Μπορεί τα κίνητρα να ήταν αυτά που συγκράτησαν την παγκόσμια οικονομία από τη βαθιά ύφεση, αλλά σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ακαδημαϊκές έρευνες έχουν αποδείξει ότι η αύξηση των δημόσιων δαπανών επιβραδύνει το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, σημειώνει ο Economist.
Επιπλέον, τα πακέτα κινήτρων δεν δίνουν λύση στο πρόβλημα των υπέρογκων δημοσιονομικών ελλειμμάτων –αυτό που κάνουν είναι να μετατοπίζουν το πρόβλημα από τον ιδιωτικό στο δημόσιο τομέα, υποστηρίζει το περιοδικό. Με αυτό τον τρόπο, οι αγορές κερδίζουν χρόνο αλλά οι οικονομίες πληρώνουν το τίμημα για μεγαλύτερο διάστημα με τη μορφή υψηλότερης φορολογίας, ομολογιακών αποδόσεων και ασθενέστερης ανάπτυξης.
Το δίλημμα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι κρατικές αρχές είναι εάν θα περιορίσουν τώρα τα κίνητρα αφήνοντας την οικονομία να βουλιάξει στην ύφεση –όπως συνέβη στις ΗΠΑ το 1937 και στην Ιαπωνία το 1997– ή εάν θα διατηρήσουν τα κίνητρα διακυβεύοντας τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι «ταύροι» των αγορών ελπίζουν ότι τις κυβερνήσεις θα βγάλει από τη δύσκολη θέση ο ιδιωτικός τομέας. Αυτός ήταν ο λόγος που οι αγορές υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό τα πρόσφατα στοιχεία για ανάκαμψη της βιομηχανικής παραγωγής, καθώς εάν ο ιδιωτικός τομέας πάρει και πάλι «τα πάνω του», το όφελος θα είναι διπλό: υποχώρηση της ανεργίας και μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καταλήγει το περιοδικό.