, τόσο της ΔΕΗ όσο και των εναλλακτικών προμηθευτών.
Στο σημείο αυτό ημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των τιμολογίων της ΔΕΗ (μεταξύ αυτών και τα οικιακά) ρυθμίζεται με αποφάσεις του ΥΠΕΚΑ, υπάρχει ωστόσο η υποχρέωση μέσω του μνημονίου για σταδιακή σύνδεσή τους με τις τιμές χονδρικής ώστε να αντανακλούν το κόστος παραγωγής.
Τέλος, η ΡΑΕ επισημαίνει πως η επιβολή ΕΦΚ στο φυσικό αέριο μειώνει την ανταγωνιστικότητα των σταθμών φυσικού αερίου έναντι άλλων καυσίμων (π.χ. λιγνίτη) και ταυτόχρονα μειώνει την ανταγωνιστικότητα των Ελλήνων ηλεκτροπαραγωγών έναντι των εισαγωγέων. Αυτό οδηγεί στην αύξηση των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και στην έμμεση επιδότηση των ξένων ηλεκτροπαραγωγών και εμπόρων από τους Έλληνες καταναλωτές.
Γι αυτό η Αρχή θεωρεί αναγκαίο να εξεταστούν από την Πολιτεία εναλλακτικά φορολογικά μέτρα, στη βάση ενός δικαιότερου και περισσότερο αποτελεσματικού κατανεμητικού μηχανισμού, που θα ελαχιστοποιεί τις επιπτώσεις στον κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας, στην ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας και, κυρίως, στον τελικό καταναλωτή .